«Θα είναι μεγάλη επιτυχία, αν το 70% των χρημάτων (του Ταμείου Ανάκαμψης) γίνουν πραγματικές επενδύσεις...» μας τόνισε πρόσφατα άτομο εκτός Ελλάδος που έχει σφαιρική άποψη των τεκταινόμενων και των ελληνικών πρακτικών. Για μια ακόμη φορά, μας έφερε στο νου, το ερώτημα που ζητά απάντηση επί τη ευκαιρία των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση. Πόσο διαφορετική χώρα και κράτος θα είχαμε, αν δεν είχε δολοφονηθεί ο Ιωάννης Καποδίστριας; Αλλά αμέσως μετά τη μικρή παράκαμψη στη σκέψη, επιστρέψαμε στη σημερινή πραγματικότητα.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως τα λεφτά είναι πολλά. Κάπου 32 δισ. ευρώ είναι οι εξασφαλισμένοι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης, εκ των οποίων 19 δισ. σε επιχορηγήσεις και το υπόλοιπο ποσό σε δανεισμό. Σύμφωνα με τη χθεσινή τοποθέτηση του πρωθυπουργού κ. Μητσοτάκη, οι κάπου 160 δράσεις στο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης μπορούν να μοχλεύσουν ίδια κεφάλαια και δανεισμό του ιδιωτικού τομέα, κινητοποιώντας 57 δισ. ευρώ. Κάτι τέτοιο μπορεί να προσθέσει ακόμα 7 μονάδες στο ΑΕΠ σε ορίζοντα εξαετίας, πέρα και πάνω από τη φυσιολογική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, και να δημιουργήσει πρόσθετες 200.000 θέσεις εργασίας, ανέφερε ο ίδιος. Οι βασικοί πυλώνες είναι η ψηφιακή μετάβαση κράτους και επιχειρήσεων, η αύξηση της απασχόλησης, η ενίσχυση της υγείας, της παιδείας, της κοινωνικής συνοχής και η πράσινη οικονομία.
Αυτά είναι πολύ ωραία και μακάρι να γίνουν πράξη. Όμως, υπάρχουν πολλά ερωτήματα. Πρώτον, η δυσάρεστη εμπειρία με τα κοινοτικά προγράμματα εδώ και δεκαετίες, όπου τα φαινόμενα διαφθοράς δεν είναι λίγα. Η Ελλάδα δεν μπορεί να απορροφήσει κοινοτικά κονδύλια 20 δισ. ευρώ σε μια δεκαετία. Γιατί να πιστέψει κάποιος ότι θα απορροφήσει 32 δισ. ευρώ μέχρι το 2026 συν τα άλλα κεφάλαια από το ΕΣΠΑ;
Δεν είναι μυστικό ότι εντάσσονταν και χρηματοδοτούνταν έργα για να δείχνει η χώρα ότι αυξάνει την απορροφητικότητα των κοινοτικών κονδυλίων. Στη πράξη, γινόταν κατασπατάληση πόρων και κάποιοι εμπλεκόμενοι γίνονταν πλουσιότεροι. Η διαφορά είναι πως αυτή τη φορά, οι έξω είναι πιο υποψιασμένοι και θα είναι πιο αυστηροί -λένε- στις εγκρίσεις έργων με επιχορήγηση. Εμφανίζονται επίσης επιφυλακτικοί για την ικανότητα των ελληνικών τραπεζών να αξιολογούν επενδυτικά σχέδια. Από την άλλη πλευρά, γνωρίζουν ότι δεν μπορούν να εποπτεύουν τα πάντα.
Σε γενικές γραμμές, υπάρχει ένας προβληματισμός εντός κι εκτός τειχών, που έχει κοινό παρονομαστή: τη διαφθορά. Φυσικά, διαφθορά έχουν όλες οι χώρες, όμως είναι πιο έντονη σ’ εκείνες που δεν έχουν ισχυρούς θεσμούς.
Στην πιάτσα είναι γνωστό ότι υπάρχει κινητικότητα από πολλούς που βλέπουν τα λεφτά του Ταμείου Ανάκαμψης ως μια ακόμη ευκαιρία για να κάνουν την αρπαχτή, κατά το λαϊκό. Αν η ιστορία επαναληφθεί, οι μεγάλοι κερδισμένοι θα είναι αυτοί και ο μεγάλος χαμένος η Ελλάδα, ακόμη μια φορά. Θα είναι αυτή τη φορά διαφορετικά; Μακάρι. Όμως, δεν θα στοιχηματίζαμε.