Στα χέρια των ρυθμιστικών αρχών πέρασε η αμερικανική τράπεζα First Republic και στη συνέχεια θα πουληθεί στη JP Morgan, αφού οι προσπάθειες διάσωσης απέτυχαν να αποκαταστήσουν τη ζημιά που είχε προκληθεί από λανθασμένες επενδύσεις.
Οπως μεταδίδει το Bloomberg, η JP Morgan θα αναλάβει όλες τις καταθέσεις, συμπεριλαμβανομένων όλων των ανασφάλιστων καταθέσεων, και ουσιαστικά όλων των περιουσιακών στοιχείων της First Republic, σύμφωνα με την Υπηρεσία Οικονομικής Προστασίας και Καινοτομίας της Καλιφόρνιας (DFPI).
Σύμφωνα με τους Financial Times, η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Εγγύησης Καταθέσεων (Federal Deposit Insurance Corporation - FDIC) και οι ρυθμιστικές αρχές της Καλιφόρνια, που ανακοίνωσαν τη συμφωνία νωρίς το πρωί της Δευτέρας, δήλωσαν ότι πουλούν όλα τα 93,5 δισ. δολάρια των καταθέσεων της και το μεγαλύτερο μέρος των περιουσιακών στοιχείων της - συμπεριλαμβανομένων περίπου 173 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε δάνεια και 30 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε τίτλους - στην JP Morgan.
Ως μέρος της συμφωνίας, η FDIC θα μοιραστεί τις ζημίες με την JP Morgan από τα δάνεια της First Republic. Ο Οργανισμός εκτίμησε ότι το ασφαλιστικό του ταμείο θα έχει χτύπημα 13 δισ. δολάρια, ενώ η JP Morgan είπε επίσης ότι θα λάβει 50 δισ. δολάρια σε χρηματοδότηση από την FDIC.
Η συμφωνία σημαίνει ότι όλοι οι καταθέτες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που υπερβαίνουν το ασφαλιστικό όριο των 250.000 δολαρίων, θα διατηρήσουν πρόσβαση στα χρήματά τους.
H μετοχή της JP Morgan ενισχύεται 3,2% στις προσυνεδριακές συναλλαγές της Wall Street.
Τρεις από τις τέσσερις μεγαλύτερες χρεοκοπίες αμερικανικών τραπεζών σημειώθηκαν τους τελευταίους δύο μήνες. Η First Republic, με περιουσιακά στοιχεία περίπου 233 δισ. δολαρίων στο τέλος του πρώτου τριμήνου, βρίσκεται ακριβώς πίσω από την κατάρρευση της Washington Mutual το 2008. Την πρώτη τετράδα συμπληρώνουν η Silicon Valley Bank και η Signature Bank.
Οπως σημειώνει η Wall Street Journal, τόσο η First Republic όσο και η Washington Mutual ανήκουν πλέον ουσιαστικά στην JP Morgan. Η μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας, είναι γνωστό ότι παρεμβαίνει κατά τη διάρκεια τραπεζικών κρίσεων. Ο Διευθύνων Σύμβουλος της JP Morgan, Τζέιμι Ντάιμον, ήταν καθοριστικός παράγοντας στις προηγούμενες προσπάθειες για τη διάσωση της First Republic. «Η κυβέρνησή μας, μας κάλεσε,όπως κι άλλους, να επιταχύνουμε τις διαδικασίες και το κάναμε», δήλωσε σήμερα.
Τα 84 υποκαταστήματα της First Republic θα ανοίξουν ξανά ως μέρος της JP Morgan σήμερα Δευτέρα κατά τις κανονικές εργάσιμες ώρες και οι πελάτες θα έχουν πλήρη πρόσβαση στις καταθέσεις τους, ανέφερε η FDIC.
Η χρεοκοπία της First Republic φαίνεται απίθανο να πυροδοτήσει ακόμη μια κρίση εμπιστοσύνης. Οι περιφερειακές τράπεζες έχασαν καταθέσεις κατά το πρώτο τρίμηνο, αλλά οι μειώσεις ήταν μέτριες σε σύγκριση με την εκροή των 100 δισ. δολαρίων της First Republic.
«Αυτά είναι τα τελευταία στάδια αυτού του αρχικού πανικού. Τα προβλήματα της First Republic ξεκίνησαν ως αποτέλεσμα της SVB και της Signature», δήλωσε ο Steven Kelly, ανώτερος ερευνητής στο πρόγραμμα του Yale για τη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα. «Αυτή δεν είναι η ιστορία του 2008, όπου μια τράπεζα έπεσε και οι επενδυτές επικεντρώθηκαν στην επόμενη μεγαλύτερη τράπεζα, που θα είχε κι αυτή προβλήματα».
