Οι λογαριασμοί ενέργειας για τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά θα αυξηθούν κατά 2 τρισεκατομμύρια ευρώ στο αποκορύφωμά τους στις αρχές του επόμενου έτους, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για κρατική παρέμβαση, σύμφωνα με αναλυτές της Goldman Sachs.
Στο αποκορύφωμά τους, οι λογαριασμοί ενέργειας θα αντιπροσωπεύουν περίπου το 15% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της Ευρώπης, έγραψαν οι αναλυτές, με επικεφαλής τον Alberto Gandolfi και τη Mafalda Pombeiro, σε σημείωμα που εξέδωσαν την Κυριακή, σύμφωνα με το Bloomberg.
«Κατά την άποψή μας, η αγορά συνεχίζει να υποτιμά το βάθος, το εύρος και τις δομικές επιπτώσεις της κρίσης», έγραψαν. «Πιστεύουμε ότι αυτά θα είναι ακόμη πιο βαθιά από την πετρελαϊκή κρίση της δεκαετίας του 1970».
Οι επενδυτές μετοχών είναι πολύ απαισιόδοξοι για την επίδραση των ρυθμιστικών παρεμβάσεων, αναφέρει η Goldman. Ορισμένα από τα βήματα που εξετάζονται -συμπεριλαμβανομένων των πλαφόν στις τιμές- θα μπορούσαν να στηρίξουν τις αγορές μετοχών, εξομαλύνοντας την αύξηση στα τιμολόγια και περιορίζοντας τη βραχυπρόθεσμη πτώση της βιομηχανικής παραγωγής, έγραψαν οι αναλυτές.
Η εισαγωγή πλαφόν τιμών στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας θα μπορούσε να εξοικονομήσει στο μπλοκ της ΕΕ περίπου 650 δισεκατομμύρια ευρώ σε λογαριασμούς ρεύματος και να προσφέρει στους καταναλωτές και στις αγορές κάποια ανακούφιση, ανέφεραν οι αναλυτές της Goldman.
Οι επενδυτές θα πρέπει να στραφούν σε μετοχές εταιρειών που αναπτύσσουν ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, καθώς λογικά θα επωφεληθούν από δομικά υψηλότερες τιμές ενέργειας, έγραψαν οι αναλυτές, επισημαίνοντας τις περιπτώσεις των RWE, Energias de Portugal και Orsted.