Ο Charles Ponzi ήταν Ιταλός μετανάστης που έφτασε στις ΗΠΑ στις αρχές του 20ού αιώνα με 2,5 δολάρια στη τσέπη και «1 εκατ. ελπίδες», όπως έλεγε. Εκείνη την εποχή, η χαρτοπαικτική ήταν στο φόρτε της και ο Ponzi ήταν ένας από εκείνους που έχασαν τα λεφτά τους. Αναζητώντας δουλειά, βρέθηκε στον Καναδά όπου δούλεψε για μια καναδέζικη τράπεζα. Εκεί ανακάλυψε ότι η τράπεζα πρόσφερε υψηλά επιτόκια επειδή προσέλκυε νέα κεφάλαια κι όχι από επενδύσεις με υψηλότερες αποδόσεις. Το 1919-1920 ίδρυσε τη δική του εταιρεία στη Βοστώνη και υποσχόταν αποδόσεις 45% σε όποιον τη δάνειζε για 45 μέρες και 100% για 90 μέρες. Ξεκίνησε λοιπόν πληρώνοντας τους πρώτους επενδυτές, με αποτέλεσμα να προσελκύει ολοένα και περισσότερους νέους. Το σχήμα κατέρρευσε όταν η εφημερίδα The Boston Globe άρχισε να αρθρογραφεί αποκαλύπτοντας τι γινόταν, με αποτέλεσμα πολλοί επενδυτές να σπεύσουν να πάρουν πίσω τα λεφτά τους και η πυραμίδα να καταρρεύσει. Ο Ponzi πήγε φυλακή αλλά οι επενδυτές πήραν πίσω μόλις τα 5 από τα 15 εκατ. δολάρια που είχαν δώσει.
Είναι η πυραμίδα ή Ponzi σχήμα όπως αποκαλείται διεθνώς. Μερικοί το χρησιμοποιούν για να περιγράψουν τις χρηματιστηριακές αγορές σήμερα καθώς πιστεύουν ότι επικρατεί η χρηματοοικονομική λογική Ponzi. Κοινώς, οι σπεκουλαδόρικες αγορές μετοχών που βασίζονται στην υπόθεση ότι οι εταιρείες θα βρουν κάποιο μαγικό τρόπο στο μέλλον να κλείσουν την τρύπα που δημιουργεί η υστέρηση των εκτιμώμενων εισροών έναντι των υποχρεώσεών τους. Σ’ ένα τέτοιο σχήμα, η αύξηση των μακροχρόνιων επιτοκίων και η μείωση των εταιρικών κερδών μπορεί να προκαλέσει κραχ. Ιδίως, αν αυτό συμβαίνει για μεγάλο χρονικό διάστημα και εκείνοι που επενδύουν α λα Ponzi κερδίζουν συνεχώς έδαφος. Για να αβγατίσει κάποιος σήμερα τα λεφτά του, θα πρέπει να πάρει υψηλό ρίσκο. Αν τα αφήσει στην τράπεζα, το επιτόκιο θα είναι σχεδόν μηδενικό. Αν τα βάλει σε έντοκα γραμμάτια των χωρών της ζώνης του ευρώ, θα είναι αρνητικό και σε ομόλογα από αρνητικό έως ελαφρώς θετικό.
Μπορεί να σπεκουλάρει στο οικοσύστημα των κρυπτονομισμάτων, αλλά η βασική επιλογή είναι συνήθως οι μετοχές. Οι διαφορές δεν είναι μικρές σε επίπεδο εταιρειών και χρηματιστηριακών αγορών. Εκεί, ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών πλησιάζει αλλά απέχει ακόμη από το υψηλό κλείσιμο των 942 μονάδων τον Ιανουάριο του 2020, πριν από την πανδημία. Αντίθετα, ο πανευρωπαϊκός δείκτης Stoxx-600 επανήλθε την προηγούμενη εβδομάδα στα επίπεδα που βρισκόταν πριν από την πανδημία. Ο αμερικανικός δείκτης S&P 500 είχε προηγηθεί αρκετούς μήνες νωρίτερα. Το ίδιο ισχύει αν αφαιρεθούν οι ιντερνετικές πλατφόρμες υψηλής τεχνολογίας FANG, π.χ. Facebook, Apple, από τον αμερικανικό δείκτη.
O Αμερικανός καθηγητής οικονομικών Hyman Minsky, του οποίου οι θεωρίες για τις χρηματοοικονομικές κρίσεις είχαν ξεχασθεί επί δεκαετίες αλλά επανήλθαν στο προσκήνιο με την κρίση του 2008, θα τρόμαζε με τη σημερινή κατάσταση στις αγορές. Κι αυτό γιατί παραπέμπει ευθέως στη «Στιγμή Minsky», δηλ. το χρονικό σημείο που η αλλαγή της ψυχολογίας οδηγεί στην κατάρρευση της αγοράς, μετά από μια παρατεταμένη περίοδο σπεκουλαδόρικης δραστηριότητας. O λόγος είναι η ανάληψη μεγάλου ρίσκου από τους συμμετέχοντες στις αγορές. Για τον Minsky, η σταθερότητα ενθαρρύνει την ανάληψη μεγαλύτερου ρίσκου, με αποτέλεσμα να προκαλείται αστάθεια.
Η αλήθεια είναι πως οι ταύροι στις αγορές μοιάζουν ασταμάτητοι σ’ αυτή τη φάση και όσοι πήγαν κόντρα στο ρεύμα έχασαν τους προηγούμενους μήνες και χρόνια. Όμως, οι πυραμίδες πάντοτε καταρρέουν με πάταγο. Απλά, δεν ξέρουμε πότε.