Στην είσοδο του κτιρίου των ηλεκτρονικών της ΕΑΒ υπήρχε πριν δύο χρόνια περίπου -ίσως υπάρχει ακόμη- μια καλογυαλισμένη βόμβα κατευθυνόμενη από λέιζερ (laser guided bomb). Ο λόγος που τοποθετήθηκε εκεί, όπως μας εξήγησαν, ήταν για να υπενθυμίζει ότι σχεδιάσθηκε και παρήχθη από την ΕΑΒ πριν από χρόνια. Οι βόμβες, κάπου 10, δοκιμάσθηκαν επιτυχώς στο πεδίο βολής στο Κρανίδι αλλά η τότε ηγεσία των ενόπλων δυνάμεων προτίμησε τις ισραηλινές. Ήταν η επικράτηση των εμπόρων οπλικών συστημάτων έναντι της εγχώριας παραγωγής. Δεν είναι η εξαίρεση αλλά ο κανόνας.
Το ΚΕΤΑ σχεδίασε και η ΕΑΒ βοήθησε να κατασκευασθούν τα πρωτότυπα του τακτικού -ύψος πτήσης στις 10-15 χιλ. πόδια με μέγιστο βάρος τα 200-300 κιλά κατά την απογείωση- μη επανδρωμένου αεροχήματος (UAV) ονόματι Πήγασος, στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Τα τελευταία είναι σε επιχειρησιακή χρήση ακόμη και σήμερα αλλά ξεπερασμένα. Η Ελλάδα είχε προηγηθεί της Τουρκίας, η οποία σήμερα αναγνωρίζεται ως παγκόσμια δύναμη στον χώρο των UAV λόγω κυρίως των Bayraktar, αλλά δεν υπήρξε συνέχεια. Γι’ αυτό σπεύδει να αγοράσει ή νοικιάσει τα ισραηλινά Heron και τα αμερικανικά Reaper.
Το ενδιαφέρον των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων για προϊόντα στρατιωτικής επιχειρησιακής χρήσης από την εγχώρια βιομηχανία άρχισε να εξασθενεί από τη δεκαετία του 1980, ισχυρίζονται οι παλιοί. Οι εσωτερικές αδυναμίες της ΕΑΒ συνέβαλαν σ’ αυτό επίσης. «Συνεργάσθηκα με 10-15 προέδρους της ΕΑΒ και ο καθένας είχε τις δικές του ιδέες και στρατηγική, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει συνέχεια», τονίζει πρώην υψηλόβαθμο στέλεχός της.
Αναμφίβολα, η Ελλάδα δεν μπορεί να μην εξοπλίζεται για λόγους αποτροπής, από τη στιγμή που αντιμετωπίζει την τουρκική απειλή. Χρειάζεται λοιπόν σύγχρονα οπλικά συστήματα. Όμως, δεν θα πρέπει να μείνει εκεί. Οι μεγάλες παραγγελίες διευκολύνουν τη συμπαραγωγή στην Ελλάδα με τη συμμετοχή εγχώριων εταιρειών.
Και πάλι δεν θα πρέπει να έχουμε αυταπάτες. Αναμφίβολα, η συμπαραγωγή τμημάτων αεροσκαφών ή πλοίων στη χώρα μας βοηθάει να μάθουμε πολλά. Όμως οι ξένες εταιρείες δεν πρόκειται να μεταφέρουν τεχνολογία για κρίσιμα εξαρτήματα σε μας. Ας πάρουμε για παράδειγμα την αναβάθμιση των αεροσκαφών F 16 σε Viper. H EAB θα μάθει πώς τροποποιούνται τα αεροσκάφη αλλά δεν θα μάθει π.χ. για τα ραντάρ του αεροσκάφους. Τα κουτιά με τα ηλεκτρονικά θα έλθουν έτοιμα απέξω.
Γι’ αυτό τον λόγο θα πρέπει να υπάρξει συγκερασμός με τον σχεδιασμό και την ανάπτυξη κρίσιμων προϊόντων που θα επιλεχθούν για τις επιχειρησιακές ανάγκες των ενόπλων δυνάμεων σε βάθος χρόνου. Η υιοθέτηση του αμερικανικού μοντέλου, όπου η αρμόδια αρχή, π.χ. το υπουργείο Εθνικής Άμυνας, ανακοινώνει ένα ερευνητικό πρόγραμμα και χρηματοδοτεί δύο ή περισσότερες βιομηχανίες με την υποχρέωση σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα να παρουσιάσουν το έργο τους. Σ’ εκείνη τη φάση, η αρμόδια αρχή θα επιλέξει να χρηματοδοτήσει μία από τις δύο εταιρείες για να το αναπτύξει και παραγάγει για τις ένοπλες δυνάμεις.
Κατά την άποψή μας, θα ήταν ιδανικό αν υπήρχε συντονισμός με κατευθείαν υπαγωγή του τομέα της εγχώριας στρατιωτικής βιομηχανικής παραγωγής στον εκάστοτε πρωθυπουργό, για να υπερπηδούνται ευκολότερα τα γραφειοκρατικά εμπόδια.
Μερικοί πιστοί αναγνώστες ίσως αναρωτηθούν γιατί επιλέξαμε να αναφερθούμε σ’ ένα θέμα που μοιάζει και είναι στρατιωτικό. Η απάντηση είναι πως το θέμα είναι τόσο εθνικής ασφαλείας όσο και οικονομικό. Η ελληνική οικονομία δεν μπορεί και δεν πρέπει να βασίζεται μόνο στον τουρισμό. Θα πρέπει να διαφοροποιηθεί και να προάγει κι άλλους κλάδους. Με δεδομένες τις ανάγκες που δημιουργεί η τεταμένη σχέση μας με την Τουρκία, η ανάπτυξη της εγχώριας στρατιωτικής βιομηχανίας επιτρέπει να κάνουμε και τα δύο. Να ενισχύσουμε την εθνική άμυνα και την εθνική οικονομία.