Τι είναι οι άνθρωποι τελικά; Εδώ και καιρό πεθαίνουν πάνω από 60 συμπολίτες μας με Covid-19 καθημερινά αλλά δεν δείχνει να συγκινείται η κοινωνία μας, ενώ παλαιότερα γινόταν θόρυβος με πολύ λιγότερους θανάτους.
Η πανδημία έχει επιστρέψει δριμύτερη αλλά η κυβέρνηση δηλώνει πως δεν θα πάει σε απαγορευτικό (lockdown) που θα έπληττε την οικονομική δραστηριότητα, ποντάροντας στους εμβολιασμούς. Φυσικά, η ίδια μπορεί να μην επιβάλλει lockdown, όμως άλλες χώρες μπορούν να μας επιβάλλουν περιοριστικά μέτρα με τόσο πολλά κρούσματα και θανάτους.
Η πανδημία είναι λοιπόν ένας κίνδυνος για την ελληνική οικονομία, ιδιαίτερα αν η νέα μετάλλαξη από την Μποτσουάνα είναι πολύ πιο μεταδοτική από τη μετάλλαξη Δέλτα και πλήξει την ευρωπαϊκή οικονομία. Ένας άλλος κίνδυνος είναι ο πληθωρισμός, που λειτουργεί ως φόρος επί των εισοδημάτων.
Είναι αλήθεια ότι ο πληθωρισμός καθυστέρησε να έλθει στη χώρα μας σε σχέση με τους εταίρους μας και προς το παρόν είναι συγκριτικά μικρότερος. Όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα σκαρφαλώσει υψηλότερα τους επόμενους μήνες ή τρίμηνα. Αν, όπως λένε, είναι διαρθρωτικός, θα είναι μαζί μας για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, πλήττοντας εισοδήματα, κατανάλωση κ.λπ. Παρ’ όλα αυτά, η ελληνική οικονομία εκτιμάται ότι θα αναπτυχθεί με ρυθμό 7% και ίσως μεγαλύτερο το 2021, 5% και άνω το 2022 και 3% και βάλε το 2023.
Αυτό είναι συνήθως καλό νέο για τις πωλήσεις και τα κέρδη των εισηγμένων επιχειρήσεων και επομένως θα έπρεπε να είχε δώσει ισχυρότερη ώθηση στο Χρηματιστήριο Αθηνών σε σύγκριση με τα κέρδη 9% περίπου του Γενικού Δείκτη από την αρχή του 2021. Ιδίως, αν ληφθεί υπόψη η θετική εξέλιξη από τη μεγάλη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων των τραπεζών που έχουν μεγάλο ειδικό βάρος στην ελληνική αγορά. Κι όμως, αυτό δεν συμβαίνει.
Ακόμη, η διαφορά απόδοσης (spreads) των ελληνικών ομολόγων από τα αντίστοιχα γερμανικά έχει διευρυνθεί το τελευταίο διάστημα. Φυσικά, το ίδιο συμβαίνει με τα ομόλογα των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου, λόγω πιθανώς των ανησυχιών για το μέλλον των αγορών χρεογράφων από την ΕΚΤ.
Όμως, όλα αυτά ωθούν κάποιον να σκεφθεί μήπως υπάρχει κάποιο άλλο ρίσκο εκτός από την πανδημία και τον πληθωρισμό. Εκείνο λοιπόν που μας έρχεται στο νου, με δεδομένο ότι έχουν προγραμματισθεί εθνικές εκλογές το 2023, είναι το πολιτικό ρίσκο. Το σοβαρό ενδεχόμενο δύο εκλογικών αναμετρήσεων είναι πηγή πολιτικής αβεβαιότητας και αυτό θα γίνεται ολοένα και πιο ορατό όσο πλησιάζουμε το 2023.
Με τη ΝΔ να διαθέτει διψήφια διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ στις δημοσκοπήσεις που γίνονται αυτή την περίοδο, το βασικό σενάριο θέλει να πηγαίνουμε σε διπλές εκλογές με απλή και ενισχυμένη αναλογική και την ίδια να σχηματίζει ενδεχομένως αυτοδύναμη κυβέρνηση με οριακή πλειοψηφία. Όμως, σε μερικούς μήνες από σήμερα, το σκηνικό μπορεί να αλλάξει, αν η πανδημία συνεχίζεται και η ακρίβεια πληγώσει τις τσέπες των νοικοκυριών. Σε μια τέτοια περίπτωση, η διαφορά ΝΔ με ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να κλείσει αρκετά και υπάρχει το ενδεχόμενο τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΙΝΑΛ να αθροίζουν πιο πάνω από τη ΝΔ την πρώτη Κυριακή. Επομένως, μια κυβέρνηση μειοψηφίας με επικεφαλής τον ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να αποκλεισθεί.
Ακόμη κι αν μια κυβέρνηση μειοψηφίας δεν ήταν εφικτή την πρώτη Κυριακή, οι πιθανότητες αυτοδυναμίας στις εκλογές της δεύτερης Κυριακής θα ήταν περιορισμένες. Κι αυτό γιατί ο νέος εκλογικός νόμος δίνει μπόνους 40 εδρών έναντι 50 που έδινε ο προηγούμενος. Σύμφωνα λοιπόν μ’ αυτή τη λογική, η ελληνική οικονομία θα βρεθεί αντιμέτωπη με το πολιτικό ρίσκο αργά ή γρήγορα.