Η τραυματική εμπειρία του υπερπληθωρισμού την περίοδο της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης δεν συνέβαλε μόνο στην άνοδο των εθνικοσοσιαλιστών του Χίτλερ στην εξουσία στη Γερμανία. Άφησε επίσης ανεξίτηλο το στίγμα της στον τρόπο άσκησης της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής της Γερμανίας, παρότι πέρασαν πολλές δεκαετίες από τότε.
Δεν ισχύει το ίδιο στην Ελλάδα, που επαναλαμβάνει τα ίδια λάθη στην άσκηση της δημοσιονομικής πολιτικής, παρότι έχει την εμπειρία κάπου 7 χρεοκοπιών από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους.
Υπενθυμίζουμε ότι το δημόσιο χρέος είναι μεγαλύτερο σήμερα καθώς ξεπερνά το 190% του ΑΕΠ έναντι 130% περίπου, όταν μπήκαμε στο 1ο μνημόνιο. Επίσης, το πρωτογενές έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης κινήθηκε πέρυσι κοντά στο 7% του ΑΕΠ έναντι 10% περίπου το 2009, ενώ το μέγεθος της οικονομικής δραστηριότητας παραμένει σαφώς χαμηλότερο από τα επίπεδα του 2008-2009.
Εκείνο που πρακτικά κάνει τη διαφορά είναι η σύνθεση του δημόσιου χρέους. Κι αυτό γιατί ένα μεγάλο κομμάτι παραμένει στα χέρια των θεσμικών πιστωτών-εταίρων της χώρας, έχοντας χαμηλό κόστος εξυπηρέτησης και μεγάλες λήξεις, με αποτέλεσμα να έχει μειωθεί το ρίσκο της αναχρηματοδότησης. Κοινώς, ο νέος δανεισμός να έχει υψηλότερο μέσο επιτόκιο από τα δάνεια (ομόλογα, έντοκα) που λήγουν. Οσο όμως περνάει ο καιρός και η Γενική Κυβέρνηση ξοδεύει περισσότερα από τα έσοδά της, συσσωρεύεται μεγαλύτερο δημόσιο χρέος. Κι επειδή το νέο χρέος δεν αφορά επενδύσεις αλλά κάθε μορφής επιδόματα και χαρίσματα με σαφή πολιτική στόχευση για την προσέλκυση ψήφων, η ποιότητα του χρέους χειροτερεύει. Υπενθυμίζουμε ότι δισ. ευρώ του ΕΣΠΑ που θα έπρεπε να πάνε σε επενδύσεις άλλαξαν χρήση κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Η κυβέρνηση που έχει την ευθύνη και η αντιπολίτευση που ζητά ακόμη περισσότερες παροχές μάς το υπενθυμίζουν συχνά πυκνά. Όλοι με το αζημίωτο φυσικά. Τα λεφτά δεν είναι δικά τους αλλά οι ψήφοι είναι. Θυμίζουμε ότι στην Ελλάδα, τα 2/3 και πλέον των φορολογουμένων δεν πληρώνουν φόρο εισοδήματος.
Γιατί τα λέμε όλα αυτά; Τον περασμένο Φεβρουάριο, ο υπουργός Οικονομικών κ. Σταϊκούρας απέκλειε το ενδεχόμενο νέου «κουρέματος» των επιστρεπτέων προκαταβολών. Η κυβέρνηση έχει ήδη χαρίσει 6 δισ. ευρώ σε πάνω από 700 χιλ. ελεύθερους επαγγελματίες και επιχειρήσεις, από το συνολικό ποσό των 8,3 δισ. ευρώ περίπου των κρατικών ενισχύσεων. Επιπλέον, οι οφειλέτες επιστρεπτέας μπορούν να λάβουν έξτρα έκπτωση 15%, αν πληρώσουν εφάπαξ. Όπως αναμενόταν, ελάχιστοι οφειλέτες ανταποκρίθηκαν αφού βασίμως περιμένουν πως θα τους χαρισθούν όλα, με αποτέλεσμα η κυβέρνηση να παρατείνει τις προθεσμίες πληρωμής. Επειδή και πάλι δεν διαφαίνεται προθυμία των οφειλετών να πληρώσουν, η κυβέρνηση αυξάνει τις δόσεις σε 96 από 60, μήπως και τους πείσει να πληρώσουν. Ουσιαστικά, τους «κουρεύει» την πραγματική οφειλή, αν ληφθεί υπόψη ο πληθωρισμός και ποιος ξέρει τι άλλο θα «κουρευτεί» μέχρι να πάμε σε εκλογές.
Όλο αυτό το σκηνικό είναι χαρακτηριστικό των λανθασμένων σημάτων που στέλνει η κυβέρνηση και το πολιτικό προσωπικό προς τις 700 χιλ. οφειλέτες και γενικότερα προς την κοινωνία.
Πρώτον, επιβαρύνει τους συνεπείς φορολογούμενους που θα κληθούν να πληρώσουν τα «χαρισμένα» 6 δισ. ευρώ και πιθανόν τα 8,3 δισ. Δεύτερον, ανταμείβει επαγγελματίες που δεν διακρίνονται για τη φορολογική τους συνείδηση και συμμόρφωση. Τρίτον, στέλνει μήνυμα προς όλες τις επαγγελματικές ομάδες πως λεφτά υπάρχουν και μπορούν να τα διεκδικήσουν. Ιδίως τώρα, που ο πληθωρισμός είναι στα ύψη.
Τέλος, δείχνει πως η χρεοκοπία του 2012 και η μακρά περίοδος λιτότητας δεν ξερίζωσαν τη νοοτροπία στην άσκηση της οικονομικής πολιτικής που οδηγεί σε επαναλαμβανόμενες χρεοκοπίες.