Ο πρωθυπουργός και υπουργοί έχουν κατά καιρούς δηλώσει ότι θα κάνουν ό,τι μπορούν για να στηρίξουν τον κόσμο που πλήττεται από την ακρίβεια, όπως στήριξαν την κοινωνία κατά την περίοδο της πανδημίας.
Πράγματι, η υπερχρεωμένη Ελλάδα ήταν πρωταγωνίστρια στα μέτρα στήριξης ως προς το ΑΕΠ στην ευρωζώνη κατά την περίοδο της πανδημίας 2020-2021. Όμως, τα χρήματα ήταν δανεικά και θα πρέπει να αποπληρωθούν στο μέλλον, με περιορισμό της μελλοντικής κατανάλωσης. Πόσοι όμως ενδιαφέρονται γι’ αυτό και πόσοι για το γεγονός ότι ένα μέρος της κρατικής στήριξης αβγάτισε τις τραπεζικές καταθέσεις πολλών ωφελημένων; Όχι σίγουρα η κυβέρνηση και τα κόμματα της αντιπολίτευσης, αν κρίνουμε από τη σιγή που κρατάνε στο θέμα του ελέγχου των αποδεκτών των χρημάτων. Λογικό. Εθνικές εκλογές θα έχουμε μέχρι το καλοκαίρι του 2023 και χρειάζονται τις ψήφους όλων.
Ας έλθουμε στο θέμα του πληθωρισμού. Η κυβέρνηση έχει ανακοινώσει μέτρα που επιδοτούν τον λογαριασμό του ηλεκτρισμού, το φυσικό αέριο, τη βενζίνη κ.λπ., για να καταπολεμηθεί η ακρίβεια. Θεωρητικά, τα μέτρα είναι προσωρινά αλλά υπάρχει σοβαρή πιθανότητα, π.χ., οι τιμές της ενέργειας να παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα για ένα ή περισσότερα χρόνια. Αν τα μέτρα μονιμοποιηθούν, μπορεί να υπάρξει πρόβλημα είτε εγκριθούν από την ΕΕ είτε όχι. Κι αυτό γιατί χρηματοδοτούνται σε σημαντικό βαθμό από δάνεια που αυξάνουν το ήδη υψηλό δημόσιο χρέος και οι αγορές ίσως ανεβάσουν το κόστος δανεισμού της Ελλάδας.
Τι μπορεί να γίνει; Οι τιμές της ενέργειας βρίσκονται στο επίκεντρο της ακρίβειας. Προφανώς, η Ελλάδα είναι αποδέκτης των διεθνών τιμών του πετρελαίου και της ισοτιμίας ευρώ/δολαρίου ενώ επιβάλλει υψηλούς φόρους. Όμως, και πάλι κάτι δεν πάει καλά εδώ.
Ας δώσουμε ένα παράδειγμα. Η Ελλάδα έχει υπερπληθώρα πρατηρίων καυσίμων, κάπου 5.500 παλαιότερα, σε σύγκριση με άλλες χώρες, και είναι επόμενο να πουλάνε λιγότερα κυβικά ανά πρατήριο. Για να λειτουργούν όλα αυτά τα πρατήρια θα πρέπει να βγάζουν κέρδος. Πώς όμως συμβαίνει αυτό, όταν πουλάνε λιγότερα κυβικά καυσίμων; Η απάντηση είναι απλή. Είτε χρεώνουν υψηλότερη τιμή, είτε νοθεύουν τα καύσιμα, είτε έχουν πειράξει τις αντλίες. Σε πρόσφατες έρευνες των αρχών που έγιναν σε πρατήρια για πιθανή αισχροκέρδεια, ο αρμόδιος υπουργός δήλωσε πως το ¼ βρέθηκε να παρανομεί. Όλα αυτά είναι γνωστά στις αρμόδιες αρχές εδώ και χρόνια ή καλύτερα δεκαετίες. Όμως, διαδοχικές κυβερνήσεις έχουν ουσιαστικά αποδεχθεί την παραβατικότητα στην αγορά των καυσίμων και την πληρώνουν οι καταναλωτές.
Ας έλθουμε σ’ ένα άλλο θέμα. Την τιμή του ηλιέλαιου. Πριν δυο-τρεις μήνες, οι επαγγελματίες της εστίασης άρχισαν να διαμαρτύρονται για τη μεγάλη άνοδο της τιμής του ηλιέλαιου που χρησιμοποιούν κατά κόρον. Από την πλευρά τους, οι έμποροι ισχυρίζονταν ότι υπήρχαν ελλείψεις λόγω του πολέμου στην Ουκρανία. Όταν όμως το υπουργείο ζήτησε από όσους εμπορεύονταν λιπάσματα και αγροτικά προϊόντα όπως άλευρα, σιτηρά, καλαμπόκι, ηλιέλαιο, να αποστέλλουν στοιχεία κάθε 5 εργάσιμες μέρες με πίνακες για τιμές, αποθέματα κ.λπ., αποκαλύφθηκε πως υπήρχαν μεγάλα αποθέματα και πλήρης επάρκεια της αγοράς. Η τιμή του ηλιέλαιου άρχισε να υποχωρεί. «Τι κάνει ο έμπορος για να βγάλει κέρδος;» ήταν το σχόλιο επιχειρηματία.
Όλα αυτά και πολλά άλλα που είναι λιγότερο ή περισσότερο γνωστά δείχνουν ότι ένα κομμάτι της ακρίβειας θα μπορούσε να εξαλειφθεί, αν λειτουργούσε ο ανταγωνισμός σε επιμέρους κλάδους και αγορές. Όμως, αυτό δεν συμβαίνει, γιατί οι αρμόδιοι είτε δεν θέλουν, είτε δεν ξέρουν, είτε δεν μπορούν να παρέμβουν ρυθμιστικά.