Κάτι λιγότερο από δύο μήνες έχουν περάσει από τη συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ταγίπ Ερντογάν στο περιθώριο της Συνόδου του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους της Λιθουανίας και ο δίαυλος επικοινωνίας των δύο χωρών διατηρείται ανοιχτός.
Το άτυπο μορατόριουμ στο Αιγαίο -έστω με τις λιγοστές αναταράξεις- συνεχίζεται, όπως και οι επαφές κορυφαίων κυβερνητικών στελεχών των δύο πλευρών, αυτή τη φορά σε επίπεδο υπουργών. Ο Γιώργος Γεραπετρίτης βρίσκεται ήδη από χθες στην Άγκυρα, όπου έγινε δεκτός από τον Τούρκο ομόλογό του, υπουργό Εξωτερικών Χακάν Φιντάν, με τον οποίο συζήτησε, σύμφωνα με το ελληνικό υπουργείο, «θέματα που άπτονται των διμερών σχέσεων καθώς και για περιφερειακές εξελίξεις».
Τη στιγμή που δεν είναι μεγάλες οι προσδοκίες για τη διευθέτηση της μίας και μοναδικής εκκρεμότητας που χωρίζει, σύμφωνα με την ελληνική πλευρά, τις δύο χώρες, της οριοθέτησης ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας, η ελληνική κυβέρνηση επιδιώκει την προώθηση της «θετικής ατζέντας», με συνεργασία σε τομείς όπως η οικονομία, ο τουρισμός, οι μεταφορές, το εμπόριο και η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης.
«Η υλοποίηση της (θετικής) ατζέντας θα αποφέρει σημαντικά οικονομικά οφέλη και στις δύο πλευρές», εκτίμησε ο κ. Γεραπετρίτης σε συνέντευξή του στο τουρκικό πρακτορείο ειδήσεων Anadolou. Αρκεί να αναφέρουμε, όπως είπε, «για παράδειγμα, ότι ο όγκος του εμπορίου μεταξύ των δύο χωρών μας έφτασε τα 5,4 δισεκατομμύρια ευρώ το 2022, εντούτοις, εκτός από τα προφανή οικονομικά οφέλη, η υλοποίηση της θετικής ατζέντας διατηρεί επίσης ζωντανό τον μεταξύ μας διάλογο. Αυτός ο διάλογος είναι το μόνο πραγματικό εργαλείο για την επίτευξη προόδου στις σχέσεις μας και την προώθηση των εθνικών συμφερόντων και των δύο πλευρών», σημείωσε.
Παράλληλα, οι δύο υπουργοί επιχείρησαν να καταρτίσουν τον οδικό χάρτη των ελληνοτουρκικών σχέσεων του επόμενου διαστήματος μέχρι και το τέλος του έτους, με πρώτο και σημαντικότερο βήμα τη νέα συνάντηση Μητσοτάκη - Ερντογάν που θα γίνει στη Νέα Υόρκη, γύρω στις 17-18 Σεπτεμβρίου, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ.
Με αυτοπεποίθηση
«Η Ελλάδα προσέρχεται σε κάθε τέτοια συνάντηση με αυτοπεποίθηση, χωρίς, όμως, να είναι αφελής. Αξιολογείται κάθε κίνηση, μέρα μέρα. Επιδιώκουμε τον διάλογο χωρίς καμία διάθεση υποχώρησης στα εθνικά μας συμφέροντα», δήλωσε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης, επαναλαμβάνοντας ότι «είναι ουσιαστικά μία και μοναδική η διαφορά η οποία συζητείται με την Τουρκία, ο καθορισμός ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας, και καμία άλλη. Από εκεί και πέρα, όλα τα υπόλοιπα τα οποία είχαν αναφερθεί, σχετικά με τις σχέσεις των δύο χωρών, σχέσεις συνεργασίας, οικονομικής συνεργασίας, πολιτικής προστασίας και όλο το πλαίσιο το οποίο είχε τεθεί, είναι προφανώς το αντικείμενο των επικείμενων συζητήσεων, τόσο σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών όσο και στην επικείμενη διμερή συνάντηση των δύο ηγετών».
Οι κ. Γεραπετρίτης και Φιντάν αναμενόταν να συζητήσουν και για την επανέναρξη των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης, καθώς και για τη νέα συνεδρίαση -μετά από επτά χρόνια- του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας τον Δεκέμβριο στη Θεσσαλονίκη. Το 2016, στην τελευταία συνεδρίασή του, είχαν συζητηθεί το προσφυγικό και οι διμερείς σχέσεις, υπήρξαν διμερείς συναντήσεις των συμμετεχόντων υπουργών ανά χαρτοφυλάκιο, ενώ υπεγράφησαν συνολικά έξι κείμενα-συμφωνίες.
Το τετ α τετ των δύο ανδρών πραγματοποιήθηκε στον απόηχο των σεναρίων που θέλουν το ενδεχόμενο προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης πιο ρεαλιστικό σε σχέση με κάθε άλλη φορά. Συνεργάτης του Κυριάκου Μητσοτάκη εκτιμά πάντως ότι βρισκόμαστε πολύ μακριά από μια τέτοια εξέλιξη, δεδομένου και του γεγονότος ότι η Τουρκία δεν έχει προσυπογράψει τη Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας και δεν αποδέχεται τη δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης. Συνεπώς τα βήματα που έχει να κάνει είναι μεγάλα και δεν δείχνει διατεθειμένη να προχωρήσει σε αυτά.