Οι συνεντεύξεις τύπου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας επηρεάζουν τις χρηματοπιστωτικές αγορές περισσότερο από αυτές της Fed, σύμφωνα με έναν δείκτη που δημιούργησε η ΕΚΤ.
Η ικανότητα καθοδήγησης των προσδοκιών των επενδυτών προς την επιθυμητή κατεύθυνση είναι ένα ζωτικό εργαλείο πολιτικής για μια κεντρική τράπεζα, επομένως τα ευρήματα του δείκτη της ΕΚΤ είναι πιθανό να προσελκύσουν το ενδιαφέρον τόσο από τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής όσο και από τους συμμετέχοντες στην αγορά.
Η ΕΚΤ ανακοίνωσε τη δημιουργία του δείκτη σε blog την Τετάρτη, λέγοντας ότι οι συνεντεύξεις τύπου της «επηρέασαν τις αγορές πέρα από τον άμεσο αντίκτυπο των αποφάσεων», με βάση τις κινήσεις στα διατραπεζικά επιτόκια ανταλλαγής ενός έτους.
«Αυτό που λένε οι κεντρικές τράπεζες μπορεί να επηρεάσει τις τιμές στις χρηματοoικονομικές αγορές και, τελικά, τον τρόπο με τον οποίο εξελίσσεται η οικονομία» δήλωσε το επιτελείο της ΕΚΤ. Διαπίστωσε ότι οι οκτώ συνεντεύξεις τύπου μετά την έναρξη των αυξήσεων των επιτοκίων της τον Ιούλιο του 2022 είχαν ως επί το πλείστον μετακινήσει τις αγορές προς την επιθυμητή κατεύθυνση.
Όπως μεταδίδουν οι Financial Times, τα αποτελέσματα ήταν διαφορετικά για τη Fed. Η ΕΚΤ μέτρησε ότι η αλλαγή του τόνου στις συνεντεύξεις τύπου του Τζερόμ Πάουελ δεν οδηγούσε σε αντίστοιχες κινήσεις στα βραχυπρόθεσμα επιτόκια.
Η Fed αρνήθηκε να σχολιάσει. Ωστόσο, η ΕΚΤ έδωσε μια πιθανή εξήγηση, λέγοντας ότι οι αγορές μπορεί να ανταποκριθούν σε «άλλες πηγές πληροφοριών που δεν καταγράφηκαν άμεσα από τη συνέντευξη Τύπου», όπως ο πίνακας προβλέψεων των επιτοκίων από τους αξιωματούχους της Fed η οποία δημοσιεύεται μετά από τις συνεδριάσεις της FOMC.