Η άνοδος του κόστους δανεισμού δεν έχει προκαλέσει δυσλειτουργία στις χρηματοπιστωτικές αγορές των ΗΠΑ, δήλωσε η υπουργός Οικονομικών Τζάνετ Γέλεν, δίνοντας αισιόδοξο τόνο όσον αφορά την ικανότητα των τραπεζών, των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών να αντιμετωπίσουν τα υψηλότερα επιτόκια.
Μιλώντας στην έναρξη των ετήσιων συνεδριάσεων του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας στο Μαρακές, η Γέλεν απέρριψε τις ανησυχίες από το χτύπημα στην αγορά 25 τρισ. δολ. των κρατικών ομολόγων, που ώθησε την απόδοση του 10ετούς στο υψηλότερο επίπεδο από το 2007 και παρέσυρε το κόστος δανεισμού σε άλλες χώρες.
«Δεν έχω δει κανένα στοιχείο δυσλειτουργίας που να συνδέεται με την αύξηση επιτοκίων», είπε στους Financial Times. «Όταν τα επιτόκια είναι πιο ευμετάβλητα, μερικές φορές βλέπεις κάποια επίδραση στη λειτουργία της αγοράς, είναι αναμενόμενο».
Πρόσθεσε, ωστόσο, ότι δεν έχει υπόψη της «τίποτα ιδιαίτερα ασυνήθιστο».
Το sell off ενισχύθηκε την Παρασκευή, μετά τη δημοσίευση της τελευταίας έκθεσης για τις θέσεις εργασίας, η οποία έδειξε σημαντικά υψηλότερα από τα αναμενόμενα μηνιαία ποσά μισθοδοσίας. Περισσότερες από 330.000 θέσεις προστέθηκαν τον Σεπτέμβριο, περίπου διπλάσιες από τις προσδοκίες των οικονομολόγων, σπέρνοντας την ανησυχία ότι η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου διατηρεί υπερβολική δυναμική, ώστε να τιθασευτεί πλήρως ο πληθωρισμός.
Η Γέλεν περιέγραψε την έκθεση για τις θέσεις εργασίας ως «εντυπωσιακή». Η ανάπτυξη είναι «θετική», πρόσθεσε, δείχνοντας «περισσότερους ανθρώπους που θέλουν να βρουν δουλειά».
Παρά την αύξηση των προσλήψεων τον Σεπτέμβριο, η οποία ακολούθησε μήνες μετριοπάθειας, η αύξηση των μισθών συνέχισε να επιβραδύνεται και η συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό -δηλαδή ο αριθμός των Αμερικανών που είτε απασχολούνται είτε αναζητούν εργασία- σταθεροποιήθηκε γύρω από το επίπεδο πριν από την πανδημία.
«Είναι συνεπής με μια πορεία στην οποία, συνολικά, δεν φαίνεται περισσότερη στενότητα στην αγορά εργασίας», είπε, σημειώνοντας ότι ο βασικός πληθωρισμός, από τον οποίο αφαιρούνται οι ασταθείς τιμές των τροφίμων και της ενέργειας, «συμπεριφέρθηκε πολύ καλά».
«Πρόβλημα θα μπορούσε να είναι η υπερθέρμανση της αγοράς εργασίας, κάτι που δεν διαφαίνεται», πρόσθεσε.
Η Fed δήλωσε ότι η αγορά εργασίας θα πρέπει να μαλακώσει προκειμένου να μειωθούν οι πιέσεις στις τιμές. Ωστόσο, υποστήριξε ότι θα μπορούσε να αποφευχθεί μια επώδυνη ύφεση, παρόλο που στην τελευταία συνεδρίασή της τον Σεπτέμβριο δεσμεύτηκε εκ νέου σχετικά με την ανάγκη διατήρησης των επιτοκίων σε υψηλά επίπεδα για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Η υπουργός Οικονομικών δεν συμμερίζεται τις ανησυχίες ότι οι τράπεζες θα μπορούσαν να υποστούν επανάληψη της αναταραχής που δοκίμασαν προ μηνών, ως απόρροια απότομης ανόδου του κόστους δανεισμού.
Οι αποδυναμωμένες τράπεζες έλαβαν μέτρα για να αντιμετωπίσουν τα τρωτά τους, είπε, όπως με την εξομάλυνση των ανασφάλιστων καταθέσεων. Η πιστωτική ποιότητα στο σύνολό της ήταν «πολύ σταθερή», είπε.
«Η αύξηση του ποσοστού από μόνη της δεν είναι προφανές ότι ασκεί τεράστια πίεση στα νοικοκυριά ή στις επιχειρήσεις», είπε.
Στις διεξαγόμενες ετήσιες συνεδριάσεις Παγκόσμιας Τράπεζας και του ΔΝΤ, η Αμερικανίδα υπουργός Οικονομικών αναμένεται να επικεντρωθεί στις προσπάθειες για ενίσχυση της οικονομικής δύναμης πυρός των δύο οργανισμών. Στόχος των ΗΠΑ να αυξήσουν τη στήριξη στις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες, να αντιμετωπίσουν την κλιματική αλλαγή πιο άμεσα και να αντιμετωπίσουν την αυξανόμενη διεθνή επιρροή της Κίνας, γράφουν οι Financial Times.
«Πιστεύουμε ότι η φόρμουλα πρέπει να επανεξεταστεί», είπε για το σύστημα ποσοστώσεων του ΔΝΤ, στο οποίο οι ΗΠΑ είναι ο μεγαλύτερος μέτοχος και η Κίνα, παρόλο που είναι η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, διατηρείται τρίτη, πίσω από την Ιαπωνία.