Οι καταθέσεις σημείωσαν αύξηση κατά τη διάρκεια της πανδημίας στην Ελλάδα και άλλες χώρες της ευρωζώνης το 2020, παρά την πολιτική αρνητικών επιτοκίων που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Η ανωτέρω πολιτική της ΕΚΤ συνεχίζει να διχάζει καθώς πολλοί τη βλέπουν ως επιπρόσθετο φόρο στους ηλικιωμένους αποταμιευτές των χωρών της ζώνης του ευρώ και ιδιαίτερα των πιστωτών όπως η Γερμανία, η Ολλανδία και η Αυστρία.
Εκείνο που ανησυχεί πολλούς είναι μήπως η μεταφορά των αρνητικών επιτοκίων στους πελάτες των τραπεζών οδηγήσει σε έξοδο των καταθέσεων. Σε μια τέτοια περίπτωση, θα υπονομευθεί η κερδοφορία των πιστωτικών ιδρυμάτων και η ικανότητά τους να δανείζουν, υποσκάπτοντας την αποτελεσματικότητα της γενικότερης πολιτικής της ΕΚΤ να στηρίξει τις οικονομίες των χωρών-μελών της ΟΝΕ.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι ανησυχίες έχουν βάση. Όμως, η αύξηση των καταθέσεων το 2020 διαψεύδει τους επικριτές, παρότι πολλά νοικοκυριά και επιχειρήσεις δεν είχαν πολλές επιλογές με τις διαδοχικές καραντίνες. Πάντως, τα τραπεζικά περιθώρια (margins) δεν συνιστούν υπαρξιακή απειλή ενώ δεν φαίνεται πως το βασικό επιτόκιο (Ο/Ν) της ΕΚΤ στο -0,5% δεν είναι κοντά σ’ εκείνο που θα προκαλούσε τραπεζικές εκροές. Επίσης, η ισχυροποίηση του ευρώ δείχνει ότι ίσως τα επιτόκια δεν είναι ακόμη πολύ χαμηλά.
Ως γνωστόν, η ανατίμηση του ευρώ ακυρώνει εν μέρει τα οφέλη της ώθησης στην οικονομία από τα μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα που εφαρμόζουν οι κυβερνήσεις για να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της πανδημίας. Αυτό σε συνδυασμό με τη μεγάλη ύφεση, δηλ. την πτώση του ονομαστικού ΑΕΠ, επιδεινώνει την κατάσταση στο μέτωπο του χρέους για το ορατό μέλλον.
Φυσικά, η ΕΚΤ έχει προσπαθήσει να αμβλύνει τις επιπτώσεις της πολιτικής των αρνητικών επιτοκίων που ακολουθεί, εισάγοντας ένα σύστημα δύο επιτοκίων (2-tier). Το επιτόκιο καταθέσεων λειτουργεί ως δάπεδο για τα επιτόκια στην αγορά. Αυτό μαζί με τα προγράμματα αγοράς τίτλων, όπως το PEPP, έχει βοηθήσει τα κράτη της ευρωζώνης να χρηματοδοτήσουν τις δαπάνες για την αντιμετώπιση της πανδημίας με πολύ χαμηλό κόστος.
Μερικοί θεωρούν ακόμη πιο σημαντικό γεγονός την επιχορήγηση των τραπεζών με αρνητικό επιτόκιο έως μια ποσοστιαία μονάδα για να δανεισθούν από την ΕΚΤ για 3 χρόνια. Οι τράπεζες θεωρούν ότι η συγκεκριμένη επιλογή που τους αποφέρει κέρδη λειτουργεί, μειώνοντας το κόστος δανεισμού για τους πελάτες τους και αυξάνοντας τον συνολικό δανεισμό, τροφοδοτώντας τη νομισματική επέκταση στην ΕΕ.
Για τους επικριτές, η πολιτική των αρνητικών επιτοκίων δεν τιμωρεί μόνο τους ηλικιωμένους αποταμιευτές. Δεν βοηθά επίσης την παραγωγικότητα και την αύξηση του πληθωρισμού. Όμως, για τους οπαδούς, η ανωτέρω πολιτική έχει βοηθήσει την ΕΚΤ να κινηθεί ταχύτερα, χωρίς να περιμένει τους πολιτικούς της ευρωζώνης να συμφωνήσουν πώς θα αντιμετωπίσουν την οικονομική κρίση. Για τους υπέρμαχους της πολιτικής είναι ο μεγάλος εξισωτής.