Αν πραγματοποιηθούν τα σχέδια της πρωθυπουργού Μέτε Φρεντέρικσεν, η Δανία θα έχει σύντομα μια κυβέρνηση με ευρεία πλειοψηφία στον κεντρώο χώρο. Μετά από σχεδόν τριάμισι χρόνια διακυβέρνησης με τη στήριξη της Αριστεράς, η 44χρονη Σοσιαλδημοκράτης πρωθυπουργός επιδιώκει μετεκλογικά μια συνεργασία πέρα από τα παραδοσιακά όρια των πολιτικών στρατοπέδων. Η συντηρητική αντιπολίτευση ωστόσο δεν θέλει να συμμετάσχει σε αυτό το φιλόδοξο εγχείρημα της πρωθυπουργού. Την ίδια στιγμή, ο προκάτοχος της Φρεντέρικσεν, Λαρς Λέκε Ράσμουσεν, του οποίου το νέο κόμμα έχει ενισχυθεί εντυπωσιακά το τελευταίο διάστημα, δεν αποκλείεται να κάνει σήμερα την έκπληξη.
Η Μέτε Φρεντέρικσεν είναι η νεότερη πρωθυπουργός στην Ευρώπη. Ηγείται της Δανίας από το 2019, με μια σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση μειοψηφίας. Κατά γενική ομολογία κατάφερε να διαχειριστεί επιτυχώς την κρίση της πανδημίας και υπόσχεται τώρα στους συμπολίτες της ότι θα τα πάει καλά και στην αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης. Οι βουλευτικές εκλογές στη Δανία θα μπορούσαν να γίνουν μέχρι και τον Ιούνιο του 2023. Στο μεταξύ όμως η πρωθυπουργός αναγκάστηκε να αποδεχθεί τελεσίγραφο του αριστερού-φιλελεύθερου Radikale Venstre (Ριζοσπαστική Αριστερά) με αφορμή το σκάνδαλο της μαζικής θανάτωσης εκατομμυρίων βιζόν, που προορίζονταν για την παραγωγή γούνας, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, όπως μεταδίδει η Deutsche Welle
Στις σημερινές εκλογές διεκδικούν την ψήφο των Δανών 14 συνολικά κόμματα, 3 περισσότερα από το 2019. Στόχος τους είναι να υπερπηδήσουν το όριο του 2% και να μπουν στο νέο κοινοβούλιο. Ένας λόγος για τον μεγάλο αριθμό κομμάτων είναι ότι οι Δανοί πολιτικοί έχουν τη συνήθεια να ιδρύουν σχετικά εύκολα νέο κόμμα, όταν υπάρξει ρήξη με το κόμμα τους.
Στις σκανδιναβικές χώρες, οι κυβερνήσεις μειοψηφίας ανήκουν στην πολιτική κουλτούρα. Το μειονέκτημα είναι ότι μια τέτοια κυβέρνηση δεν διαθέτει κυβερνητική πλειοψηφία και το πλεονέκτημα ότι μπορεί κατά περίπτωση να αναζητεί συμμαχίες στο κοινοβούλιο. Η πρωθυπουργός Μέτε Φρεντέρικσεν, για παράδειγμα, διασφάλιζε συνήθως τη στήριξη της Αριστεράς, ενώ στη σκληρή μεταναστευτική της γραμμή είχε τη στήριξη των Συντηρητικών. Και στη Σουηδία υπάρχει κάτι ανάλογο: η συγκυβέρνηση μειοψηφίας Συντηρητικών και Φιλελευθέρων εξαρτάται από τη στήριξη των λαϊκιστών για να εφαρμόσει την πολιτική της.
Και ο Ράσμουσεν πρότεινε συνεργασία πέραν των κομματικών ορίων
Ο πολιτικός επιστήμονας Κάσπερ Μέλερ Χάνσεν από το Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης είναι σχεδόν βέβαιος ότι η Δανία θα συνεχίσει να κυβερνάται από κυβέρνηση μειοψηφίας, η οποία ωστόσο θα αποτελείται από περισσότερα του ενός κόμματα. Το πρόσωπο που ενδεχομένως θα καθορίσει τις εξελίξεις είναι ο πρώην πρωθυπουργός Λαρς Λέκε Ράσμουσεν, ο οποίος είχε εκφραστεί υπέρ μιας κυβέρνησης συνεργασίας πέρα από κόμματα και πολιτικά στρατόπεδα ήδη πριν το 2019. Το κόμμα του Μετριοπαθείς εξασφάλιζε στις δημοσκοπήσεις μόλις 2% πριν από ένα μήνα. Οι τελευταίες σφυγμομετρήσεις τού δίνουν ωστόσο ποσοστό πάνω από 11%.
Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, κανένα κόμμα δεν θα διασφαλίσει την πλειοψηφία των 90 από τις συνολικά 179 έδρες χωρίς τη στήριξη του Ράσμουσεν και των Μετριοπαθών. «Ο Λαρς Λέκε θα είναι ο κυρίαρχος του παιχνιδιού σε περίπτωση που το μπλε στρατόπεδο, συντηρητικοί, φιλελεύθεροι και ακροδεξιοί διασφαλίσουν εκλογική πρωτιά», εκτιμά ο Δανός πολιτικός επιστήμονας. Και δεν είναι μόνο αυτό. Αν ληφθεί υπόψη ότι εκτός από τον καθοριστικό του ρόλο στη διασφάλιση πλειοψηφιών την επομένη των εκλογών, ο Ράσμουσεν είναι ιδιαίτερα ικανός στις διαπραγματεύσεις. Κατά συνέπεια δεν αποκλείεται να είναι εκείνος που θα διεκδικήσει και πάλι την πρωθυπουργία, τριάμισι χρόνια μετά την ήττα του στις εκλογές από τη Μέτε Φρεντέρικσεν.
ΠΗΓΗ: Deutsche Welle