Η ομαλή χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα, συμπεριλαμβανομένων των υγιών πολύ μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, κρίνεται απαραίτητη για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Στην Ελλάδα γίνεται μέσω των τραπεζών και ενίοτε των τοκογλύφων και ασφαλώς η χρηματοδότηση δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ικανοποιητική, όταν ζητάνε εμπράγματη ασφάλεια, π.χ. ακίνητο, πολύ μεγαλύτερης αξίας από το κεφάλαιο κίνησης που αιτείται ένας μικρός επιχειρηματίας.
Όπως είχαμε αναφέρει πιο παλιά, αυτό μοιάζει περισσότερο με ενεχυροδανειστήριο παρά με σύγχρονη τραπεζική. Στην ΕΕ προσπαθούν εδώ και πολλά χρόνια να ενθαρρύνουν εναλλακτικές μορφές χρηματοδότησης, χωρίς σημαντικά αποτελέσματα, σύμφωνα με τους επαΐοντες. Στην Ελλάδα, η κατάσταση είναι πολύ χειρότερη.
Η κυβέρνηση έχει φέρει ένα νέο νόμο στη Βουλή για να καλύψει το χρηματοδοτικό κενό που αντιμετωπίζουν πολύ μικρές εταιρείες, επειδή δεν έχουν πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισμό. Ο νέος νόμος «παρέχει τη δυνατότητα άντλησης κεφαλαίου έως είκοσι πέντε χιλιάδων (25.000) ευρώ και απευθύνεται (α) στις πολύ μικρές επιχειρήσεις, (β) στα φυσικά πρόσωπα για τη σύσταση πολύ μικρών επιχειρήσεων, (γ) στα φυσικά πρόσωπα που ασκούν ατομική επιχειρηματική δραστηριότητα, (δ) σε άτομα που θέλουν να εκπαιδευτούν ώστε να μπουν στον χώρο εργασίας καθώς και (ε) σε άτομα τα οποία ανήκουν σε ευάλωτες κοινωνικά ομάδες, που αμφότεροι είναι αποκλεισμένοι από τη συνήθη τραπεζική χρηματοδότηση, ιδίως λόγω αδυναμίας παροχής των εξασφαλίσεων που απαιτεί η τραπεζική ενωσιακή νομοθεσία».
Όμως, οι υποψήφιοι δανειολήπτες δεν θα πρέπει να έχουν αυταπάτες. Το επιτόκιο που θα κληθούν να πληρώσουν σε δάνειο χωρίς εμπράγματες εξασφαλίσεις θα είναι υψηλό.
Αν και το προφίλ του υποψήφιου δανειολήπτη παίζει καθοριστικό ρόλο, οι υποψήφιοι θα πρέπει να προετοιμάζονται για επιτόκια της τάξης του 8% και άνω. Κι αυτό γιατί οι εταιρείες που θα δίνουν τα δάνεια θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους αρκετούς παράγοντες. Από το κόστος απόκτησης των κεφαλαίων και το λειτουργικά κόστος, μέχρι την απόδοση των μετόχων τους και την πιθανότητα αθέτησης πληρωμής των τοκοχρεολυσίων. Το γεγονός ότι θα δίνουν δάνεια έως 25 χιλ. ευρώ σημαίνει πως θα οι εταιρείες πρέπει να δώσουν πολλά δάνεια, για να συγκεντρωθεί ένα σημαντικό συνολικό ποσό.
«Με 2-3 εκατ. ευρώ σε δάνεια, πώς θα πληρώνεις 4-5 υπαλλήλους, τα άλλα κόστη και να βγάλεις ένα μικρό κέρδος;» τόνισε άτομο που σκέφτεται να προχωρήσει με άλλον/άλλους στη δημιουργία μιας τέτοιας εταιρείας στο εξωτερικό. Κι αυτό γιατί θέλουν να αποφύγουν, αφενός, τον ελληνικό φόρο συγκέντρωσης κεφαλαίου 1% και αφετέρου, να παρακάμψουν την παρακράτηση 15% επί των τόκων των δανείων που θα δίνει η εταιρεία με βάση τη διακρατική συμφωνία. Από την άλλη πλευρά, τέτοιες εταιρείες δεν έχουν την επιβάρυνση των τραπεζών, με τις ρεζέρβες που πρέπει να βάζουν στην άκρη.
Φυσικά, παραμένουν κάποια ερωτήματα. Θα μπορούν οι συγκεκριμένοι δανειολήπτες να αφαιρούν τους τόκους από τα έσοδά τους; Θα σταματήσει να επιβάλλεται χαρτόσημο 3,6% επί των τόκων των δανείων που δίνουν οι εταιρείες, όπως ήδη γίνεται με τις τράπεζες;
Αναμφίβολα, η ελληνική οικονομία και κυρίως οι πολύ μικρές επιχειρήσεις χρειάζονται εναλλακτικές μορφές χρηματοδότησης. Όμως, οι μικροπιστώσεις δεν θα είναι φθηνές. Το επιτόκιο θα είναι υψηλό, όπως γίνεται ήδη στις πιστωτικές κάρτες και στα καταναλωτικά δάνεια.
Δεν θα πρέπει να υπάρχουν αυταπάτες.