Είναι ανθρώπινο να βλέπει ο κόσμος στην Ευρώπη κι αλλού με μεγάλη συμπάθεια την Ουκρανία και τον λαό της, όταν βομβαρδίζονται πόλεις, σκοτώνονται άμαχοι και πλήττονται νοσοκομεία, σχολεία και άλλες υποδομές από τους Ρώσους εισβολείς. Είναι επόμενο λοιπόν να υπάρχει ευρεία λαϊκή στήριξη στα οικονομικά μέτρα-κυρώσεις που λαμβάνουν οι κυβερνήσεις τους εναντίον της Ρωσίας και του Πούτιν.
Οι κυρώσεις είναι πολύ πιο διευρυμένες από εκείνες που περίμεναν οι αγορές στις αρχές του πολέμου και αναμένεται να καταφέρουν πολύ ισχυρό πλήγμα στη ρωσική οικονομία σε βάθος χρόνου (αν παραμείνουν). Όμως, οι κυρώσεις θα έχουν επίσης (πολύ μικρότερο) οικονομικό κόστος στις χώρες που τις επέβαλαν.
Ο πόλεμος έχει ήδη προκαλέσει ένα μεγάλο ενεργειακό σοκ, κυρίως στην Ευρώπη, προκαλώντας ανατροπές. Μια τέτοια είναι στην 50ετή ενεργειακή σχέση της Γερμανίας με τη Ρωσία. Η Γερμανία ανακοίνωσε την κατασκευή δύο τερματικών LNG στο βόρειο τμήμα της χώρας. Ήδη, οι τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου αλλά και των σιτηρών και μερικών μετάλλων καταγράφουν μεγάλες αυξήσεις από την αρχή του πολέμου. Οι νέες αυξήσεις ρίχνουν λάδι στη φωτιά του πληθωρισμού, που βρισκόταν ήδη σε πολυετή υψηλά επίπεδα στην ευρωζώνη, περιορίζοντας το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και αυξάνοντας το κόστος των επιχειρήσεων.
Η ύφεση δεν είναι το πιθανότερο σενάριο αυτή τη στιγμή, σύμφωνα με τη μεγάλη πλειοψηφία των αναλυτών. Όμως, η αναπτυξιακή ύφεση, δηλ. το ψαλίδισμα του ρυθμού ανάπτυξης, για την ευρωζώνη είναι πιθανή το 2022. Πίσω από την αναπτυξιακή ύφεση βρίσκεται η ενεργειακή κρίση που είχε ήδη αρχίσει να διαμορφώνεται πριν από τη ρωσική εισβολή καθώς η ζήτηση για φυσικό αέριο από την Κίνα δεν λέει να καταλαγιάσει. Μια μεγάλη μείωση των εισαγωγών ενέργειας της ΕΕ από τη Ρωσία κάνει πιο δύσκολη υπόθεση τη σημαντική αποκλιμάκωση των τιμών και δημιουργεί ενδεχομένως προβλήματα στις κυβερνήσεις που έχουν εκλογές, π.χ. τον Νοέμβριο για το Κογκρέσο στις ΗΠΑ.
Θυμίζουμε ότι η ΕΕ εισάγει το 40% του φυσικού αερίου που καταναλώνει από τη Ρωσία. Αν η Ευρώπη θέλει να απογαλακτισθεί, θα πρέπει να στραφεί στο υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) και σε άλλες μορφές ενέργειας. Το 2020, το LNG αντιπροσώπευε το 26% των συνολικών εισαγωγών φυσικού αερίου στην ΕΕ ενώ το 74% γινόταν μέσω αγωγών, σύμφωνα με το αμερικανικό EIA. Το Κατάρ, η Αυστραλία, οι ΗΠΑ και η Νιγηρία ήταν οι μεγαλύτεροι εξαγωγείς υγροποιημένου φυσικού αερίου το 2020, σύμφωνα με την BP. Επομένως, η ΕΕ θα πρέπει να στραφεί σε αυτούς.
Το Κατάρ είναι πιο κοντά στην Ευρώπη αλλά ζητά να υπογραφούν μακροπρόθεσμα συμβόλαια και δεν είναι διατεθειμένο να «σπάσει» υφιστάμενα συμβόλαια με άλλες χώρες για να προμηθεύσει την Ευρώπη. Μόλις το 10% περίπου του καταριανού φυσικού αερίου δεν δεσμεύεται με συμβόλαια. Το χτύπημα θα είναι πολύ μεγαλύτερο για τη ρωσική οικονομία, που θα χάσει το 3% του ΑΕΠ, αν σταματήσει τις εξαγωγές φυσικού αερίου στην ΕΕ, σύμφωνα με το Ινστιτούτο του Κιέλου. Η κατάσταση είναι επίσης δύσκολη στην αγορά πετρελαίου, αν δεν υπάρξει ντιλ στα πυρηνικά με το Ιράν καθώς υπάρχει πρόβλημα προσφοράς. Ακόμη και χωρίς κυρώσεις, το 70% του ρωσικού πετρελαίου δεν μπορούσε να πουληθεί την προηγούμενη Παρασκευή, τονίζει η JP Morgan.
Το σχιστολιθικό πετρέλαιο θα μπορούσε να βοηθήσει, αλλά προϋποθέτει μια αλλαγή φιλοσοφίας από τους πετρελαιοπαραγωγούς. Να ενισχύσουν την παραγωγή βραχυπρόθεσμα, βάζοντας σε δεύτερη μοίρα τις αποδόσεις των μετόχων τους, λένε οι ειδικοί.
Πριν από τον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο και κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970, οι πετρελαιοπαραγωγοί μπορούσαν να ασκήσουν μεγάλη επιρροή στους άλλους. Από τη δεκαετία του 1980 και μετά, το σκηνικό άλλαξε. Η ζήτηση για πετρέλαιο εμφάνιζε αυξομειώσεις και αυτό είχε επιπτώσεις στην πολιτική σταθερότητα των πετρελαιοπαραγωγών χωρών. Σήμερα έχουμε μια περίπλοκη κατάσταση στην αγορά ενέργειας, που θα έχει κόστος για όλους. Πολύ μεγάλη για τη Ρωσία και μικρότερη για τους υπολοίπους. Ο λογαριασμός θα είναι τσουχτερός.