Δεδομένου του βάθους της γεωπολιτικής, χρηματοπιστωτικής και οικονομικής αβεβαιότητας -κυρίως για τη μελλοντική πορεία του πληθωρισμού-, η Fed θα ήταν σκόπιμο να σταματήσει τις αυξήσεις των επιτοκίων και να περιμένει μέχρι να καταστεί δυνατή μια πιο αξιόπιστη αξιολόγηση της κατάστασης, υποστηρίζει ο Τζόζεφ Στίγκλιτς.
Σύμφωνα με τον νομπελίστα οικονομολόγο, υπάρχουν πολλοί λόγοι για μια παύση στις αυξήσεις επιτοκίων:
- Ο πρώτος είναι απλώς ότι ο πληθωρισμός έχει ήδη επιβραδυνθεί σημαντικά. Όπως σημειώνει, ο δείκτης τιμών καταναλωτή παρέμεινε αμετάβλητος σε μηνιαία βάση τον Ιούλιο και είναι πιθανό να ήταν μηδενικός ή και αρνητικός και τον Αύγουστο.
- Επιπλέον, οι περισσότεροι από τους κύριους παράγοντες πίσω από την άνοδο του πληθωρισμού έχουν ελάχιστη σχέση με τον περιορισμό της ζήτησης. Όπως τονίζει ο Στίγκλιτς, είναι οι περιορισμοί από την πλευρά της προσφοράς αυτοί που οδήγησαν τον πληθωρισμό υψηλότερα και τώρα οι παράγοντες από την πλευρά της προσφοράς οδηγούν τον πληθωρισμό χαμηλότερα.
Αναμφίβολα, επισημαίνει ο ίδιος, πολλοί οικονομολόγοι περίμεναν ότι οι διαταραχές από τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία και την πανδημία θα ξεπεραστούν πολύ γρήγορα. Έκαναν λάθος, αλλά μόνο για την ταχύτητα με την οποία θα ομαλοποιηθούν οι συνθήκες, προσθέτει.
Επιπρόσθετα, τονίζει ο Στίγκλιτς, προτού ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν αρχίσει να συγκεντρώνει στρατεύματα στα ουκρανικά σύνορα στα τέλη του περασμένου έτους, κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει ότι θα υπήρχε ένας μεγάλος χερσαίος πόλεμος στην Ευρώπη. Και τώρα κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πόσο καιρό θα διαρκέσει ο πόλεμος ή πόσο καιρό θα χρειαστούν οι πολιτικοί ηγέτες για να σταματήσουν την άνοδο των τιμών που συνδέονται με αυτόν, προσθέτει.
Ωστόσο, όπως λέει ο νομπελίστας οικονομολόγος, η συνολική εικόνα όσον αφορά τον πληθωρισμό είναι ξεκάθαρη. Πολλοί από τους παράγοντες από την πλευρά της προσφοράς που οδήγησαν τις τιμές υψηλότερα έχουν πλέον αντιστραφεί, κάτι που επιβεβαιώνουν πολλοί δείκτες.
Μετά από ένα χρόνο που λαμβάνουμε πολλά άσχημα νέα σχετικά με τον πληθωρισμό και τους παράγοντες από την πλευρά της προσφοράς πίσω από αυτόν, τώρα αρχίζουμε να λαμβάνουμε πολλά καλά νέα, υπογραμμίζει ο Στίγκλιτς. Και ενώ κανείς δεν θα πρότεινε ότι η χάραξη της νομισματικής πολιτικής θα πρέπει να βασίζεται σε δεδομένα μόνο δύο μηνών, αξίζει να σημειωθεί ότι οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό έχουν επίσης μετριαστεί, τονίζει.
Όπως επισημαίνει ο Στίγκλιτς, η τυπική αιτιολόγηση για τη σύσφιξη της πολιτικής της Fed είναι ότι χρειάζεται για να αποτραπεί ένας κύκλος αυτοεκπληρούμενων προσδοκιών, με τους εργαζόμενους και τις επιχειρήσεις να αναμένουν υψηλότερο πληθωρισμό και να ορίζουν ανάλογα τους μισθούς και τις τιμές. Αυτό όμως δεν μπορεί να συμβεί, όταν οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό μειώνονται, όπως γίνεται τώρα, σημειώνει.
Η χάραξη πολιτικής γίνεται πάντα υπό συνθήκες αβεβαιότητας και οι αβεβαιότητες είναι ιδιαίτερα μεγάλες τώρα. Με τον πληθωρισμό και τις πληθωριστικές προσδοκίες να αμβλύνονται, η Fed θα πρέπει να δώσει μεγαλύτερη βαρύτητα στον καθοδικό κίνδυνο πρόσθετης σύσφιξης: δηλαδή στον κίνδυνο να ωθήσει μια ήδη ταλαιπωρημένη αμερικανική οικονομία σε ύφεση, καταλήγει ο Στίγκλιτς.