Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας έλαβε τις ακόλουθες αποφάσεις στη σημερινή του συνεδρίαση:
Πρώτον, το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει να διενεργεί καθαρές αγορές στοιχείων ενεργητικού στο πλαίσιο του έκτακτου προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (pandemic emergency purchase programme - PEPP), το συνολικό ποσό του οποίου ανέρχεται σε 1.850 δισ. ευρώ, τουλάχιστον μέχρι το τέλος Μαρτίου 2022 και, σε κάθε περίπτωση, μέχρις ότου κρίνει ότι η κρίση του κορωνοϊού έχει λήξει. Βάσει κοινής αξιολόγησης των συνθηκών χρηματοδότησης και των προοπτικών για τον πληθωρισμό, το Διοικητικό Συμβούλιο αναμένει ότι οι αγορές στο πλαίσιο του προγράμματος PEPP το επόμενο τρίμηνο θα διενεργούνται με ρυθμό σημαντικά υψηλότερο από ό,τι τους πρώτους μήνες του έτους.
Το Διοικητικό Συμβούλιο θα διενεργεί τις αγορές με ευελιξία, σύμφωνα με τις συνθήκες της αγοράς και με σκοπό να αποτραπεί η υιοθέτηση αυστηρότερων όρων χρηματοδότησης που δεν συμβαδίζουν με την αντιστάθμιση της προς τα κάτω επίδρασης που ασκεί η πανδημία στην προβλεπόμενη πορεία του πληθωρισμού. Επιπλέον, η ευελιξία των αγορών ως προς τον χρόνο, τις κατηγορίες στοιχείων ενεργητικού και τις χώρες θα συνεχίσει να στηρίζει την ομαλή μετάδοση της νομισματικής πολιτικής. Αν μπορούν να διατηρηθούν ευνοϊκές συνθήκες χρηματοδότησης με ροές αγορών στοιχείων ενεργητικού που δεν οδηγούν σε εξάντληση του συνολικού ποσού του προγράμματος PEPP στη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα των καθαρών αγορών του, το ποσό αυτό δεν χρειάζεται να χρησιμοποιηθεί στο ακέραιο. Ομοίως, το συνολικό ποσό μπορεί, εφόσον χρειαστεί, να αναπροσαρμοστεί, με σκοπό τη διατήρηση ευνοϊκών συνθηκών χρηματοδότησης, οι οποίες θα συμβάλουν στην αντιστάθμιση της αρνητικής διαταραχής που ασκεί η πανδημία στην πορεία του πληθωρισμού.
Το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει την επανεπένδυση των ποσών κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων που αποκτώνται στο πλαίσιο του PEPP κατά τη λήξη τους τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2023. Σε κάθε περίπτωση, η μελλοντική σταδιακή μείωση (roll-off) του χαρτοφυλακίου PEPP θα ρυθμιστεί κατά τρόπο ώστε να αποφευχθούν παρεμβολές στην ενδεδειγμένη κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής.
Δεύτερον, θα συνεχιστεί η διενέργεια καθαρών αγορών στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού (asset purchase programme - APP), με ύψος 20 δισ. ευρώ μηνιαίως. Το Διοικητικό Συμβούλιο εξακολουθεί να αναμένει ότι οι μηνιαίες καθαρές αγορές στοιχείων ενεργητικού στο πλαίσιο του προγράμματος APP θα διενεργούνται για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται αναγκαίο, προκειμένου να ενισχυθεί η διευκολυντική επίδραση των επιτοκίων πολιτικής του και ότι θα λήξουν λίγο πριν αρχίσει να αυξάνει τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ.
Το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει επίσης να συνεχίσει να επανεπενδύει, πλήρως, τα ποσά από την εξόφληση τίτλων αποκτηθέντων στο πλαίσιο του προγράμματος APP κατά τη λήξη τους για παρατεταμένη χρονική περίοδο μετά την ημερομηνία κατά την οποία θα αρχίσει να αυξάνει τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ και πάντως για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται αναγκαίο για τη διατήρηση ευνοϊκών συνθηκών ρευστότητας και ενός διευκολυντικού, σε μεγάλο βαθμό, χαρακτήρα της νομισματικής πολιτικής.
