Tο δημόσιο χρέος της Γερμανίας ανερχόταν πέρυσι στο 70% του ΑΕΠ περίπου ενώ της Ελλάδος κοντά στο 190% του ΑΕΠ. Η δυνατότητα της μεγαλύτερης οικονομίας της ΕΕ, η οποία αξιολογείται με «ΑΑΑ» από τους μεγάλους οίκους αξιολόγησης, να δανεισθεί φθηνότερα σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες από τις αγορές δεν αμφισβητείται.
Ως γνωστόν, η Γερμανία περνά μια σοβαρή ενεργειακή κρίση λόγω της χρόνιας εξάρτησής της από το ρωσικό φυσικό αέριο αυτή την εποχή. Σύμφωνα με τις συγκλίνουσες εκτιμήσεις των αναλυτών, τυχόν πλήρης διακοπή των ροών από την Μόσχα θα οδηγήσει την οικονομία της σε ύφεση. Με τις τιμές των καυσίμων στα ύψη και τις εταιρείες παρόχους στα πρόθυρα της χρεοκοπίας καθώς προμηθεύονται φυσικό αέριο σε υψηλές τιμές ενώ πουλάνε σε χαμηλότερες λόγω συμβολαίων, η Γερμανία θα μπορούσε να δανεισθεί έξτρα ποσά από την αγορά για να επιδοτεί τις τιμές. Το γερμανικό δημόσιο χρέος θα αυξανόταν αλλά είναι ένα από τα μικρότερα στην ευρωζώνη και δεν θα δημιουργείτο πρόβλημα.
Θα ήταν επίσης η λύση με το μικρότερο πολιτικό κόστος από την ελληνική οπτική γωνία. Κι όμως, η συγκυβέρνηση Σοσιαλδημοκρατών, Πρασίνων και Φιλελευθέρων στη Γερμανία αποφάσισε να μετακυλίσει στα νοικοκυρά το αυξημένο κόστος του φυσικού αερίου από την 1η Οκτωβρίου του 2022 για να βοηθήσει τους παρόχους και να ενθαρρύνει την εξοικονόμηση. Η ετήσια επιβάρυνση φθάνει έως τα 1000 ευρώ για 4μελή οικογένεια.
Την ίδια στιγμή εδώ στην υπερχρεωμένη Ελλάδα, η οποία εισάγει φυσικό αέριο και πετρέλαιο από το εξωτερικό, κάνουμε πρακτικά το ακριβώς αντίθετο. Το κράτος δανείζεται για να επιδοτεί τις τιμές. Μάλιστα, η Ελλάδα έχει δαπανήσει τα περισσότερα χρήματα ως ποσοστό του ΑΕΠ την περίοδο Σεπτεμβρίου 2021 και Ιουνίου 2022 σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Ινστιτούτου Bruegel.
Ο διαφορετικός τρόπος με τον οποίο προσεγγίζουν το ίδιο θέμα η συντηρητική ελληνική κυβέρνηση αλλά και η αντιπολίτευση σε σχέση με την γερμανική κυβέρνηση συνασπισμού και αντιπολίτευση δείχνει το χάσμα που χωρίζει τα πολιτικά συστήματα των δυο χωρών.
Φαντασθείτε να ήταν η ελληνική κυβέρνηση στη θέση της γερμανικής και να ανακοίνωνε ένα παρόμοιο σχέδιο επιβάρυνσης των καταναλωτών, τι αντιδράσεις θα προκαλούσε εντός του κόμματος εξουσίας, στα υπόλοιπα κόμματα, εργατικές οργανώσεις κ.τλ. Στην υπερχρεωμένη Ελλάδα, το ενδιαφέρον των κομμάτων βρίσκεται σχεδόν αποκλειστικά στραμμένο στο σήμερα για ψηφοθηρικούς λόγους. Αντίθετα, αγνοούν τις μελλοντικές συνέπειες του δανεισμού για κατανάλωση εισαγόμενων καυσίμων. Από την άλλη πλευρά, οι Γερμανοί δείχνουν να βάζουν σε δεύτερη μοίρα το πολιτικό κόστος και να δείχνουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τις μελλοντικές γενεές, επιβαρύνοντάς τες λιγότερο με επιπρόσθετο δανεισμό.
Από την σύγκριση του τρόπου που προσεγγίζουν το ίδιο πρακτικά θέμα Ελλάδα και Γερμανία, ο καθένας μπορεί να κατανοήσει γιατί η Ελλάδα θα χρεοκοπήσει εκ νέου στο μέλλον.