Στη συνεδρίαση των υπευθύνων χάραξης πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας τον περασμένο μήνα υπήρχαν ανησυχίες ότι ο πληθωρισμός θα μπορούσε να κολλήσει σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα, οπότε χρειαζόταν επιθετική πολιτική σύσφιξης, ακόμη και με το κόστος της ασθενέστερης ανάπτυξης, όπως έδειξαν τα πρακτικά της συνάντησης των αξιωματούχων στις 7-8 Σεπτεμβρίου.
Οπως θυμίζει το Reuters, η ΕΚΤ αύξησε τα επιτόκια κατά 75 μονάδες βάσης, υψηλότερα από το αναμενόμενο σε αυτή τη συνεδρίαση και σηματοδότησε περαιτέρω αυξήσεις, φοβούμενη ότι ο επιταχυνόμενος πληθωρισμός κινδυνεύει να παγιωθεί, καθιστώντας ακόμη πιο δύσκολη τη συγκράτησή του.
Ενώ ορισμένοι υποστήριξαν μια μικρότερη αύξηση των επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης, ένας «πολύ μεγάλος» αριθμός υπευθύνων χάραξης πολιτικής υποστήριξε μια μεγαλύτερη αύξηση, αναφέρουν οι λογαριασμοί.
«Ο πληθωρισμός είναι πολύ υψηλός και πιθανόν να παραμείνει πάνω από τον στόχο του Διοικητικού Συμβουλίου για μεγάλο χρονικό διάστημα», ανέφερε η ΕΚΤ. «Η αναμενόμενη εξασθένηση της οικονομικής δραστηριότητας δεν θα ήταν επαρκής για να μειώσει τον πληθωρισμό σε σημαντικό βαθμό και δεν θα επαναφέρει τον προβλεπόμενο πληθωρισμό πίσω στον στόχο», πρόσθεσε.
Από τη συνάντηση του Σεπτεμβρίου, ο πληθωρισμός επιταχύνθηκε στο 10%, ένα επίπεδο που δεν παρατηρήθηκε σε ορισμένες χώρες της ευρωζώνης για περισσότερα από 70 χρόνια, και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής άρχισαν να υποστηρίζουν μία ακόμη αύξηση 75 μονάδων βάσης.
Η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ είπε επίσης ότι η τράπεζα θα συνεχίσει να αυξάνει τα επιτόκια τουλάχιστον μέχρι να φτάσει στο λεγόμενο ουδέτερο επίπεδο, όπου η τράπεζα ούτε τονώνει ούτε εμποδίζει την ανάπτυξη.
Αν και δεν υπάρχει καθολικά αποδεκτή εκτίμηση για το ονομαστικό ουδέτερο επιτόκιο, οι οικονομολόγοι και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής τείνουν να το τοποθετούν μεταξύ 1,5% και 2%, υποδηλώνοντας ότι η ΕΚΤ θα μπορούσε να φτάσει εκεί μέχρι το τέλος του έτους.
Ενώ ο πληθωρισμός συνεχίζει να αυξάνεται, η οικονομική ανάπτυξη συνεχίζει να επιβραδύνεται και το μπλοκ μπορεί ήδη να βρίσκεται σε ύφεση καθώς η αύξηση του ενεργειακού κόστους περιορίζει την κατανάλωση και αποθαρρύνει τις επενδύσεις.
Ωστόσο, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής επιμένουν ότι ακόμη και μια ύφεση δεν θα ήταν αρκετή για τον έλεγχο των τιμών, επομένως οι αυξήσεις επιτοκίων πρέπει να συνεχιστούν.
Η επόμενη συνεδρίαση της ΕΚΤ θα πραγματοποιηθεί στις 27 Οκτωβρίου.