Το τουρκικό λόμπι μίλησε, το ελληνικό σίγησε και το εβραϊκό σφύριζε αδιάφορα. Η ανακοίνωση του αμερικανικού State Department για την πώληση των F16 στην Τουρκία έρχεται μετά από έντονη διαπραγμάτευση και πολλές υποχωρήσεις από πλευράς Ουάσιγκτον (και Αθήνας), ώστε ο T. Ερντογάν να δώσει το τελικό, πράσινο φως για την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ.
Η «ομηρία» της Σουηδίας κράτησε σχεδόν ένα χρόνο και απέφερε πολλά οφέλη στον πρόεδρο της Τουρκίας, μέσω βεβαίως της εντονότατης διπλωματίας και του τουρκικού λόμπι στην Ουάσιγκτον, που, κατά ορισμένους αναλυτές, έχει ξεπεράσει σε ισχύ και το εβραϊκό.
Τι ακριβώς πέτυχε η Τουρκία
Η Σουηδία δεσμεύτηκε να μην παρέχει υποστήριξη στις κουρδικές οργανώσεις YPG/PYD, στον οργανισμό FETO και στον Φετουλάχ Γκιουλέν, τον οποίο ο Ερντογάν κατηγορεί για την απόπειρα πραξικοπήματος εναντίον του το 2016.
Η Τουρκία απέσπασε οικονομικά ανταλλάγματα μέσω της συμφωνίας των δύο πλευρών για ενίσχυση της οικονομικής τους συνεργασίας και του διμερούς εμπορίου. Η Σουηδία δεσμεύεται να υποστηρίξει την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας στην ΕΕ, την αναθεώρηση της Τελωνειακής Ένωσης και την απελευθέρωση της βίζας.
Εκτός από τα κέρδη που απέσπασε από τη Σουηδία, η Τουρκία, με την απόφασή της, έδωσε στην αμερικανική κυβέρνηση ένα επιχείρημα προς το Κογκρέσο να άρει τις επιφυλάξεις του για την πώληση των F-16 στη χώρα.
Η Τουρκία κατάφερε να μην πάρει θέση στον πόλεμο κατά της Ουκρανίας και όχι μόνο αυτό, αλλά συνέχισε τις οικονομικές δοσοληψίες με τη Ρωσία, ενώ παράλληλα συνομιλούσε με τη Δύση για να παίξει τον ρόλο του διαμεσολαβητή. Έτσι δεν υπέστη καμία απολύτως κύρωση. Αντιθέτως μάλιστα.
Όσον αφορά στην Ουκρανία αλλά και τη Γάζα, όλοι οι εμπλεκόμενοι αξιωματούχοι Ανατολής και Δύσης περνούν από την Άγκυρα προκειμένου να ενημερώσουν ή να ακούσουν τον Ερντογάν.
Η ισχυρή θέση του στη διεθνή σκηνή αναδείχθηκε με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο, όταν ο Ερντογάν κατηγόρησε (και εξακολουθεί) το Ισραήλ για γενοκτονία των Παλαιστινίων στη Γάζα και ζήτησε τη δημιουργία δύο κρατών. Η αντίδραση του Ισραήλ -αλλά και του εβραϊκού λόμπι- δεν ήταν, σημειώνουν παρατηρητές, ανάλογης της τουρκικής «επίθεσης».
Το παρασκήνιο
Πληροφορίες θέλουν την ελληνική κυβέρνηση να διέρρεε εδώ και καιρό ότι υπολόγιζε στην ενεργοποίηση του εβραϊκού λόμπι στην Ουάσιγκτον, ώστε αυτό να πιέσει τον Λευκό Οίκο να μη δώσει τα F-16 στην Τουρκία, ως έμμεση απάντηση στη φιλο-παλαιστινιακή ρητορική του Ερντογάν.
Κάτι τέτοιο δεν έγινε.
Πολλοί αξιωματούχοι στην Ουάσιγκτον φαίνεται πως είχαν προειδοποιήσει την ελληνική κυβέρνηση ότι είναι ζήτημα χρόνου η πώληση του στρατιωτικού εξοπλισμού που ζητούσε η Τουρκία. Και κάπου εκεί άρχισε να ξεθωριάζει και το ελληνικό αφήγημα.
