Το 2020, η ελληνική οικονομία βίωσε μια από τις πιο βαθιές υφέσεις στην ευρωζώνη λόγω κυρίως της μεγάλης εξάρτησης της από τομείς όπως ο τουρισμός και οι μεταφορές παρά την μεγάλη δημοσιονομική ώθηση. Το 2021, η χώρα ανέκαμψε εντυπωσιακά καθώς οι ίδιοι τομείς πήγαν καλύτερα και η δημοσιονομική ώθηση ήταν ουσιαστικά ακόμη μεγαλύτερη. Το 2022 δεν έχει τελειώσει αλλά όλα δείχνουν ρυθμό ανάπτυξης άνω του 4% και ίσως 5% λόγω τουρισμού ενώ το κράτος συνεχίζει να δαπανά με σύμμαχο τα αυξημένα κρατικά έσοδα λόγω πληθωρισμού και τουρισμού.
Κοινός παρονομαστής αυτής της πορείας είναι τα πρωτογενή ελλείμματα καθώς οι κρατικές δαπάνες εκτός τόκων ξεπέρασαν τα έσοδα. Αυτό μεταφράστηκε σε αυξημένες εκδόσεις κρατικών χρεογράφων και μεγαλύτερο χρέος σε απόλυτα νούμερα. Οι ανωτέρω εκδόσεις δεν κατευθύνθηκαν, ως επί το πλείστον, σε παραγωγικές επενδύσεις που θα αποφέρουν μελλοντικά έσοδα για την αποπληρωμή του χρέους. Φυσικά, η Ελλάδα δεν ήταν η μοναδική χώρα που βίωσε αυτή την εμπειρία. Το ίδιο ισχύει για την Ιταλία, Ισπανία κ.τ.λ. Όμως, οι χώρες της ευρωπεριφέρειας είχαν ένα μεγάλο σύμμαχο που εμμέσως αγόραζε το χρέος τους. Οι αγορές από μη κατοίκους εμφανίζουν κάμψη.
Με τον πληθωρισμό στα ύψη και τις ανησυχίες για επικείμενη ύφεση να εντείνονται και την ευρωζώνη να ξεκινά πιο ουσιαστικές συζητήσεις για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας γεννάται ένα ερώτημα όπως το έθεσε πρόσφατα το IIF. Σύμφωνα με τους οικονομολόγους του τελευταίου, το παραγωγικό κενό στις οικονομίες της ευρωπεριφέρειας είναι μεγαλύτερο από αυτό που επισήμως εκτιμάται. Αυτό σημαίνει ότι η δημοσιονομική πολιτική είναι πιο περιοριστική απ’ όσο εκτιμάται αν αυτό ληφθεί υπόψη. Σε περίπτωση που η αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας οδηγήσει σε μια πιο χαλαρή δημοσιονομική πολιτική, όπως π.χ. η Ελλάδα ευελπιστεί, δηλ. σε μεγαλύτερα ελλείμματα, οι χρηματοδοτικές ανάγκες των χωρών θα αυξηθούν.
Η ΕΚΤ ήταν ο βασικός έμμεσος αγοραστής των χρεογράφων αυτών των χωρών-για την Ελλάδα ισχύει τον τελευταίο ενάμιση χρόνο- καθώς οι ιδιώτες επενδυτές-αγοραστές, ιδίως μη κάτοικοι, έχουν μειωθεί. Για τον IIF, αυτή η εξέλιξη είναι κυρίως απόρροια των χαμηλών αποδόσεων με δεδομένο το ρίσκο των χωρών της ευρωπεριφέρειας, ιδίως της Ιταλίας και της Ελλάδας. Επομένως, η αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας θα πρέπει να συζητηθεί σε συνδυασμό με την λήψη διαρθρωτικών και άλλων μέτρων που θα πρέπει να ληφθούν για να πεισθούν οι ξένοι ιδιώτες να αγοράσουν τα επιπλέον ομόλογα, τονίζει σε πρόσφατη έκθεση του. Αν φυσικά δεν θέλουμε η ΕΚΤ να συνεχίσει να το κάνει όπως έχουν δηλώσει αξιωματούχοι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και άλλοι.
Πόσο όμως προετοιμασμένοι είμαστε για κάτι τέτοιο αν δεν θέλουμε η ΕΚΤ να βγάζει το φίδι από την τρύπα; Ιδίως σε χώρες με μεγάλο χρέος, όπως η Ελλάδα, που επιθυμεί να δει να μειώνεται ο στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα ως ποσοστό του ΑΕΠ τα επόμενα χρόνια και το χρέος να παραμένει φερέγγυο. Δεν ξέρουμε την απάντηση αλλά θα δίναμε πιθανότητες κάτω από το 50%.