Οι αμερικανικές εταιρείες που δεν έχουν αξιολόγηση επενδυτικής βαθμίδας («σκουπίδια») αντιμετωπίζουν αυξημένους κινδύνους αναχρηματοδότησης και αθέτησης υποχρεώσεων σε περιβάλλον υψηλότερων επιτοκίων μακράς διάρκειας και σε συνθήκες περιορισμένης πρόσβασης στην πιστωτική αγορά, σύμφωνα με τη Moody's.
Οι εταιρίες με αξιολόγηση «σκουπίδια» έχουν χρέος 1,87 τρισ. δολαρίων που λήγει μεταξύ 2024 και 2028, σύμφωνα με νέα έκθεση του οίκου αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας. Πρόκειται για άλμα 27% σε σύγκριση με τα 1,47 τρισ. δολάρια που προβλέπονταν μεταξύ 2023 και 2027 στην περυσινή μελέτη, σύμφωνα με αναλυτές όπως ο Botir Sharipov.
«Η αύξηση – αντανακλώντας υψηλότερες ωριμάνσεις για ανανεούμενες πιστωτικές διευκολύνσεις, δάνεια και ομόλογα – έρχεται εν μέσω ασθενών μακροοικονομικών και πιστωτικών συνθηκών, αυξάνοντας τον κίνδυνο αναχρηματοδότησης και αθέτησης πληρωμών των εταιρειών», σημειώνουν οι αναλυτές.
Κύμα χρεοκοπίας μεταξύ των δανειοληπτών junk έχει προκαλέσει ανησυχία για αναλυτές και επενδυτές, μετά το ξεκίνημα του επιθετικού κύκλου αύξησης επιτοκίων από τη Fed πέρυσι, που μετρά 11 αυξήσεις μέχρι στιγμής. Η Moody's αναμένει ότι το ποσοστό αθέτησης στην κατηγορία θα κορυφωθεί στο 5,6% τον Ιανουάριο του 2024, πριν υποχωρήσει στο 4,6% τον Αύγουστο.
Οι εταιρείες με βαθμολογία B2 και κάτω - δηλαδή πέντε ή περισσότερες βαθμίδες εντός της κατηγορίας σκουπιδιών - θα πρέπει να αντιμετωπίσουν χρέος 206 δισ. δολαρίων που θα λήξει το 2024 και το 2025, δείχνουν τα στοιχεία της Moody's. Αυτός ο αριθμός διογκώνεται σε περίπου 1,1 τρισ. δολάρια κατά την περίοδο 2024-2028.
Οι εταιρείες με βαθμολογίες B3 και B2, αρκετές από τις οποίες ανήκουν σε private equity, δυσκολεύτηκαν να αναχρηματοδοτήσουν το υφιστάμενο χρέος, καθώς και να εκδώσουν νέο χρέος προς τα τέλη του 2022 και κατά τη διάρκεια του 2023, σύμφωνα με τη Moody's. «Το υψηλότερο κόστος δανεισμού, η επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης και τα αυστηρότερα πρότυπα δανεισμού καθιστούν αυτήν την ομάδα ιδιαίτερα ευάλωτη σε υποβαθμίσεις, αναδιαρθρώσεις και προβληματικές συναλλαγές», αναφέρεται στην έκθεση.
Αυτοί οι δανειολήπτες θα μπορούσαν να στραφούν στην ιδιωτική αγορά χρέους, γράφουν οι αναλυτές. «Οι εταιρείες καταφεύγουν επίσης σε στρατηγικές όπως η επέκταση δανείων ή η έκδοση νέου χρέους με τόκους σε είδος, συχνά με επαχθή επιτόκια που αυξάνουν το χρέος και τον μελλοντικό κίνδυνο αθέτησης πληρωμών», προσθέτουν.
Ο οίκος αξιολόγησης βλέπει, επίσης, προκλήσεις για «εταιρείες με αξιολόγηση Caa και κάτω, που πιθανότατα θα δυσκολευτούν να αναχρηματοδοτήσουν τις ωριμάνσεις με επιτόκιο που θα άντεχαν οικονομικά», σημείωσαν οι αναλυτές.
Το χρέος που εκδόθηκε απ' αυτές τις εταιρείες αποτελεί το 19% των λήξεων το 2024 και το 2025, από 16% που οφειλόταν το 2023 και 2024, σύμφωνα με τη Moody's.