Τίποτα δεν είναι τυχαίο. Ρίχνοντας μια ματιά στα στοιχεία του Investment Monitor για την χρήση των μετρητών ως μέσο πληρωμών στις ευρωπαϊκές χώρες διαπιστώσαμε ότι η Ελλάδα ήταν μακράν η πρωταθλήτρια στη ζώνη του ευρώ το 2019 και αυτό δεν μπορεί να έχει αλλάξει στο ενδιάμεσο.
Το 75% των συναλλαγών εκείνης της χρονιάς έγιναν με μετρητά στη χώρα μας. Ακόμη κι η Κύπρος ήταν στο 65%, η γειτονική μας Ιταλία στο 57% και η Πορτογαλία στο 37%. Οι Γερμανοί που προτιμάνε τα μετρητά λόγω κουλτούρας ήταν στο 65%. Μόνο Βαλκανικές χώρες με μεγάλη παράτυπη οικονομία και μπόλικη φοροδιαφυγή, όπως η Βουλγαρία και η Σερβία βρίσκονταν λίγο πιο πάνω από μας στο 81%. Η Αλβανία ήταν στο 87,8%. H μεγάλη έκπληξη ήταν η Τουρκία με μόλις 48,7% των συνολικών συναλλαγών να πραγματοποιούνται με μετρητά το 2019. Προφανώς, η πανδημία συνέβαλε στη μείωση της χρήσης των μετρητών σε όλες τις χώρες και σε κάποιες περισσότερο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε το ΥΠΟΙΚ χθες στον Τύπο, οι ηλεκτρονικές συναλλαγές στην Ελλάδα αναμένεται να αυξηθούν στα 60 δισ. ευρώ φέτος από 53 δισ. πέρυσι και 44 δισ. ευρώ το 2019. Η αύξηση είναι της τάξης του 13% σε σχέση με πέρυσι αλλά δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί εντυπωσιακή όταν ο πληθωρισμός είναι διψήφιος. Από την άλλη πλευρά, η αύξηση ξεπερνά σωρευτικά το 20% την περίοδο 2019-2021 και πιθανόν οφείλεται στην αλλαγή της συμπεριφοράς πολλών πολιτών λόγω της πανδημίας.
Προφανώς, η ανωτέρω αύξηση συνοδεύεται από μείωση των μετρητών στο σύνολο των συναλλαγών και εξηγεί ένα μέρος της αύξησης των φορολογικών εσόδων. Όμως, θα στοιχηματίζαμε ότι δεν θέτει υπό αμφισβήτηση την πρωτοκαθεδρία της Ελλάδας στα μετρητά στην ευρωζώνη. Κι όπως είναι γνωστό, μετρητά, παραοικονομία και φοροδιαφυγή πάνε χέρι-χέρι.
Κατά την ταπεινή μας άποψη, η πρόοδος στη μείωση της φοροδιαφυγής μέσω του περιορισμού της χρήσης των μετρητών θα έπρεπε να είναι πολύ μεγαλύτερη. Όμως, σκοντάφτει είτε σε θεσμικά εμπόδια- λέγε με ΕΚΤ- είτε στην απροθυμία του ελληνικού πολιτικού συστήματος να τα βάλει μετωπικά με το μεγάλο πλήθος των φοροφυγάδων γιατί είναι ψηφοφόροι.
Είναι τυχαίο ότι το θέμα της σύνδεσης των ταμειακών μηχανών με τα POS και τους κεντρικούς σερβερς του ΥΠΟΙΚ καθυστερεί από το 2013-2014; Υποτίθεται ότι θα άρχιζε να υλοποιείται το 1ο τρίμηνο του 2020 αλλά αναβλήθηκε με δικαιολογία την πανδημία και τώρα πάει για τις αρχές του 2023. Επειδή όμως έχουμε εκλογές δεν θα μας εξέπληττε αν έπαιρνε μια νέα ολιγόμηνη αναβολή ή τουλάχιστον να άρχιζε πιλοτικά για να μην επηρεασθούν οι ψηφοφόροι. Ακόμη θυμόμαστε τον εστιάτορα σε νησί των Δωδεκανήσων που παραπονιόταν on camera σε προεκλογική περιοδεία του κ. Μητσοτάκη το 2019 για τους ελέγχους που είχε δεχθεί. Ακόμη και η υλοποίηση του πρότζεκτ των ηλεκτρονικών τιμολογίων ξεκίνησε με καθυστέρηση χρόνων και με προβλήματα. Για να μην αναφερθούμε στο λαθρεμπόριο καυσίμων και τσιγάρων που το πολιτικό προσωπικό δείχνει να μην θέλει να ξέρει πέρα από τις φραστικές κορώνες για την καταπολέμησή του. Κι όλα αυτά την ίδια εποχή που ο κρατικός προϋπολογισμός εξακολουθεί να είναι ελλειμματικός, προσθέτοντας νέα βάρη στο ήδη υψηλό δημόσιο χρέος.
Όμως, εμείς συνεχίζουμε τον χαβά μας. Τα έξτρα φορολογικά έσοδα από τον πληθωρισμό, τον ρυθμό ανάπτυξης και την όποια καταπολέμηση της φοροδιαφυγής πηγαίνουν «για να στηρίξουν την κοινωνία» όπως δηλώνει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος. Κοινώς, εκείνους που δηλώνουν χαμηλά εισοδήματα εκ των οποίων αρκετοί είναι φοροφυγάδες που δηλώνουν φτωχοί αλλά στην πραγματικότητα είναι πλουσιότεροι από εκείνους που τα δηλώνουν όλα ή σχεδόν όλα.
Βλέπετε οι ψήφοι είναι πολλοί. Καφενείον «η Ωραία Ελλάς» που λέγανε κάποτε.