Την προηγούμενη εβδομάδα, έγινε η παρουσίαση του εθνικού σχεδίου για την αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης, με την επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν να παρευρίσκεται για να δώσει τις ευλογίες της.
Ως γνωστόν, οι επίσημοι, εντός κι εκτός Ελλάδος, εκθείασαν το ελληνικό σχέδιο και το παράθυρο ευκαιρίας που ανοίγει σε μια χώρα με μεγάλο έλλειμμα επενδύσεων και ανάπτυξης. Υπενθυμίζουμε ότι το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) υποχώρησε στα 165,8 δισ. ευρώ περίπου το 2020. Θα πρέπει να πάει κάποιος πίσω στις αρχές του αιώνα και συγκεκριμένα στο 2002, όταν το ΑΕΠ ήταν στα 163,5 δισ. ευρώ, για να συγκριθούν. Όσο κι αν το 2020 ήταν μια δύσκολη χρονιά για σχεδόν όλες τις χώρες λόγω της πανδημίας, η σύγκριση είναι απογοητευτική.
Τα ίδια και χειρότερα ισχύουν με τον σχηματισμό ακαθάριστου παγίου κεφαλαίου σε τρέχουσες τιμές. Σύμφωνα με την Κομισιόν, το νούμερο διαμορφώθηκε σε 18,4 δισ. ευρώ πέρυσι και θα πρέπει να ανατρέξουμε πολύ πιο πίσω για να βρούμε τόσο κοντινά μεγέθη και συγκεκριμένα την περίοδο 1990-1989. Ο σχηματισμός ακαθάριστου παγίου κεφαλαίου ήταν 19,1 δισ. ευρώ το 1990 και 17,4 δισ. το 1989, μετά τη μετατροπή των δραχμών σε ευρώ. Από τις υπόλοιπες χρονιές, το 2014, το 2015 και το 2018 ήταν επίσης άσχημες χρονιές καθώς το μέγεθος κυμάνθηκε μεταξύ 19 και 19,5 δισ. ευρώ.
Είναι λοιπόν καλοδεχούμενες οι εισροές κοινοτικών κεφαλαίων συνολικού ύψους 32 δισ. ευρώ περίπου του Ταμείου Ανάκαμψης. Πολύ περισσότερο, αν δικαιωθούν οι κυβερνητικές εκτιμήσεις για προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων, ώστε το ποσό να αβγατίσει και να προσεγγίσει τα 60 δισ. ευρώ. Όμως, το ζητούμενο δεν είναι απλά να αναπτυχθεί η οικονομία για λίγα χρόνια, π.χ. μέχρι και το 2026, αλλά να αποδειχθεί βιώσιμη μεσομακροπρόθεσμα. Κι εδώ ακριβώς μερικοί στην αγορά έχουν τις ενστάσεις τους.
Το ερώτημα γιατί αυτή τη φορά θα είναι διαφορετικά, σε μια χώρα που έχει δει μεγάλες κοινοτικές εισροές κεφαλαίων, π.χ. πακέτα Ντελόρ, Σαντέρ κ.λπ., να μην κάνουν τη διαφορά παραμένει. Μιλώντας την Παρασκευή στο Πρώτο Πρόγραμμα της ΕΡΤ, ο αναπληρωτής ΥΠΟΙΚ κ. Σκυλακάκης ανέφερε ότι η κινητοποίηση ιδιωτικών επενδύσεων και οι μεταρρυθμίσεις διαχωρίζουν αυτό το σχέδιο από τα προηγούμενα. Όμως, οι δύσπιστοι δεν μένουν εκεί. Για την ακρίβεια, θεωρούν ότι θα είναι επιτυχία αν το 70% των κοινοτικών πόρων του Ταμείου αξιοποιηθεί και το υπόλοιπο διαχυθεί στις τσέπες των επιτήδειων.
Η βασική ένστασή τους είναι η εξής: Ωραία όλα αυτά για πράσινη ανάπτυξη και ψηφιακή μετάβαση μέσω του Ταμείου Ανάπτυξης, αλλά τα ίδια περίπου θα κάνουν κι οι άλλες χώρες της ΕΕ, αφού τα χρήματα κατευθύνονται σε συγκεκριμένους τομείς. Σίγουρα, θα δώσουν ώθηση στον ρυθμό ανάπτυξης, θα φέρουν περισσότερες επενδύσεις για μερικά χρόνια και χρειάζονται στην Ελλάδα. Όμως, το ζητούμενο είναι να βοηθήσουν τη χώρα να αποκτήσει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε κάποιους κλάδους κι αυτό δεν το βλέπουν. Και μαζί τους δεν το βλέπουμε ούτε εμείς.