Η Fed παραμένει προσηλωμένη στη διπλή εντολή της για τη διατήρηση της σταθερότητας των τιμών και την επίτευξη πλήρους απασχόλησης, δήλωσε ο πρόεδρος της κεντρικής τράπεζας των ΗΠΑ, Τζερόμ Πάουελ.
Ο κ. Πάουελ τόνισε ότι η νομισματική πολιτική της Fed παραμένει περιοριστική, ενώ πρόσθεσε ότι ακόμα δεν έχει γίνει ορατός ο πλήρης αντίκτυπος των αυξήσεων επιτοκίων που έχουν γίνει από τον Μάρτιο του 2022. Σημείωσε, ωστόσο, ότι οι αξιωματούχοι δεν είναι πεπεισμένοι ότι η νομισματική πολιτική είναι αρκούντως περιοριστική.
Δεδομένης της σύσφιξης που έχει ήδη επιτευχθεί και της υπάρχουσας αβεβαιότητας η κεντρική τράπεζα θα προχωρήσει προσεκτικά, διευκρίνισε.
Οι αποφάσεις της Fed θα λαμβάνονται με βάση όλα τα διαθέσιμα δεδομένα και λαμβάνοντας υπόψη τα ρίσκα, πρόσθεσε.
Ο πρόεδρος της κεντρικής τράπεζας ανέφερε ακόμα ότι η αμερικανική οικονομία έχει αναπτυχθεί με ρυθμό αρκετά υψηλότερο από ό,τι προβλεπόταν.
Ο ίδιος σημείωσε πως η Fed παρακολουθεί προσεκτικά τα τελευταία οικονομικά δεδομένα που δείχνουν ότι η οικονομία είναι εξαιρετικά ανθεκτική. Αυτό μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την πραγματοποίηση περαιτέρω προόδου στη μάχη κατά του πληθωρισμού και να απαιτήσει περαιτέρω αυξήσεις επιτοκίων.
Όσον αφορά τη συνεδρίαση του Δεκεμβρίου, ξεκαθάρισε ότι οι αξιωματούχοι της κεντρικής τράπεζας δεν έχουν λάβει ακόμα απόφαση για τα επιτόκια.
Διευκρίνισε πάντως ότι το ερώτημα για τη Fed δεν είναι αν θα προχωρήσει σε μείωση επιτοκίων αλλά αν θα αφήσει τα επιτόκια αμετάβλητα ή θα προβεί σε νέες αυξήσεις.
Ο κ. Πάουελ υπογράμμισε ότι ο πληθωρισμός έχει επιβραδυνθεί αλλά παραμένει αρκετά πάνω από τον στόχο. Μερικοί μήνες θετικών στοιχείων για τον πληθωρισμό «είναι μόνο η αρχή αυτού που θα χρειαστεί», τόνισε, λέγοντας ότι ακόμα υπάρχει πολύ δρόμος μέχρι τη μείωση του πληθωρισμού στο 2%.
Όσον αφορά την άνοδο των αποδόσεων των ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου και το κατά πόσον μπορεί να λειτουργεί ως μια έμμεση αύξηση επιτοκίων, ο κ. Πάουελ σημείωσε ότι υπάρχει σημαντική σύσφιξη στις χρηματοοικονομικές συνθήκες και ότι με την πάροδο του χρόνου αυτό θα έχει αντίκτυπο, αλλά η κεντρική τράπεζα δεν μπορεί να γνωρίζει πόσο γρήγορα θα γίνει αισθητός. «Είναι δύσκολο να πούμε σε πόσες αυξήσεις επιτοκίων μεταφράζονται οι πιο σφιχτές χρηματοοικονομικές συνθήκες» τόνισε.