Ο τομέας της αιολικής ενέργειας είχε τη δεύτερη καλύτερη χρονιά του το 2021, με πρώτη καλύτερη το 2020, ωστόσο οι εγκαταστάσεις θα πρέπει να αυξηθούν δραματικά για να μη χαθούν οι στόχοι των μηδενικών εκπομπών, σύμφωνα με νέα έκθεση του Παγκοσμίου Συμβουλίου Αιολικής Ενέργειας (GWEC) που παρουσιάζει το CNBC.
Οπως αναφέρει η Global Wind Report 2022, πέρυσι εγκαταστάθηκαν 93,6 GW, λίγο χαμηλότερα από τα 95,3 GW του 2020, ενώ σωρευτικά η ισχύς αυξήθηκε στα 837 GW. Πρόκειται για τη μέγιστη ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας που μπορούν να παράγουν οι εγκαταστάσεις, και όχι γι' αυτήν που αναγκαστικά παράγουν.
Οι υπεράκτιες εγκαταστάσεις το 2021 έφτασαν τα 21,1 GW, επίδοση ρεκόρ, ενώ οι εγκαταστάσεις στην ξηρά ανήλθαν σε 72,5 GW έναντι 88,4 GW το 2020.
Σύμφωνα με την GWEC -μέλη της οποίας είναι εταιρείες όπως η Vestas, η Orsted και η Shell- η μείωση των χερσαίων εγκαταστάσεων προήλθε κυρίως από Κίνα και ΗΠΑ. Στην Κίνα εγκαταστάθηκαν 30,7 GW το 2021 σε σύγκριση με πάνω από 50 GW το 2020, ενώ στις ΗΠΑ εγκαταστάθηκαν 12,7 GW το 2021 έναντι 16,9 GW το 2020, μεταξύ άλλων και λόγω προβλημάτων στην εφοδιαστική αλυσίδα που επέφερε η πανδημία.
Προειδοποιήσεις
Η έκθεση απευθύνει προειδοποιήσεις, ζητώντας σημαντική αύξηση της δυνατότητας (capacity) παραγωγής αιολικής ενέργειας. «Με τους τρέχοντες ρυθμούς εγκατάστασης», αναφέρει η GWEC, «μέχρι το 2030 θα έχουμε λιγότερο από τα δύο τρίτα της αιολικής ενέργειας που απαιτείται για να επιτευχθούν οι κλιματικοί στόχοι». Για να μην παραμείνουμε καταδικασμένοι να αποτύχουμε, προστίθεται, οι παγκόσμιες εγκαταστάσεις «πρέπει να τετραπλασιαστούν μέσα σε αυτή τη δεκαετία, ώστε να επιτύχουμε τους στόχους του 2050».
Επίσης, η έκθεση ζητά να εξορθολογιστούν οι απαιτούμενες διαδικασίες αδειοδότησης και να καταρτιστεί «ένα ισχυρότερο διεθνές ρυθμιστικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση του αυξημένου ανταγωνισμού που αφορά εμπορεύματα και ορυκτά».
Ο διευθύνων σύμβουλος της GWEC Ben Backwell δήλωσε μεταξύ άλλων: «Απαιτείται μια πιο ενεργητική προσέγγιση στη χάραξη πολιτικής σε όλο τον κόσμο. Τα γεγονότα του περασμένου έτους, που οδήγησαν τις οικονομίες και τους καταναλωτές σε ακραία αστάθεια και υψηλές τιμές στα ορυκτά καύσιμα, είναι σύμπτωμα μιας διστακτικής ενεργειακής μετάβασης».
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, πρόσθεσε, δείχνει «τις επιπτώσεις της εξάρτησης από τις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων». «Οι τελευταίοι 12 μήνες πρέπει να χρησιμεύσουν ως τεράστιο σήμα αφύπνισης ώστε να στραφούμε αποφασιστικά σε ενεργειακά συστήματα του 21ου αιώνα που βασίζονται στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας».
Ενας πλανήτης υπνοβάτης
Είναι αλήθεια ότι η επίτευξη οποιασδήποτε ουσιαστικής αλλαγής αποτελεί τεράστιο έργο. Τα ορυκτά καύσιμα είναι ριζωμένα στο παγκόσμιο ενεργειακό μείγμα και οι εταιρείες συνεχίζουν να αναπτύσσουν κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου σε όλο τον κόσμο.
Τον Μάρτιο ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΙΕΑ) ανέφερε ότι το 2021 οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα που σχετίζονται με την ενέργεια αυξήθηκαν στο υψηλότερο επίπεδό τους στην ιστορία, αγγίζοντας τους 36,3 δισ. μετρικούς τόνους και σημειώνοντας αύξηση 6%.
Ταυτόχρονα, ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες δήλωνε ότι ότι ο πλανήτης βγήκε από την παγκόσμια σύνοδο COP26 της Γλασκώβη «αφελώς αισιόδοξος», «υπνοβατώντας προς την κλιματική καταστροφή».