Ας θυμηθούμε την αρχική ρητορική της κυβέρνησης, όταν στις 17 Μαΐου το 2022 ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης, σε ομιλία του στο Αμερικανικό Κογκρέσο, ζήτησε από τα μέλη του Κογκρέσου να λάβουν πρώτα υπόψη την «επιθετικότητα και τον αναθεωρητισμό» της γείτονας χώρας, τις προκλητικές ενέργειες και τις υπερπτήσεις πάνω από τα ελληνικά νησιά, πριν αποφασίσουν την περαιτέρω πώληση πολεμικού εξοπλισμού.
«Παρακαλώ σημειώστε ότι το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται το ΝΑΤΟ σε μία εποχή που η προσοχή μας είναι στραμμένη στο να βοηθήσουμε τους Ουκρανούς να αντιμετωπίσουν τη ρωσική επιθετικότητα, το τελευταίο που χρειαζόμαστε είναι άλλη μία πηγή αστάθειας. Και σας ζητώ να το λάβετε υπόψη όταν θα πάρετε αποφάσεις για εξοπλισμούς», δήλωσε τότε ο πρωθυπουργός, χωρίς να αναφερθεί ονομαστικά στην Τουρκία.
Τότε τα περισσότερα ελληνικά μέσα ενημέρωσης είχαν ως πρώτη είδηση τα χειροκροτήματα που εισέπραξε η ομιλία του κ. Μητσοτάκη. Από την άλλη, έμπειροι διπλωμάτες προειδοποιούσαν για επιδερμικές αντιδράσεις και «προπετάσματα καπνού».
Εκείνη την εποχή, μερίδα του ελληνικού μιντιακού χώρου είχε δώσει ιδιαίτερη έμφαση στην παρουσία του γερουσιαστή Μπομπ Μενέντεζ που αρνείτο την εν λόγω πώληση στην Τουρκία.
Όμως, ως δια μαγείας, ο κ. Μενέντεζ τους τελευταίους μήνες κατηγορήθηκε για πολλά, από το ότι έγινε πληροφοριοδότης της Αιγύπτου μέχρι και για χρηματισμό από το Κατάρ. Όλα αυτά τον ανάγκασαν να κάνει πίσω και να μας δώσει να καταλάβουμε για άλλη μια φορά πως «ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη».
Αντικαταστάτης του γερουσιαστή Μενέντεζ στην προεδρία της επιτροπής εξωτερικών υποθέσεων ορίστηκε ο Μπεν Κάρντιν. Αμέσως η ελληνική κυβέρνηση διέρρευσε στα μέσα ενημέρωσης ότι ο νέος πρόεδρος θα κινηθεί στη λογική και τη γραμμή Μενέντεζ.
Οι διαρροές διαψεύστηκαν πριν από λίγες μέρες, όταν ο Κάρντιν, καλωσορίζοντας και επισήμως την επικύρωση της ένταξης της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, επεσήμανε ότι θα επιτρέψει τώρα την πώληση των μαχητικών αεροσκαφών F-16 στην Τουρκία.
Βέβαια, τόσο στρατηγικοί αναλυτές όσο και αξιωματούχοι στην Ουάσιγκτον έλεγαν εξαρχής ότι η πώληση των F-16 στην Τουρκία δεν περνάει μέσα από την Ελλάδα αλλά από άλλα, πιο φλέγοντα θέματα, όπως το βέτο στη Σουηδία για ένταξή της στο ΝΑΤΟ.
Ο γερουσιαστής Μενέντεζ, βέβαια, δήλωσε σε μέσα ενημέρωσης αλλά και σε ομιλία του στη Γερουσία ότι η δίωξή του έχει πολιτική χροιά και ότι αποπέμφθηκε ώστε να πουληθούν τα F-16 στην Τουρκία. Πολλοί έσπευσαν να τον στηρίξουν. Ανωνύμως, όμως, και ανεπισήμως.
Από την πλευρά του, ο Ερντογάν, όταν απομακρύνθηκε ο Μενέντεζ, δήλωσε με νόημα σε Τούρκους δημοσιογράφους ότι «τώρα θα πουληθούν τα F-16 πιο εύκολα».
Τι κάνει το ελληνικό λόμπι
Μιλώντας με πηγές από την Ουάσιγκτον, μας είπαν ότι η τουρκική διπλωματία για μια σειρά θεμάτων, συμπεριλαμβανομένων και των F16, δεν ήταν και τόσο μυστική και ότι ήταν εις γνώση της κυβέρνησης Μητσοτάκη, η οποία υποτίθεται έχει άριστες σχέσεις τόσο με τον Αμερικανό ΥΠΕΞ όσο και με το ελληνικό λόμπι στις ΗΠΑ.
