Έως 23 εκατομμύρια Αμερικανοί έχουν επηρεαστεί μέχρι σήμερα από τη μακρά Covid, με οικονομικό αντίκτυπο που φτάνει ή και ξεπερνά αυτόν της Μεγάλης Ύφεσης μετά το κραχ του 1929, γράφει το CNBC. Σύμφωνα με μια εκτίμηση, υπογραμμίζει, η μακρόχρονη ασθένεια θα κοστίσει 3,7 τρισ. δολάρια στην οικονομία των ΗΠΑ, με επιπλέον ιατρικό κόστος 528 δισ. δολάρια.
Σημειωτέον ότι το κόστος είναι δύσκολο να ποσοτικοποιηθεί, επειδή η ασθένεια είναι καινοφανής. Ευάλωτος είναι οποιοσδήποτε έχει μολυνθεί από τον Covid-19, ανεξάρτητα από παράγοντες όπως η ηλικία, η κατάσταση της υγείας του ή ο τυχόν εμβολιασμός.
Τα συμπτώματα μπορεί να είναι εκατοντάδες, ήπια ή σοβαρά, και μπορεί να επιμείνουν για μήνες ή και χρόνια.
Ο Ντέιβιντ Κάτλερ, ο οικονομολόγος στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ που προέβλεψε το οικονομικό κόστος των 3,7 τρισ. δολαρίων για τη long Covid, εκτιμά το ατομικό ιατρικό κόστος για τη νόσο σε περίπου 9.000 δολάρια τον χρόνο, κατά μέσο όρο.
Βέβαια, μπορεί να είναι πολύ υψηλότερο, ανάλογα με τη σοβαρότητα της ασθένειας. Και επειδή τα συμπτώματα συχνά επηρεάζουν την ικανότητα ενός ατόμου να εργαστεί, ενδέχεται ο πάσχων να μη διαθέτει χρήματα ή ασφαλιστική κάλυψη για τις εν λόγω ιατρικές δαπάνες.
Η οικονομική εκτίμηση του Κάτλερ βασίζεται σε προηγούμενη έρευνα για τη θεραπεία της μυαλγικής εγκεφαλομυελίτιδας, γνωστής ως σύνδρομο χρόνιας κόπωσης ή ME/CFS.
Ο δρ Greg Vanichkachorn, διευθυντής του Προγράμματος Αποκατάστασης Covid της Mayo Clinic, είπε ότι αυτές οι εκτιμήσεις αποτελούν την καλύτερη προσέγγιση αυτή τη στιγμή, καθώς η αξιολόγηση και θεραπεία για τη μακρά Covid προσομοιάζει με την περίπτωση του ME. Δεν υπάρχει εγκεκριμένη θεραπεία για το ME/CFS. όπως και για τη μακρά Covid, απλώς αντιμετωπίζονται τα συμπτώματα των ασθενών.
Ο πάσχων μπορεί να υποβληθεί σε σειρά εξετάσεων για να αποκλειστούν άλλες ασθένειες. Ή οι γιατροί μπορεί να παραπέμψουν τους ασθενείς σε ειδικούς που δεν είναι εξοικειωμένοι με τη μακρά Covid, αυξάνοντας έτσι τα κόστη.
Μερικά από τα πιο κοινά συμπτώματα περιλαμβάνουν κόπωση, αδιαθεσία, χρόνιο πόνο, γνωστική δυσλειτουργία (επίσης γνωστή ως «ομίχλη του εγκεφάλου»), κατάθλιψη, άγχος και καρδιακή ή πνευμονική ανεπάρκεια. Μπορούν επίσης να προκληθούν χρόνιες παθήσεις, όπως διαβήτης, μυαλγική εγκεφαλομυελίτιδα ή σύνδρομο χρόνιας κόπωσης και καρδιακές παθήσεις.
Η θεραπεία αφορά περισσότερο τη διαχείριση των συμπτωμάτων: Εάν ένας ασθενής αισθάνεται κόπωση, οι γιατροί μπορεί να συστήσουν φυσικοθεραπεία. Εάν πονάει, θα πάρει παυσίπονα. Εάν έχει ομίχλη εγκεφάλου, ίσως χρειαστεί λογοθεραπεία ή εργοθεραπεία. Εάν έχει κατάθλιψη ή αϋπνίες, ίσως υποβληθεί σε μελέτες ύπνου ή δεχτεί ψυχολογική υποστήριξη, και πάει λέγοντας.
«Η πραγματική δυσκολία στη μακρά Covid είναι ότι δεν ξέρουμε τι την προκαλεί», είπε ο δρ Jeff Parsonnet, φυσίατρος στην κλινική Post Covid του Dartmouth Hitchcock Medical Center. «Οι άνθρωποι δοκιμάζουν κάθε είδους θεραπείες, ακόμη και με εικασίες». Δεν πρόκειται για θεραπείες, αλλά για βοηθήματα -έντασης εργασίας και δαπανηρά- ώστε οι ασθενείς να αντεπεξέλθουν καλύτερα. Σ' αυτή την περίπτωση, η ασφάλιση είναι απαραίτητη, σημειώνει το CNBC, φέρνοντας παραδείγματα με τα υπέρογκα ποσά που καλούνται να καταβάλουν ανασφάλιστοι ώστε να έχουν πρόσβαση σε ιατρικές υπηρεσίες.