Παρά τον ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 5,2% που σημείωσε το τρίτο τρίμηνο η αμερικανική οικονομία, οι Financial Times δίνουν και μια άλλη εκδοχή της ίδιας πραγματικότητας: η οικονομία των ΗΠΑ συρρικνώθηκε με ετήσιο ρυθμό 30% μόνο τον Νοέμβριο! Και διευκρινίζουν ότι αυτός ο υπολογισμός είναι απόλυτα αληθινός, αλλά και ίσως όχι τόσο δίκαιος. Προκύπτει από τις επιδόσεις των ΗΠΑ για τον περασμένο μήνα, αλλά σε ευρώ και γουάν, με βάση τις ισοτιμίες της αγοράς. Στη συνέχεια, το αποτέλεσμα ετησιοποιήθηκε, με δεδομένο ότι η πτώση της αξίας του δολαρίου κινήθηκε στο 3% στη διάρκεια του μήνα.
Παράλογος τρόπος σύγκρισης οικονομιών, αλλά αρκετά μοντέρνος αν θυμηθούμε για παράδειγμα τον Mark Carney, πρώην διοικητή της Τράπεζας της Αγγλίας, ο οποίος είπε ότι πριν από το δημοψήφισμα για το Brexit η βρετανική οικονομία αντιστοιχούσε στο 90% του μεγέθους της γερμανικής και μειώθηκε στο 70% μέχρι τα τέλη του 2022. Αυτή η αλλαγή προκλήθηκε από τη σχετική πτώση της στερλίνας.
Αντίστοιχη αφετηρία έχει η θεωρία ότι το 2008 η ΕΕ είχε μεγαλύτερη οικονομία από την Αμερική, ενώ τώρα οι ΗΠΑ έχουν κατά ένα τρίτο μεγαλύτερο μέγεθος. Αυτό οφείλεται ακριβώς στην άνοδο του δολαρίου από χαμηλή βάση. Και πάει λέγοντας.
Υιοθετώντας αυτές τις κομματάκι αυθαίρετες συγκρίσεις συναλλαγματικών ισοτιμιών, πολλοί ειδησεογραφικοί οργανισμοί ανέφεραν ότι η Ιαπωνία θα χάσει τη θέση της ως η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο από τη Γερμανία φέτος.
Βασική προϋπόθεση για τις διεθνείς συγκρίσεις είναι τα εγχώρια και τα διεθνή δεδομένα να δίνουν παρόμοια αποτελέσματα. Αυτός είναι ο λόγος, όμως, για τον οποίο οι οικονομολόγοι επινόησαν τις συναλλαγματικές ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης, επιτρέποντας να γίνονται (ατελείς) συγκρίσεις με βάση τα αγαθά και τις υπηρεσίες που μπορεί να αγοράσει κανείς. Αυτό έχει σημασία ακόμη και για τη στρατιωτική ισχύ. Φερ' ειπείν, με γουάν χρηματοδότησε τον Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό η Κίνα, όχι με δολάρια.
Αν μετρηθούν με όρους αγοραστικής δύναμης (PPP), τα τελευταία στοιχεία του ΔΝΤ δείχνουν ότι το ΑΕΠ της Κίνας ξεπέρασε αυτό των ΗΠΑ την εποχή που ο Ντόναλντ Τραμπ «έκανε την Αμερική μεγάλη ξανά». Τώρα είναι 22% μεγαλύτερο. Και για του... παραλόγου το αληθές, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας της Κίνας, για παράδειγμα, ξεπέρασε την αντίστοιχη αμερικανική το 2010. Ενώ την περίοδο 2016-22, όταν η οικονομία της Κίνας υποτίθεται ότι δεν σημείωνε καμία πρόοδο σε σύγκριση με τις ΗΠΑ, η παραγωγή της αυξήθηκε κατά 45%, ενώ στην Αμερική ήταν γενικά σταθερή.
Παρηγορεί ωστόσο τόσο τις ΗΠΑ όσο και την Κίνα το να μην αναγνωρίζουν τη μεταβαλλόμενη αλλαγή της παγκόσμιας οικονομικής ισχύος. Όπως η Βρετανία έχασε την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία της στα τέλη του 19ου αιώνα αλλά εξακολουθεί να έχει αυταπάτες μεγαλείου, αντίστοιχα λειτουργεί και η αμερικανική εθελοτυφλία. Η Κίνα, πάλι, αποφεύγει έτσι τις ευθύνες της για την κλιματική αλλαγή, την ελάφρυνση του χρέους και άλλα τινά. Στην Ευρώπη βολεύονται αντίστοιχα όσοι τονίζουν μια αίσθηση υστέρησης και επιθυμούν οικονομικές μεταρρυθμίσεις.
Τελικά, όμως, οι κακές συγκρίσεις ενθαρρύνουν κακές αποφάσεις. Θα ήταν εύκολο για την οικονομία της ΕΕ να γίνει και πάλι η μεγαλύτερη στον κόσμο σε όρους συναλλαγματικών ισοτιμιών. Αρκεί απλώς η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι να αυξήσει τα επιτόκια μέχρι να ωθήσει το ευρώ στα όριά του. Θα ήταν μια αίσθηση υπεροχής πριν από τη μητέρα όλων των υφέσεων.