Δεν υπάρχει απλός τρόπος να πει κανείς ποιος έχει Αλτσχάιμερ και πώς θα το αντιμετωπίσει, αλλά προσεχώς ίσως θα γίνει πιο εύκολο μόνο με μια εξέταση αίματος.
Ακόμη και γιατροί που ήταν δύσπιστοι αρχίζουν να εμπιστεύονται τα προϊόντα της Quest Diagnostics, της Quanterix και της C2N Diagnostics, που μπορούν να βοηθήσουν στη διάκριση των ασθενών που μπορεί να πληρούν τις προϋποθέσεις για θεραπεία με το πειραματικό φάρμακο lecanemab, που αναμένεται να εγκριθεί το επόμενο έτος. Το φάρμακο, μεταδίδει το Bloomberg, είναι το πρώτο που επιβραδύνει σαφώς την πρόοδο της νόσου που καταστρέφει τον εγκέφαλο πολλών εκατομμυρίων ανθρώπων.
«Οι δοκιμές βελτιώνονται – δεν είναι τέλειες, αλλά είναι αρκετά ακριβείς, ώστε να χρησιμοποιηθούν», λέει η νευρολόγος της Ιατρικής Σχολής του Χάρβαρντ Ρέισα Σπέρλινγκ. Δεν ήταν σίγουρη για τα τεστ πριν από μερικά χρόνια, λέει, αλλά τώρα είναι πεπεισμένη ότι είναι σχεδόν έτοιμα για ευρεία χρήση.
Μελέτες υποδεικνύουν ότι το αμυλοειδές - μια μη φυσιολογική πρωτεΐνη του εγκεφάλου την οποία στοχεύει το lecanemab - υπάρχει σε περισσότερους από τα δύο τρίτα των ασθενών με Αλτσχάιμερ και περίπου στους μισούς από όσους παρουσιάζουν ήπια γνωστική εξασθένηση. Οι νέες δοκιμές θα μπορούσαν να έχουν τεράστιο αντίκτυπο στον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιείται η θεραπεία, συνεργασία μεταξύ της Eisai και της Biogen. Το φάρμακο πρέπει να εγχέεται σε ασθενείς κάθε δύο εβδομάδες, ενώ πιθανές παρενέργειες περιλαμβάνουν οίδημα εγκεφάλου και αιμορραγία.
Σημασία θα έχει ο έγκαιρος έλεγχος: το φάρμακο της Eisai λειτουργεί μόνο για άτομα που βρίσκονται στα αρχικά στάδια της νόσου Αλτσχάιμερ. Ενώ επιβραδύνει τον ρυθμό της γνωστικής έκπτωσης κατά 27% σε διάστημα 18 μηνών, οι γιατροί ελπίζουν ότι με την πάροδο του χρόνου μπορεί να τα πάει ακόμα καλύτερα.
Πριν από μερικά χρόνια, οι εξετάσεις αίματος για τη νόσο του Αλτσχάιμερ έμοιαζαν μακρινή προοπτική, αλλά οι ερευνητές σημειώνουν ραγδαία πρόοδο. Ορισμένες δοκιμές συγκρίνουν τα επίπεδα διαφορετικών μορφών αμυλοειδούς πρωτεΐνης που βρίσκονται στο αίμα, οι οποίες μπορούν να υποδείξουν τι υπάρχει στον εγκέφαλο. Άλλοι παρακολουθούν διάφορες μορφές μιας δεύτερης πρωτεΐνης που ονομάζεται Ταυ και που τείνει να αυξάνεται στο αίμα όταν υπάρχει αμυλοειδές.
Επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον στο Σεντ Λούις παρουσίασαν το C2N, την πρώτη εξέταση αίματος αμυλοειδούς το 2020. Η Quest και η Quanterix παρουσίασαν αντίστοιχες εξετάσεις αίματος φέτος.
Ορισμένοι ερευνητές λένε ότι οι εξετάσεις είναι χρήσιμες κυρίως για τον περιορισμό του αριθμού των ατόμων που χρειάζονται σαρώσεις ΡΕΤ ή δείγμα νωτιαίου υγρού. Συχνά χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση δειγμάτων από ανθρώπους νεότερους, με λιγότερες προϋπάρχουσες παθήσεις σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό με συμπτώματα Αλτσχάιμερ, λέει η Michelle Mielke, επιδημιολόγος στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Wake Forest.
Οι εξετάσεις αίματος «δεν είναι επαρκείς αυτή τη στιγμή για να χρησιμοποιηθούν ως αποκλειστικό διαγνωστικό κριτήριο, αλλά τα πράγματα κινούνται πολύ γρήγορα», λέει.
Σε μια πρόσφατη παρουσίαση σε συνέδριο για το Αλτσχάιμερ, ερευνητές του Πανεπιστημίου της Νότιας Καλιφόρνιας είπαν ότι η δοκιμή του C2N ήταν 88% ακριβής στον εντοπισμό υγιών ατόμων με υψηλά επίπεδα αμυλοειδούς στον εγκέφαλο.