Oταν η 8χρονη Isabella Ivraeus επέστρεψε στο σχολείο στην πόλη Aarhus της Δανίας την Τετάρτη, ήταν δύσκολο να μη δει κανείς τον ενθουσιασμό της ή τον ενθουσιασμό των γονιών της.
Ηταν χαρούμενη που θα έβλεπε ξανά τους φίλους της, δεν είχαν συναντηθεί από κοντά εδώ και 5 εβδομάδες -εκτός από τις συναντήσεις τους στο Facetime- δήλωσε ο πατέρας της, ο οποίος διευθύνει τη δική του επενδυτική επιχείρηση από το σπιτι, στη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας.
Οπως μεταδίδουν οι Financial Times, καθώς η σύζυγός του είναι γιατρός, έπρεπε να φροντίσει τα δύο παιδιά τους και πολλές φορές ήταν δύσκολο να δουλέψει αποτελεσματικά.
Η Δανία έγινε η πρώτη ευρωπαϊκή χώρα που άνοιξε ξανά τα δημοτικά σχολεία και τα νηπιαγωγεία, μετά το lockdown του κορωνοϊού.
Η απόφαση ελήφθη καθώς η πρωθυπουργός Mette Frederiksen χαρακτήρισε εκπληκτική επιτυχία το lockdown, με τους ημερήσιους θανάτους να υποχωρούν, αφότου κορυφώθηκαν πριν από δύο εβδομάδες. Η χώρα είχε 321 θανάτους και 6.679 κρούσματα.
Από την Τετάρτη, εκατοντάδες χιλιάδες μαθητές κάτω των 12 ετών επέστρεψαν στα σχολεία, τα οποία ωστόσο είναι διαφορετικά.
Κάποια μαθήματα γίνονται εκτός τάξεων, ως προφύλαξη για την ασφάλεια τους, την ώρα που κάποιοι ανήσυχοι γονείς εξακολουθούν να κρατάνε τα παιδιά τους στο σπίτι.
Τα σχολεία έχουν αφεθεί να αποφασίσουν τα ίδια πώς θα διαχειριστούν τη βασική απαίτηση -αυτή που ορίζει ότι οι μαθητές πρέπει να έχουν απόσταση 2 μέτρων μεταξύ τους.
Οι τάξεις έχουν μοιραστεί σε δύο τμήματα, σε μεγάλο μέρος της χώρας, με έναν δάσκαλο για κάθε 10 ή 11 μαθητές.
Τα παιδιά στέλνονται όσο το δυνατό περισσότερο έξω, ακόμη και για ορισμένα μαθήματα, και παίζουν αποκλειστικά σε μικρές ομάδες για να περιοριστεί ο κίνδυνος εξάπλωσης του ιού. Κάποιοι μαθητές έχουν μικρότερο ωράριο για να επιτρέπεται σε άλλους να έχουν πρόσβαση στις δομές, σε διαφορετικές ώρες.
Ωστόσο, δεν είναι όλοι ικανοποιημένοι. Ομάδα στο Facebook, που ονομάζεται «το παιδί μου δεν πρέπει να είναι πειραματόζωο για την Covid-19», απέκτησε σύντομα χιλιάδες μέλη. Ενώ πολλά σχολεία δήλωσαν ότι είχαν ποσοστά παρακολούθησης άνω του 90%, κάποιοι γονείς επέλεξαν να κρατήσουν τα παιδιά τους στο σπίτι.