Οι εποχές δεν είναι ίδιες, όμως κάποια γεγονότα, όσα χρόνια κι αν περάσουν, δύσκολα λησμονιούνται. Όπως το καλοκαίρι του 1974, που υπήρχε κενό εξουσίας στην Ουάσινγκτον καθώς ο τότε πρόεδρος Νίξον αποχωρούσε λόγω του σκανδάλου Γουότεργκεϊτ και ο τουρκικός Αττίλας έκανε εισβολή στην Κύπρο.
Όλα δείχνουν ότι ο Τζο Μπάιντεν θα κερδίσει με πολύ πιο δύσκολο τρόπο απ’ αυτόν που προέβλεπαν οι δημοσκοπήσεις, τους 270 εκλέκτορες που χρειάζονται για να εκλεγεί πρόεδρος των ΗΠΑ. Όμως, οι δικαστικές προσφυγές που προανήγγειλε ο Ντόναλντ Τραμπ βάζουν εμπόδια και δημιουργούν κάποιου είδους κενό εξουσίας στην Ουάσινγκτον, μέχρι το ξεκαθάρισμα της διαδικασίας που θα μπορούσε να κρατήσει εβδομάδες έως μήνες.
Το θέμα ενδιαφέρει πολύ την Αθήνα καθώς ο πρόεδρος Ερντογάν δεν έχει κρύψει τα σχέδιά του στην Ανατολική Μεσόγειο και η Τουρκία έχει δείξει πως καταλαβαίνει μόνο από επίδειξη δύναμης. Μια τέτοια επίδειξη ήταν η άφιξη του αμερικανικού αεροπλανοφόρου στην ευρύτερη περιοχή τον Αύγουστο, μεσούσης της ελληνοτουρκικής έντασης με το ερευνητικό πλοίο Oruc Reis. Επομένως, είναι λογικό να εκτιμά κάποιος πως το διάστημα που πρακτικά δεν θα υπάρχει ενεργός πρόεδρος στην Ουάσινγκτον προσφέρεται για δημιουργία τετελεσμένων γεγονότων. Πολύ περισσότερο, όταν ο μεν πρόεδρος Τραμπ θα είναι αδιάφορος και θα δίνει μάχη να παραμείνει στην εξουσία, ο δε Μπάιντεν θα είναι απασχολημένος με το θέμα των δικαστικών προσφυγών και της νέας κυβέρνησης.
Φυσικά, ορισμένοι στην Ουάσινγκτον επιχειρηματολογούν ότι η ανωτέρω συλλογιστική δεν είναι σωστή. Σύμφωνα με τους ίδιους, ο Ερντογάν δεν θα επιχειρήσει κάτι τολμηρό, π.χ. κοντά στο Καστελόριζο, όταν γνωρίζει ότι θα προκαλέσει τη μήνη του νέου πλανητάρχη, με τον οποίο δεν τα πάνε ήδη καλά. Οι ίδιοι τονίζουν ότι ο Τούρκος πρόεδρος γνωρίζει πως δεν είναι μόνο το επόμενο διάστημα αλλά και τα υπόλοιπα τέσσερα χρόνια που θα έχει να κάνει με τον Μπάιντεν, όπως όλα δείχνουν. Ιδίως, όταν ο Μπάιντεν δεν είναι θιασώτης του απομονωτισμού των ΗΠΑ και γνωρίζει πολύ καλά τα θέματα της περιοχής μας ως πρώην πρόεδρος της επιτροπής εξωτερικών σχέσεων της Γερουσίας.
Από την άλλη πλευρά, ο Ταγίπ Ερντογάν έχει δείξει επανειλημμένα πως θέλει οι ΗΠΑ και οι άλλοι να συμπεριφέρονται στην Τουρκία ως μεγάλη περιφερειακή δύναμη και να μην τη θεωρούν δεδομένη. Ας μην ξεχνάμε πως έχει αψηφήσει τις επιθυμίες των ΗΠΑ στο θέμα των ρωσικών πυραύλων S-400, τις προειδοποιήσεις της ΕΕ για επιβολή οικονομικών κυρώσεων για τις τουρκικές ενέργειες στην Κύπρο και την Ανατ. Μεσόγειο.
Φυσικά, σημαντικές κυρώσεις δεν έχουν επιβληθεί στην Τουρκία για να δοκιμασθούν οι θέσεις του κ. Ερντογάν. Μια φορά επιβλήθηκαν κυρώσεις σε τουρκικά προϊόντα χάλυβα και αλουμινίου από τις ΗΠΑ και οδήγησαν στην απελευθέρωση του Αμερικανού πάστορα.
Όποιος κι αν έχει δίκιο, ένα πράγμα είναι σίγουρο. Η Ελλάδα δεν θα πρέπει να εφησυχάζει.