Οι στίχοι ενός παλιού λαϊκού τραγουδιού έλεγαν «Μοδίστρες και κομμώτριες θα 'ρθούν να σε στολίσουν. Τα όργανα θα παίζουνε απόψε στη γιορτή σου...». Το θυμηθήκαμε ακούγοντας την προσωπική ιστορία ενός φίλου μικροεπιχειρηματία, που ήθελε να κουρευτεί μετά από ένα μεγάλο χρονικό διάστημα και την περιπέτεια που πέρασε, ευτυχώς ελαφριά, με την Covid-19.
Με τα κουρεία κλειστά, επικοινώνησε με τον κουρέα του για να μάθει πώς τα πάει και να του εκφράσει τη συμπάθειά του για τη ζημιά που είχε πάθει, έχοντας το μαγαζί κλειστό τόσο καιρό. Όμως, έκπληκτος άκουσε τον κουρέα να του λέει πως αυτή είναι η καλύτερη περίοδος για εκείνον. Γιατί; Το κράτος τού πλήρωνε δύο άλλα άτομα που απασχολούσε, του πλήρωνε το ενοίκιο ενώ έπαιρνε τη (μη) επιστρεπτέα προκαταβολή κ.λπ. όπως εξήγησε.
Επιπλέον, ο ίδιος συνέχιζε να κάνει την ίδια δουλειά, πηγαίνοντας σε σπίτια ή γραφεία πελατών. Προσφέρθηκε λοιπόν να έλθει στο γραφείο του επιχειρηματία στο κέντρο της Αθήνας για να τον κουρέψει. Ήλθε λοιπόν στο γραφείο με ένα μικρό βαλιτσάκι που είχε τα βασικά σύνεργα και τον κούρεψε. Γι’ αυτή την υπηρεσία τον χρέωσε 25 ευρώ χωρίς απόδειξη, έναντι 15 ευρώ με απόδειξη παλαιότερα που πήγαινε στο κουρείο του. «Τότε συνειδητοποίησα τι γίνεται με τους κουρείς και τις κομμώτριες και κατάλαβα τι γίνεται με όλους αυτούς στη Βουλή και στην κυβέρνηση που είναι κουρεμένοι. Γιατί τα μαλλιά μεγαλώνουν μετά από 3 εβδομάδες περίπου και τα κουρεία είναι κλειστά κάπου δύο μήνες», τόνισε, συμπεραίνοντας ότι πάνε σπίτια τους και τους κουρεύουν.
Το συγκεκριμένο παράδειγμα είναι χαρακτηριστικό ενός λανθασμένου μέτρου τόσο από υγειονομικής όσο και οικονομικής άποψης, που αναμένεται να διορθωθεί. Δυστυχώς, δεν είναι το μοναδικό.
Ολόκληροι κλάδοι που εμφανίζουν αύξηση τζίρου χαρακτηρίζονται πληττόμμενοι και απολαμβάνουν των ωφελειών, π.χ. πληρωμή των ασφαλιστικών εισφορών και εν μέρει των μισθών από τον προϋπολογισμό, μειωμένα ενοίκια κ.λπ. Αυτή τη στιγμή δεν μπορεί να επαληθευθεί ότι η μεγάλη πλειοψηφία των εταιρειών (με απλογραφικό) υποβάλλουν σωστά τα στοιχεία για τον τζίρο τους, με βάση τα οποία ζητάνε τη (μη) επιστρεπτέα προκαταβολή.
Είναι αλήθεια ότι όλες οι χώρες της ΕΕ έχουν αποδεχθεί ότι κάποια από τα λεφτά που δίνονται για τη στήριξη της οικονομίας εν μέσω πανδημίας θα πάνε στον βρόντο, δηλ. σε άτομα και επιχειρήσεις που δεν τα έχουν ανάγκη. Όμως, η Ελλάδα δεν έχει την ίδια δυνατότητα με άλλες χώρες που έχουν πολύ χαμηλότερο δημόσιο χρέος και διευρυμένη φορολογική βάση.
Η χώρα μας έχει το υψηλότερο δημόσιο χρέος ως προς το ΑΕΠ και μόλις το 23% περίπου των φορολογουμένων πληρώνει το 95% και πλέον των φόρων εισοδήματος, αν θυμόμαστε καλά. Θα πρέπει λοιπόν να είναι πιο προσεκτική στη διαχείριση των χρημάτων της πανδημίας. Αυτό σημαίνει πως θα πρέπει να διορθώνει τάχιστα τα όποια λάθη γίνονται, ενισχύοντας περισσότερο εκείνους που τα έχουν ανάγκη και λιγότερο ή καθόλου τους υπολοίπους. Όταν αυτό δεν συμβαίνει, οι συνεπείς πληρώνουν τον λογαριασμό και τείνουν να γίνουν ασυνεπείς, με αποτέλεσμα να χάνουν όλοι.