Μετά την αναστολή των κριτηρίων για το χρέος των κρατών εξαιτίας της πανδημίας και του πολέμου στην Ουκρανία, αυτοί πρόκειται να τεθούν εκ νέου σε ισχύ από τις αρχές του 2024. Κατά την Handelsblatt: «Εείναι απαραίτητο να επιστρέψουμε στην κανονικότητα και οι πολιτικοί να απομακρυνθούν από τη συνήθεια να λύνουν κάθε πρόβλημα με νέα χρέη. Αυτός ο απογαλακτισμός είναι αναγκαίος, αλλά όχι εύκολος, καθώς σε πολλές χώρες έχει σημειωθεί ρεκόρ στα επίπεδα χρέους λόγω των απανωτών κρίσεων. Ως εκ τούτου, τα παλαιά κριτήρια ανταποκρίνονται στις υπάρχουσες συνθήκες μόνο μερικώς».
Για την οικονομική εφημερίδα, ωστόσο, προηγείται παραλλήλως η ανάγκη μεταρρύθμισης του κανονιστικού πλαισίου: «μία μεταρρύθμιση με ρεαλιστικές δεσμεύσεις, τις οποίες θα μπορούν να ακολουθήσουν τα κράτη-μέλη, προκειμένου να εξυπηρετηθεί ο μακροπρόθεσμος στόχος της σταθερότητας».
Οι απόψεις διίστανται: η Γαλλία, από τη μία πλευρά, επιθυμεί ένα πιο χαλαρό πλαίσιο κανόνων, ενώ χώρες όπως η Γερμανία και η Φινλανδία τάσσονται υπέρ μίας αυστηρότερης προσέγγισης.
«Οι υπάρχοντες στόχοι – 3% της οικονομικής παραγωγής για το έλλειμμα και 60% για το χρέος – πρέπει να παραμείνουν. Θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς πως τα όρια είναι αυθαίρετα, παρ’ όλα αυτά η αναθεώρηση των στόχων χάριν μίας χαλαρότητας, θα δημιουργούσε ιστορικό προηγούμενο: το αίτημα για την επόμενη χαλάρωση δεν θα αργούσε να έρθει και στη συνέχεια τα όρια θα προσαρμόζονταν στα επίπεδα του χρέους και όχι το αντίστροφο», θεωρεί η Handelsblatt.
«Η μεταρρύθμιση δεν θα πρέπει να θέσει τους στόχους υπό συζήτηση και, ως εκ τούτου, θα υπάρχει μεγαλύτερη αίσθηση της πραγματικότητας σχετικά με το χρονοδιάγραμμα επίτευξής τους. Εάν μία τέτοια συμφωνία επιτευχθεί, τότε θα μπορούσε να εξασφαλιστεί και πάλι ένα πιο δεσμευτικό πλαίσιο ευρωπαϊκών κανόνων για το χρέος».
Διάσκεψη Ασφαλείας εν μέσω του πολέμου στην Ουκρανία
Το Δίκτυο Συντακτών Γερμανίας RND σχολιάζει το κλίμα που επικρατεί ενόψει της Διάσκεψης Ασφαλείας που ξεκινά την Παρασκευή στο Μόναχο:
«Ένα μεγάλο μέρος των κρατών θα ενδιαφερθεί να στείλει μήνυμα ενότητας απέναντι στη Ρωσία, συμπεριλαμβανομένων όλων των συμμάχων του ΝΑΤΟ και της ΕΕ. Το κατά πόσο όμως ο πρόεδρος της Ρωσίας Πούτιν θα εντυπωσιαστεί από τη συγκέντρωση διεθνών ηγετών και των ανώτερων στρατιωτικών εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από τον ρόλο της Κίνας. Θα αλλάξει η Κίνα την προηγούμενη θέση της, που περιγράφεται εύστοχα από τους ειδικούς ως "φιλορωσική ουδετερότητα" - σε μια θέση που υποστηρίζει ενεργά τον τερματισμό του πολέμου; Μέχρι στιγμής, η Κίνα έχει αξιολογήσει τη συνέχιση του πολέμου στην Ευρώπη ως προτιμότερη από μια ρήξη με τη Ρωσία».
«Η Ρωσία, έπειτα από τη σοκαριστική συνειδητοποίηση ότι η Ουκρανία δεν μπορεί να κατακτηθεί με μία αιφνιδιαστική επίθεση εν είδει επιδρομής, έχει φτάσει τώρα σε κατάσταση πολέμου. Αυτό σημαίνει ότι η έννοια της ασφάλειας για τη συνάντηση σε αυτήν την ιστορική καμπή είναι πολύ ευρεία», επισημαίνει το γερμανικό δίκτυο.
«θα πρέπει να εξεταστεί εάν τα κράτη έχουν την πολιτική και οικονομική δύναμη να σταθούν αταλάντευτα στο πλευρό της χώρας που δέχεται την εισβολή, ιδίως με τις επακόλουθες συνέπειες του πολέμου, με τον μεγάλο αριθμό προσφύγων και τις επίμονα υψηλές τιμές ενέργειας και κατανάλωσης».
Το RND προειδοποιεί πως αυτά, «σε συνδυασμό με τις ρωσικές κυβερνοεπιθέσεις εναντίον των δυτικών δημοκρατικών θεσμών και την προπαγάνδα κάποιων μέσων ενημέρωσης, θα μπορούσαν να στρέψουν τον πληθυσμό εναντίον των φιλοουκρανικών κυβερνήσεων μακροπρόθεσμα».
ΠΗΓΗ: DEUTSCHE WELLE