Η άμεση αιτία της κατάρρευσης της First Republic ήταν η έξοδος πανικόβλητων καταθετών με μεγάλες ανασφάλιστες καταθέσεις μέσω smartphone, αλλά τα προβλήματα της τράπεζας είχαν τις ρίζες τους σε ένα λάθος ποντάρισμα στα επιτόκια.
Η εστίαση στην παράκτια ελίτ της Αμερικής βοήθησε τη First Republic να γίνει ένα από τα πιο πολύτιμα τραπεζικά franchise των ΗΠΑ. Μεγάλες καταθέσεις από πελάτες με πολλά μετρητά που χρηματοδοτούνταν από στεγαστικά δάνεια χαμηλού επιτοκίου σε πλούσιους αγοραστές κατοικιών.
Τα εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια και η πανδημική έκρηξη των αποταμιεύσεων επηρέασαν την ανάπτυξη της τράπεζας.
Όταν η Fed άρχισε να αυξάνει τα επιτόκια πέρυσι για να μειώσει τον πληθωρισμό, οι πελάτες άρχισαν να απαιτούν υψηλότερες αποδόσεις για να διατηρήσουν τα χρήματά τους στη First Republic. Τα αυξανόμενα επιτόκια μείωσαν επίσης την αξία των δανείων που έκανε η τράπεζα όταν τα επιτόκια ήταν σχεδόν μηδενικά.
Το χρόνιο πρόβλημα μετατράπηκε σε οξύ τον Μάρτιο, όταν η κατάρρευση της Silicon Valley Bank πυροδότησε φόβους για τους κινδύνους που ελλοχεύουν στο τραπεζικό σύστημα.
Οι επενδυτές και οι πελάτες ανησυχούσαν ιδιαίτερα για τράπεζες, όπως η First Republic, που βασίζονταν σε μεγάλο βαθμό σε ανασφάλιστες καταθέσεις και είχαν μεγάλες μη πραγματοποιηθείσες απώλειες στα χαρτοφυλάκια δανείων και τίτλων τους λόγω της αύξησης των επιτοκίων.
To ιστορικό
Οι ρυθμιστικές αρχές των ΗΠΑ που αγωνίστηκαν για τη διάσωση της First Republic διαπραγματεύθηκαν με τουλάχιστον τρεις μεγάλες τράπεζες που υπέβαλαν προσφορές για το σύνολο ή μέρος της τράπεζας με έδρα την Καλιφόρνια, η οποία αντιμετωπίζει μεγάλα προβλήματα.
Η FDIC, η οποία ηγείτο της κυβερνητικής προσπάθειας, έλαβε προσφορές από τράπεζες, συμπεριλαμβανομένων των JPMorgan, PNC και Citizens, σύμφωνα με τρεις πηγές με γνώση του θέματος.
Την Κυριακή, οι ρυθμιστικές αρχές επέστρεψαν σε τουλάχιστον μερικούς από τους πλειοδότες ζητώντας αναδιαμορφωμένες προσφορές και περισσότερες πληροφορίες καθώς συνέκριναν τις περίπλοκες προτάσεις, είπαν δύο άτομα. Δεν είναι ακόμα σαφές ότι θα επιτευχθεί συμφωνία και θα μπορούσαν να προκύψουν άλλοι πλειοδότες.
Η JPMorgan, η οποία ηγήθηκε μιας προσπάθειας για τη διάσωση της First Republic πριν από έναν μήνα, δεν εργάζεται πλέον ως σύμβουλος της First Republic, σύμφωνα με μια πηγή που γνωρίζει την κατάσταση, δίνοντας την ελευθερία στην τράπεζα για υποβολή προσφοράς.
Υπενθυμίζεται ότι η First Republic Bank ήταν υπό όλο και περισσότερη πίεση μετά τις αλλεπάλληλες πτωχεύσεις άλλων δυο τραπεζών με παρόμοια προφίλ -της Silicon Valley Bank και της Signature Bank-, στις αρχές Μαρτίου.
Ωστόσο, η τράπεζα δεν έχει καταφέρει να καταρτίσει ικανοποιητικό σχέδιο «διάσωσής της» και όταν επιβεβαίωσε, την περασμένη εβδομάδα, ότι πολλοί πελάτες της απέσυραν τα χρήματα τους, κάνοντας αναλήψεις 100 δισεκατομμυρίων και πλέον συνολικά, η μετοχή της υπέστη κατακόρυφη πτώση.
Η FDIC και το υπουργείο Οικονομικών επικοινώνησαν στα μέσα της εβδομάδας με τους επικεφαλής διαφόρων χρηματοπιστωτικών θεσμών για να διαπιστώσουν αν και κατά πόσον θα ενδιαφέρονταν να την εξαγοράσουν.