Το δημόσιο χρέος θα συνεχίσει να αυξάνεται το 2021 και το 2022, φθάνοντας στα 95 τρισ. δολ. το επόμενο έτος, καθώς οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής παραμένουν επικεντρωμένοι στην αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας Covid-19 και των συνεπειών της, λέει ο Fitch.
Η δημοσιονομική υποστήριξη σε πολλές ανεπτυγμένες αγορές στοχεύει σε μια προσπάθεια ανάκαμψης σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα με βιώσιμα χαρακτηριστικά.
Οι αυξήσεις στα κρατικά χρέη δεν συνοδεύτηκαν από ανησυχίες σχετικά με τη βιωσιμότητα, εκτός από ορισμένα κράτη με χαμηλό ΑΕΠ όπου τα ήδη τρωτά σημεία στις οικονομίες τους έχουν επιδεινωθεί τον τελευταίο χρόνο.
Οι συζητήσεις πολιτικής επικεντρώθηκαν σε μεγάλο βαθμό στα πλεονεκτήματα των χαμηλών επιτοκίων και στην ενισχυμένη αποτελεσματικότητα των τονωτικών στη δημοσιονομική σφαίρα όταν τα επιτόκια είναι στα χαμηλότερα επίπεδα, όπως είναι τώρα.
Ο Fitch, αναφέρει η ανάλυση, πιστεύει ότι υπάρχουν κίνδυνοι σε ό,τι αφορά το τρέχον περιβάλλον επιτοκίων να διατηρηθεί επ' αόριστο, ειδικά εάν το δημόσιο χρέος συνεχίσει να αυξάνεται. Μολονότι ορισμένοι παρατηρητές καθησυχάζουν ότι τα επιτόκια είναι χαμηλότερα από τα ποσοστά οικονομικής ανάπτυξης στις περισσότερες χώρες, υποστηρίζοντας έτσι μια σχετικά ανώδυνη πορεία για τους δείκτες χρέους/ΑΕΠ, η εμπειρία δείχνει ότι υπάρχουν περιορισμένες ενδείξεις -στην ιστορία- ότι αυτές οι συνθήκες από μόνες τους εξασφαλίζουν χαμηλότερους δείκτες χρέους με την πάροδο του χρόνου.
Τα ιστορικά επεισόδια μείωσης του δημόσιου χρέους στις ανεπτυγμένες αγορές χαρακτηρίζονται, ωστόσο, από πιο μικτές σχέσεις μεταξύ επιτοκίων και οικονομικής ανάπτυξης. Το πιο σημαντικό, η κοινή εμπειρία σχεδόν όλων των επεισοδίων μείωσης του χρέους, είναι ότι οι κυβερνήσεις έχουν πρωτογενή πλεονάσματα.
Κατά την άποψη του οίκου Fitch, το μέλλον θα μοιάζει περισσότερο με το παρελθόν σε αυτό το θέμα και η μείωση του δημόσιου χρέους θα απαιτήσει τελικά δημοσιονομικές προσαρμογές για την καλύτερη ευθυγράμμιση των πρωτογενών ισοζυγίων.