Τρίτον, το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης καθώς και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα παραμείνουν αμετάβλητα σε 0,00%, 0,25% και -0,50% αντιστοίχως. Το Διοικητικό Συμβούλιο αναμένει ότι τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ θα παραμείνουν στα σημερινά τους ή σε χαμηλότερα επίπεδα έως ότου διαπιστώσει ότι οι προοπτικές για τον πληθωρισμό συγκλίνουν σθεναρά προς επίπεδο πλησίον, σε επαρκή βαθμό, αλλά κάτω του 2%, εντός του χρονικού ορίζοντα προβολής που εξετάζει και ότι αυτή η σύγκλιση αντανακλάται κατά τρόπο συνεπή στη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού.
Τέλος, το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει επίσης να παρέχει άφθονη ρευστότητα μέσω των πράξεων αναχρηματοδότησης που διενεργεί. Πιο συγκεκριμένα, η τρίτη σειρά στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (ΣΠΠΜΑ III) εξακολουθεί να αποτελεί ελκυστική πηγή χρηματοδότησης για τις τράπεζες, στηρίζοντας τη χορήγηση τραπεζικών δανείων σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά.
Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι έτοιμο να προσαρμόσει καταλλήλως όλα τα μέσα που διαθέτει, προκειμένου να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα κινηθεί προς επίπεδα συμβατά με την επιδίωξή του κατά τρόπο διαρκή, σύμφωνα με τη δέσμευσή του για συμμετρία.
Λαγκάρντ: Παραμένει η αβεβαιότητα
H ευρύτερη οικονομική κατάσταση αναμένεται να βελτιωθεί το 2021, τόνισε η Κριστίν Λαγκάρντ αλλά υπογράμμισε ότι παραμένει η αβεβαιότητα γύρω από το βραχυπρόθεσμο outlook, η οποία σχετίζεται συγκεκριμένα με τη δυναμική της πανδημίας και την ταχύτητα των εμβολιασμών.
Στην καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου μετά το πέρας της συνεδρίασης του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η κα Λαγκάρντ ανέφερε ότι η ανάκαμψη στην παγκόσμια ζήτηση και τα επιπρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα στηρίζουν την οικονομική δραστηριότητα στην ευρωζώνη και σε παγκόσμιο επίπεδο. Επισήμανε ωστόσο ότι η διατήρηση των κρουσμάτων κορωνοϊού σε υψηλά επίπεδα, η εξάπλωση των μεταλλάξεων και η σχετιζόμενη παράταση και αυστηροποίηση των περιοριστικών μέτρων βαραίνουν την οικονομική δραστηριότητα στην ευρωζώνη βραχυπρόθεσμα.
Οι συνεχιζόμενοι εμβολιασμοί, μαζί με τη σταδιακή χαλάρωση των μέτρων, στηρίζουν τις προσδοκίες για μια επιτάχυνση της οικονομικής δραστηριότητας, σημείωσε.
Η ίδια υπογράμμισε ότι ο πληθωρισμός έχει κινηθεί υψηλότερα τους τελευταίους μήνες, κυρίως λόγω κάποιων παροδικών παραγόντων και την άνοδο στις τιμές της ενέργειας. Σημείωσε ωστόσο ότι οι υποκείμενες πληθωριστικές πιέσεις παραμένουν υποτονικές εν μέσω αδύναμης καταναλωτικής ζήτησης και προβλημάτων στην αγορά εργασίας και προϊόντων.
Ειδικότερα, η κα Λαγκάρντ ανέφερε ότι ενώ η ΕΚΤ προβλέπει μια σταδιακή αύξηση στις υποκείμενες πληθωριστικές πιέσεις, οι μεσοπρόθεσμες πιέσεις παραμένουν αμετάβλητες.
Στο πλαίσιο αυτό, η διατήρηση ευνοϊκών συνθηκών χρηματοδότησης κατά τη διάρκεια της πανδημίας εξακολουθεί να έχει καθοριστική σημασία. Η ίδια διευκρίνισε ότι οι συνθήκες χρηματοδότησης ορίζονται με έναν ολιστικό τρόπο, λαμβάνοντας υπόψη πολλούς δείκτες, από τις αποδόσεις των κρατικών και εταιρικών ομολόγων μέχρι τις τραπεζικές πιστώσεις. Σημείωσε επίσης ότι τα επιτόκια στην αγορά έχουν αυξηθεί, δημιουργώντας κινδύνους για τις ευρύτερες συνθήκες χρηματοδότησης.