Αυξάνονται οι εντάσεις μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου μετά την ανακοίνωση της Κίνας ότι τα προϊόντα που κατασκευάζονται από την αμερικανική εταιρεία κατασκευής μικροτσίπ Micron Technology δεν πέρασαν τις «εξετάσεις» στο πεδίο της κυβερνοασφάλειας.
Η κυβέρνηση της Κίνας ανακοίνωσε στους χρήστες ευαίσθητου εξοπλισμού υπολογιστών ότι πρέπει να σταματήσουν να αγοράζουν προϊόντα από τη Micron, τη μεγαλύτερη αμερικανική εταιρεία κατασκευής τσιπ μνήμης.
Η Micron, λέει η Κίνα, «κόπηκε» στην αξιολόγηση ασφάλειας δικτύου που ανακοινώθηκε ότι θα διενεργηθεί τον περασμένο μήνα, πράγμα που σημαίνει ότι οι χειριστές βασικών υποδομών απαγορεύεται πλέον να κάνουν αγορές από την εταιρεία.
Ανακοινώνοντας την κίνηση, η Κινεζική Αρχή για τον Κυβερνοχώρο (CAC) δήλωσε: «Η έκθεση διαπίστωσε ότι τα προϊόντα της Micron έχουν σοβαρούς κινδύνους για την ασφάλεια δικτύου, οι οποίοι συνεπάγονται σημαντικούς κινδύνους για την εφοδιαστική αλυσίδα στην υποδομή ζωτικών πληροφοριών της Κίνας, επηρεάζοντας την εθνική ασφάλεια».
Η απόφαση θα μπορούσε να περιλαμβάνει τομείς που κυμαίνονται από τις τηλεπικοινωνίες έως τις μεταφορές και τη χρηματοδότηση, σύμφωνα με τον ευρύ ορισμό της Κίνας για τις υποδομές πληροφοριών ζωτικής σημασίας, μεταδίδει ο Guardian.
Η Micron, με έδρα της στο Boise του Αϊντάχο, κατασκευάζει προϊόντα όπως μικροτσίπ, φλας μνήμης και σκληρούς δίσκους, μέσω των εμπορικών σημάτων Crucial, Ballistix Gaming και SpecTek.
Οι μετοχές της Micron υποχώρησαν 5% στο ξεκίνημα της διαπραγμάτευσης στη Wall Street, σημαίνοντας τη μεγαλύτερη πτώση στον S&P 500, ενώ έχουν απολέσει πάνω από 30% μέχρι στιγμής φέτος.
Αντίθετα, οι μετοχές ορισμένων ανταγωνιστριών στον τομέα κατασκευής μικροτσίπ αυξήθηκαν.
Εκπρόσωπος του Υπουργείου Εμπορίου των ΗΠΑ επέκρινε την κίνηση της Κίνας, λέγοντας: «Είμαστε σθεναρά αντίθετοι σε περιορισμούς που δεν έχουν καμία βάση στην πραγματικότητα. Αυτή η ενέργεια, μαζί με πρόσφατες επιθέσεις εναντίον άλλων αμερικανικών εταιρειών, δεν συνάδουν με τους ισχυρισμούς της Κίνας ότι ανοίγει τις αγορές της και δεσμεύεται σ' ένα διαφανές ρυθμιστικό πλαίσιο».
Η κίνηση κλιμακώνει τη συνεχιζόμενη διαμάχη ΗΠΑ-Κίνας σχετικά με την τεχνολογία και την ασφάλεια. Τον περασμένο Νοέμβριο, η κυβέρνηση Μπάιντεν απαγόρευσε τις εγκρίσεις σε νέο τηλεπικοινωνιακό εξοπλισμό από την κινεζική Huawei και την ZTE, λέγοντας ότι συνιστούν «μη αποδεκτό κίνδυνο» για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ.
Η Ουάσιγκτον έχει ήδη βάλει στη μαύρη λίστα κινεζικές εταιρείες τεχνολογίας, έχει αποκλείσει τη ροή εξελιγμένων επεξεργαστών και απαγορεύει στους πολίτες της να παρέχουν βοήθεια στην κινεζική βιομηχανία τσιπ. Οι κατασκευαστές μικροτσίπ των ΗΠΑ εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την Κίνα. Ωστόσο, σύμφωνα με το Bloomberg, η Micron έχει μικρότερη έκθεση στην κινεζική αγορά σε σχέση με ανταγωνίστριές της.
Η κινεζική απαγόρευση της Micron ήρθε καθώς οι ηγέτες της G7, που συναντήθηκαν στη Χιροσίμα το περασμένο Σαββατοκύριακο, ανακοίνωσαν ότι επιθυμούν να μειώσουν τον κινεζικό κίνδυνο και όχι να αποκοπούν από την αγορά της.
Ο Τζο Μπάιντεν εξήγησε: «Αυτό σημαίνει λήψη μέτρων για τη διαφοροποίηση των εφοδιαστικών αλυσίδων μας».
Ο Ρίσι Σούνακ προχώρησε παραπέρα, λέγοντας ότι η Κίνα αποτελεί τη μεγαλύτερη πρόκληση για την παγκόσμια ασφάλεια και ευημερία στην εποχή μας.
Ο Βρετανός πρωθυπουργός προειδοποίησε ότι η Κίνα έχει «τα μέσα και την πρόθεση να αναδιαμορφώσει την παγκόσμια τάξη» και ότι οι ηγέτες της G7 έδειξαν «ενότητα και αποφασιστικότητα» στην αντιμετώπιση των προβλημάτων που θέτει το Πεκίνο.