Κατά τις ίδιες πηγές, το θέμα της πώλησης των μαχητικών αεροσκαφών στην Τουρκία διευκολύνθηκε και από την κοινή διακήρυξη φιλίας Ελλάδας - Τουρκίας, που ανακοινώθηκε τον Δεκέμβριο στην Αθήνα παρουσία Μητσοτάκη - Ερντογάν. Βέβαια τα όσα υπομνήματα φιλίας υπεγράφησαν, δεν αφορούσαν τα καυτά θέματα όπως ΑΟΖ, παραβιάσεις και κυπριακό. Αφορούσε χαμηλού ενδιαφέροντος θέματα στα οποία θα μπορούσαν να συμφωνήσουν οι δύο χώρες.
Εκ των υστέρων, αναλυτές σημειώνουν ότι αυτό ήταν μια τρανταχτή κίνηση ματ του Ερντογάν, που «πήρε αυτή τη διακήρυξη φιλίας και την εκμεταλλεύθηκε δεόντως», όπως σχολιάζει στρατιωτικός αναλυτής, σημειώνοντας παράλληλα ότι η Αθήνα δεν έπρεπε να αποδεχθεί τη σύνδεση πώλησης των F-35 με την πώληση των F-16 στην Τουρκία.
Το Μαξίμου, αντιλαμβανόμενο τα νέα δεδομένα -κάποιοι τα χαρακτηρίζουν ως «αυτογκόλ»-, άλλαξε ρητορική, χαμήλωσε τους τόνους και προετοίμασε για αυτό που έρχεται. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός, μιλώντας στον ΣΚΑΪ είπε ότι «η πάγια θέση (είναι ότι) δεν μπορούμε να επιβάλλουμε σε ΗΠΑ αν θα πουλήσουν όπλα στην Τουρκία, αλλά είναι σημαντικό και αυτονόητο να ακούγονται οι ανησυχίες της Ελλάδας, να εξασφαλίσουμε ότι όπλα δεν θα χρησιμοποιηθούν εναντίον νατοϊκών συμμάχων».
Κάποιος μπορεί να διερωτηθεί, εάν αυτό είναι πάγια θέση, τότε γιατί οι αυξημένες προσδοκίες και οι ρητορικές κορώνες περί σημαντικής νίκης της ελληνικής διπλωματίας τους τελευταίους 12 μήνες;
Η «κούφια επιστολή»
Αντιλαμβανόμενο το επικοινωνιακό (αλλά και διπλωματικό) πρόβλημα, το Μαξίμου, όπως μαθαίνουμε από πηγές στην Ουάσιγκτον, προσπάθησε να πιέσει ώστε να βγει δημόσια ανακοίνωση από το State Department με την υπογραφή Αντονι Μπλίνκεν, που θα συνόδευε την ανακοίνωση για την πώληση των F-16 στην Τουρκία και θα έλεγε ότι δεν θα χρησιμοποιηθούν σε βάρος άλλου νατοϊκού κράτους.
Κάτι τέτοιο δεν υπήρχε περίπτωση να γίνει.
Αντί αυτού ο κ. Μπλίνκεν, σύμφωνα με διαρροές στον τύπο, φέρεται πως έστειλε μια εμπιστευτική επιστολή σε τέσσερις αρμόδιες επιτροπές του Κογκρέσου, ότι «ο πρόγραμμα των F-16 θα σταματήσει, εάν πετάξουν πάνω από ελληνικά νησιά». Βέβαια τα ίδια μέσα ενημέρωσης έγραψαν επίσης ότι η επιστολή δεν θα γίνει γνωστή, ούτε θα ανακοινωθεί.
Ρωτήσαμε επ’ αυτού τις πηγές μας στην Ουάσιγκτον που ανταποκρίθηκαν ότι τέτοια επιστολή, εάν υπάρχει, μπορεί να θεωρηθεί μόνο ως «επεξηγηματική» και δεν είναι δεσμευτική σε ό,τι αφορά την Τουρκία. Βεβαίως, μετά απ’ όλα αυτά ήταν θέμα χρόνου ο Ερντογάν να γυρίσει στη ρητορική της γαλάζιας πατρίδας. Εν τω μεταξύ δε η αναπληρώτρια ΥΠΕΞ των ΗΠΑ Βικτόρια Νούλαντ έκλεισε το μάτι και για την προμήθεια F-35 από την Τουρκία, αν εγκαταλείψει τους S-400.