Η Ευρωπαϊκή Ένωση ανακοίνωσε την απόφασή της να παρατείνει έως τις 31 Μαρτίου 2025 την αναστολή των εξισορροπητικών δασμών για τα προϊόντα καταγωγής ΗΠΑ στο πλαίσιο της διαφοράς για τον χάλυβα και το αλουμίνιο.
Οι εξισορροπητικοί δασμοί της ΕΕ επί των εξαγωγών των ΗΠΑ, οι οποίοι εφαρμόστηκαν αρχικά κατά τη διάρκεια της προεδρίας Τραμπ, ήρθαν ως απάντηση στους δασμούς του «άρθρου 232» των ΗΠΑ για τον χάλυβα και το αλουμίνιο, αναφέρει ανακοίνωση της Κομισιόν.
Η παράταση αυτή είναι αποτέλεσμα συμφωνίας που επιτεύχθηκε με τις ΗΠΑ. Η ΕΕ παρατείνει την αναστολή των εξισορροπητικών δασμών ως αντάλλαγμα για το γεγονός ότι οι ΗΠΑ επέκτειναν την αναστολή των δασμών τους για τους ιστορικούς όγκους εμπορικών συναλλαγών που αντικατοπτρίζονται στο σύστημα δασμολογικών ποσοστώσεων (ΔΠ), το οποίο θεσπίστηκε τον Ιανουάριο του 2022. Επιπλέον, οι ΗΠΑ συμφώνησαν να προβλέψουν περαιτέρω εξαιρέσεις από τους δασμούς για τους εξαγωγείς της ΕΕ.
Η παράταση, η οποία δημοσιεύεται σήμερα στην Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ, θα έχει ως αποτέλεσμα οι εξαγωγείς χάλυβα και αλουμινίου της ΕΕ να εξοικονομούν περίπου 1,5 δισ. ευρώ σε δασμούς ετησίως. Οι ΗΠΑ πρέπει να ολοκληρώσουν τις δικές τους διαδικασίες για την επέκταση του συστήματος δασμολογικών ποσοστώσεων για τις εξαγωγές χάλυβα και αλουμινίου της ΕΕ από την 1η Ιανουαρίου 2024. Αυτή η παρατεταμένη αναστολή των δασμών παρέχει βεβαιότητα στις επιχειρήσεις και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, διευκολύνοντας την ομαλή ροή του εμπορίου.
Η ΕΕ θα συνεχίσει να συνεργάζεται εποικοδομητικά με τις ΗΠΑ για τη διατήρηση των νόμιμων δικαιωμάτων της και τη μόνιμη κατάργηση των δασμών που επέβαλαν οι ΗΠΑ στις εξαγωγές της ΕΕ δυνάμει του άρθρου 232.
Συνεχίζονται επίσης οι εργασίες μεταξύ της ΕΕ και των ΗΠΑ για την αντιμετώπιση της παγκόσμιας πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας και την απαλλαγή των τομέων του χάλυβα και του αλουμινίου από τις ανθρακούχες εκπομπές στο πλαίσιο των συζητήσεων για έναν παγκόσμιο διακανονισμό για βιώσιμο χάλυβα και αλουμίνιο (GSA).
Η αμοιβαία παράταση των δασμολογικών αναστολών παρέχει τον αναγκαίο χρόνο και χώρο πολιτικής για την επίτευξη συμφωνίας σχετικά με τα εναπομένοντα ζητήματα του GSA.