Όσοι περιμένουν μειώσεις στη φορολογία της εργασίας το 2021 (π.χ. φόρος αλληλεγγύης), θα πρέπει να το ξεχάσουν. Οι λόγοι είναι απλοί όπως εξηγούμε πιο κάτω.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η πανδημία του κορωνοϊού σε συνδυασμό με τα μέτρα που ελήφθησαν για την αντιμετώπισή της έχουν μειώσει σημαντικά την οικονομική δραστηριότητα. Από την άλλη πλευρά, η απόφαση της ΕΕ να μην εφαρμόσει τους δημοσιονομικούς κανόνες το 2020 σημαίνει πως βγάζει από τη μέση το ένα από τα τρία εναπομείναντα χρόνια που η Ελλάδα θα έπρεπε να πιάσει τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ. Φυσικά, θα ήταν πολύ καλύτερα, αν η ελληνική οικονομία αναπτυσσόταν ταχέως, ο δημοσιονομικός στόχος επιτυγχάνετο, το χρέος ως προς το ΑΕΠ μειωνόταν και τα εισοδήματα μαζί με την απασχόληση αυξάνονταν.
Η Αθήνα ελπίζει βάσιμα πως οι εταίροι-δανειστές δεν θα ζητήσουν ούτε του χρόνου να επιτύχει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ. Αναμφίβολα, πολλά θα εξαρτηθούν από τις οικονομικές εξελίξεις στην Ελλάδα και στην ευρωζώνη το 2020 και τις προβλέψεις για την επόμενη χρονιά. Παρ' όλα αυτά, η Ελλάδα έχει βάσιμους λόγους να πιστεύει ότι η ΕΕ θα δείξει ελαστικότητα στην εφαρμογή των δημοσιονομικών κανόνων το 2021, π.χ. με την εξαίρεση κάποιων δαπανών, για να συμβάλει στην ανάκαμψη των οικονομιών.
Όμως, άλλο πράγμα είναι το πρωτογενές πλεόνασμα 1,5% του ΑΕΠ κι άλλο το απλά ισοσκελισμένο πρωτογενές ισοζύγιο του προϋπολογισμού. Δεν μιλάμε καν για 3,5% του ΑΕΠ. Εξηγούμαστε:
Το πρωτογενές έλλειμμα του προϋπολογισμού της Γενικής Κυβέρνησης αναμένεται να κυμανθεί κοντά στο 3% του ΑΕΠ ή 5,5 δισ. ευρώ φέτος, με βάση τα σημερινά δεδομένα. Τα έκτακτα δημοσιονομικά μέτρα ώθησης της οικονομίας λόγω κορωνοϊού, ύψους 9-10 δισ. ευρώ ή 5,5% του ΑΕΠ, έχουν ληφθεί υπόψη.
Υπό φυσιολογικές συνθήκες, το ανωτέρω έκτακτο πακέτο μέτρων δεν θα υφίσταται το 2021 και επομένως θα προκύψει ανάλογη εξοικονόμηση για τον προϋπολογισμό. Όμως, στη πραγματικότητα, η εξοικονόμηση θα είναι λογικά μικρότερη, π.χ. κάποιοι αναβαλλόμενοι φόροι του 2020 είτε δεν θα πληρωθούν είτε θα μετακυλιστούν στο μέλλον. Επομένως, είναι πιο ρεαλιστικό να περιμένει κάποιος την εξοικονόμηση ή την μη επανάληψη (αν προτιμάτε) δημοσιονομικών μέτρων ύψους 7 δισ. ευρώ.
Από την άλλη πλευρά, η αναμενόμενη μεγάλη μείωση των επιχειρηματικών κερδών σε συνδυασμό με τη μείωση των εισοδημάτων των φυσικών προσώπων το 2020 σημαίνει πως λιγότερα έσοδα θα εισπραχθούν το 2021. Πόσα; Οι ιθύνοντες περιμένουν να εισπράξουν 11,5 δισ. ευρώ φέτος (εισοδήματα του 2019) από τη φορολόγηση των φυσικών προσώπων, εκ των οποίων 1,5 δισ. περίπου από ελεύθερους επαγγελματίες. Επίσης, αναμένουν να εισπράξουν κάπου 4,5 δισ. ευρώ από τη φορολογία των νομικών προσώπων. Όμως, πιο πιθανό είναι να μειωθούν τα έσοδα από τα φυσικά πρόσωπα κατά 1,5 δισ. ευρώ και κατά 2,5 δισ. από τα νομικά πρόσωπα. Σωρευτικά, αυτό μεταφράζεται σε μείωση των εσόδων κατά 4 δισ. ευρώ περίπου το 2021. Επομένως, το καθαρό όφελος για τον προϋπολογισμό του 2021, αν από την εξοικονόμηση των 7 δισ. αφαιρεθεί η εκτιμώμενη απώλεια εσόδων ύψους 4 δισ., είναι 3 δισ. ευρώ περίπου.
Για να πάμε από πρωτογενές έλλειμμα 5,5 δισ. ευρώ το 2020 σε ισοσκελισμένο πρωτογενές ισοζύγιο, θα λείπουν κάπου 2,5 δισ. ευρώ μετά το καθαρό όφελος των 3 δισ. Αν μάλιστα οι δανειστές βάλουν στόχο για πλεόνασμα 1,5% του ΑΕΠ ή 2,8 δισ., θα λείπουν 5,3 δισ. ευρώ.
Συμπέρασμα; Η πρόκληση της μετάβασης σε ισοσκελισμένο πρωτογενές ισοζύγιο ή πρωτογενές πλεόνασμα 1,5% του ΑΕΠ το 2021 απαιτεί 2,5 και 5,3 δισ. αντίστοιχα. Μια ισχυρή ανάκαμψη της οικονομίας θα βοηθούσε στην άντληση περισσότερων εσόδων από τον ΦΠΑ (μπαλαντέρ). Ακόμη κι έτσι, ο καθένας μπορεί να αντιληφθεί ότι η επίτευξη των ανωτέρω ενδεχόμενων δημοσιονομικών στόχων συνιστά μεγάλη πρόκληση το 2021. Και ασφαλώς δεν μπορεί να περιλαμβάνει μείωση φόρων μεγάλης κλίμακας.