Η ιστορία που ακολουθεί είναι πραγματική.
Στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, επί κυβερνήσεως ΓΑΠ, μια δυναμική διευθύντρια σ’ ένα γνωστό δημόσιο νοσοκομείο της Αθήνας ανακάλυψε ότι το τελευταίο απασχολούσε 8 φύλακες. Άρχισε να το ψάχνει και πληροφορήθηκε ότι το νοσοκομείο είχε μερικές πύλες εισόδου-εξόδου στις οποίες υποτίθεται θα έπρεπε να απασχολούνται οι φύλακες. Όμως, όλες ήταν κλειστές εκτός από την κεντρική, από την οποία μπαινόβγαινε όλος ο κόσμος και τα αυτοκίνητα. Οι φύλακες πληρώνονταν κανονικά αλλά στην πραγματικότητα δεν δούλευαν όλοι κάθε μέρα. Δεν χρειαζόταν άλλωστε αφού οι πόρτες στις άλλες εισόδους ήταν μονίμως κλειστές. Έκπληκτη πληροφορήθηκε την πρόσληψη δύο ακόμη σεκιουριτάδων. Απευθύνθηκε λοιπόν στον πρόεδρο του νοσοκομείου και σε μια ακόμη υψηλόβαθμη αξιωματούχο, οι οποίοι της σύστησαν να σταματήσει να ασχολείται για να μην προκληθούν αντιδράσεις καθώς ένας από τους φύλακες ήταν συνδικαλιστής.
Η στήλη θα μπορούσε να αναφερθεί και σ’ άλλες περιπτώσεις, π.χ. οδηγός ασθενοφόρου σε δημόσιο ιατρείο που όμως δεν είχε ασθενοφόρο και περνούσε επί χρόνια τον καιρό του πληρωνόμενος στο μαγαζί της γυναίκας του.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν περιπτώσεις σε νοσοκομεία του ΕΣΥ όπου παρατηρούνται ελλείψεις. Κυρίως σε νοσηλεύτριες/ές, βοηθούς θαλάμων, τραυματιοφορείς, καθαρίστριες. Ελλείψεις που σε κάποιες περιπτώσεις συνδέονται π.χ. με την απροθυμία/αδυναμία νοσηλευτριών και άλλων άνω των 50 ετών να κάνουν κάποιες δουλειές. Ή, για να έλθουμε στη σημερινή περίοδο της πανδημίας, την απροθυμία γιατρών, διευθυντών να εργασθούν στις κλινικές Covid. Κι όμως, την ίδια στιγμή, κάποιοι ευσυνείδητοι συνάδελφοί τους γιατροί εργάζονται σκληρά στην ίδια κλινική, εξυπηρετώντας ακόμη και 10-20 ασθενείς με κορωνοϊό καθημερινά όπως κι άλλοι στις ΜΕΘ. Κι όμως, όλοι λαμβάνουν το επίδομα που πληρώνει ο προϋπολογισμός εις αναγνώριση των προσπαθειών τους ενώ δεν θα έπρεπε, αν υπήρχε αξιολόγηση όπως γίνεται σε ξένα ΕΣΥ.
Γιατί τα αναφέρουμε όλα αυτά; Γιατί η κατάσταση είναι πολυσύνθετη στο ΕΣΥ, που θα πρέπει να ενισχυθεί αλλά με ορθολογικό τρόπο. Η πολιτική των γενικευμένων επιδομάτων και προσλήψεων δεν είναι ούτε δίκαιη ούτε παραγωγική καθώς διαιωνίζει κακές νοοτροπίες και συμφέροντα εις βάρος του κοινωνικού συνόλου. Αν δεν υπάρχει ολοκληρωμένο σχέδιο αναδιάρθρωσης του ΕΣΥ, που θα εντοπίζει τις πραγματικές ανάγκες, θα δίνει κίνητρα και θα ανταμείβει τους ευσυνείδητους γιατρούς, νοσηλευτές κ.λπ. και όχι όλους, συμπεριλαμβανομένων των λουφαδόρων, τίποτα δεν μπορεί να γίνει.
Όμως, δεν είναι μόνο το ΕΣΥ που οι πολιτικές των μαζικών προσλήψεων και αδιάκριτων επιδομάτων προς όλους που υιοθετούν τα πολιτικά κόμματα εξουσίας είναι λανθασμένες. Το ίδιο μπορεί να ισχυρισθεί κανείς για τις ένοπλες δυνάμεις. Είναι τραγικό να δαπανά η χώρα τόσο πολλά για την εθνική της άμυνα κάθε χρόνο ως ποσοστό του ΑΕΠ, π.χ. 2.5%-3%, και να πηγαίνει ένα μικρό κομμάτι, μεταξύ 10%-15%, για εξοπλισμούς, όταν αντιμετωπίζει τέτοια σοβαρή απειλή από την Τουρκία. Κι όμως, αντί να περιορισθούν οι λειτουργικές δαπάνες με ταυτόχρονη αύξηση των εξοπλιστικών είτε προς την όποια εσωτερική στρατιωτική βιομηχανία είτε προς το εξωτερικό, τι βλέπουμε να ανακοινώνεται; Νέες χιλιάδες προσλήψεις επαγγελματιών οπλιτών στις ένοπλες δυνάμεις, που θα διογκώσουν ακόμη περισσότερο τις λειτουργικές δαπάνες και αύξηση του εξοπλιστικού προϋπολογισμού, που θα διογκώσει το χρέος. Κι αν το δεύτερο είναι αναπόφευκτο για λόγους αποτροπής, οι χιλιάδες προσλήψεις είναι ξεκάθαρα ψηφοθηρική πολιτική.
Δυστυχώς, τα τελευταία γεγονότα δείχνουν ότι το εγχώριο πολιτικό σύστημα εμμένει σε πρακτικές του παρελθόντος, π.χ. μαζικές προσλήψεις με επίκληση δικαιολογιών, σε μια εποχή που η τεχνολογία παίζει βασικό ρόλο. Όμως, κανένα κόμμα δεν θα πρότεινε τέτοιες πολιτικές, αν δεν ήταν πεπεισμένο ότι έχουν απήχηση σε μεγάλο μέρος του λαού και φέρνουν ψήφους.