Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναμένεται να διατηρήσει την εξουσία μετά τις εκλογές της Κυριακής, αλλά βρίσκεται κάτω από ένα σύννεφο: Ένα σκάνδαλο σχετικά με την παρακολούθηση πολιτικών φίλων και εχθρών έχει εντείνει τις ανησυχίες για το κράτος δικαίου σε μια χώρα που εξακολουθεί να προσπαθεί να θεραπευτεί από την τραυματική κρίση χρέους, γράφει η Wall Street Journal.
Τον τελευταίο χρόνο, η κεντροδεξιά κυβέρνηση του Μητσοτάκη αγωνίστηκε να συμμαζέψει τις αποκαλύψεις ότι η υπηρεσία πληροφοριών, η οποία αναφέρεται στο γραφείο του πρωθυπουργού, κατασκόπευε άτομα από τις τάξεις της ίδιας της κυβέρνησης, βουλευτές της αντιπολίτευσης, δημοσιογράφους, επιχειρηματίες και αρχηγούς του στρατού. Η υπόθεση ονομάστηκε «ελληνικό Watergate».
Το κόμμα του, η Νέα Δημοκρατία, αναμένεται να τερματίσει πρώτο στις εκλογές της Κυριακής με περίπου 35%, σύμφωνα με δημοσκοπήσεις, αλλά θα υπολείπεται της πλειοψηφίας στο κοινοβούλιο, γεγονός που πιθανότατα θα οδηγήσει σε δεύτερες κάλπες.
Σε μια χώρα όπου το βιοτικό επίπεδο δεν έχει ανακάμψει από τη βαθιά ύφεση τη δεκαετία του 2010, η οικονομική ανάπτυξη επιστρέφει επιτέλους. Ο Μητσοτάκης θεωρείται ευρέως ως ικανός, φιλικός προς τις επιχειρήσεις τεχνοκράτης, που έχει καθοδηγήσει την οικονομία σε ταραχώδεις περιόδους, συμπεριλαμβανομένης της πανδημίας Covid-19 και των επιπτώσεων από τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Αλλά η διαχείριση της εξουσίας από τον ίδιο έχει προβληματίσει πολλούς από τους φιλελεύθερους Έλληνες που εναπόθεσαν τις ελπίδες τους σε αυτόν πριν από τέσσερα χρόνια. Η κυβέρνηση έχει κατηγορηθεί ότι άλλαξε τον νόμο προς όφελος τραπεζιτών και στελεχών επιχειρήσεων που αντιμετωπίζουν δίκες για οικονομικά εγκλήματα και ότι χρησιμοποιεί τη δημόσια επιρροή της για την ενίσχυση δικτύων πατρωνίας. Η κυβέρνηση δηλώνει ότι τα μέτρα ήταν διαφανή, απαραίτητα και σύμφωνα με την ευρωπαϊκή πρακτική.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, τα Ηνωμένα Έθνη και τα διεθνή μέσα ενημέρωσης έχουν επισημάνει καταγγελίες για παράνομες απελάσεις προσφύγων και άλλων μεταναστών από ελληνικά ύδατα ή εδάφη. Η Αθήνα απέρριψε όλες τις σχετικές αναφορές.
Η Ελλάδα κατέχει την τελευταία θέση στην ΕΕ σε ό,τι αφορά την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης για δύο συνεχόμενα χρόνια, σύμφωνα με τους Δημοσιογράφους Χωρίς Σύνορα, μια μη κερδοσκοπική οργάνωση με έδρα το Παρίσι. Μεταξύ των επικρίσεων της ομάδας: Λίγοι επιχειρηματίες, οι περισσότεροι με κυβερνητικούς δεσμούς, κυριαρχούν στην ιδιοκτησία των μέσων ενημέρωσης, ενώ οι δημοσιογράφοι αντιμετωπίζουν εκφοβισμό από την παρακολούθηση της κυβέρνησης, τις μηνύσεις, τη σκληρή αστυνόμευση και τη βία από πολιτικούς εξτρεμιστές. Η κυβέρνηση λέει ότι η κατάταξη είναι αναξιόπιστη.
Ερωτηθείς για την υπόθεση των παρακολουθήσεων εκπρόσωπος του πρωθυπουργού είπε: «Αυτό το θέμα έχει συζητηθεί επανειλημμένα δημόσια και στη Βουλή από την κυβέρνηση και δεν έχουμε τίποτε άλλο να προσθέσουμε».
Η κυβέρνηση δεν έχει αρνηθεί ότι οι ελληνικές μυστικές υπηρεσίες παρακολούθησαν πολιτικούς, δημοσιογράφους και άλλους. Πολλά από τα ίδια άτομα στοχοποιήθηκαν επίσης με ισχυρό λογισμικό παρακολούθησης που ονομάζεται Predator, συμπεριλαμβανομένου του Νίκου Ανδρουλάκη, αρχηγού του ΠΑΣΟΚ. Η κυβέρνηση υποστήριξε ότι ιδιωτικοί παράγοντες λειτουργούσαν το Predator. Οι στόχοι παρακολούθησης λένε ότι πιστεύουν πως οι πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν, κοινοποιήθηκαν σε κυβερνητικούς αξιωματούχους. Οι εισαγγελείς ερευνούν. Ο πρωθυπουργός είπε ότι δεν γνώριζε για τις υποκλοπές ή τη χρήση spyware εναντίον πολιτικών και δημοσιογράφων.
Ο Μητσοτάκης είπε την περασμένη εβδομάδα ότι ο Ανδρουλάκης δεν έπρεπε να ήταν υπό παρακολούθηση. «Αυτή η υπόθεση είναι σκιά για την κυβέρνησή μας», δήλωσε κατά τη διάρκεια debate.
Η τραγωδία στα Τέμπη τον Φεβρουάριο, που κόστισε τη ζωή 57 ανθρώπων, αποκαλύπτοντας τα συνεχιζόμενα προβλήματα πατρωνίας και κακοδιαχείρισης στον δημόσιο τομέα της Ελλάδας, έχει επίσης πλήξει το αφήγημα της κυβέρνησης για ανανέωση.
«Τα θέματα που ήρθαν στο φως έχουν αφαιρέσει τη λάμψη από τον Μητσοτάκη», δήλωσε ο Νικ Μαλκουτζής, συνιδρυτής της ιστοσελίδας ανάλυσης για την Ελλάδα MacroPolis.gr. «Αλλά αυτό είναι ένα εκλογικό σώμα που πέρασε την κρίση χρέους, που μπορεί να δει μια οικονομική ανάκαμψη να αναδύεται αργά και που φαίνεται να πιστεύει ότι είναι καλύτερο να αφήσει την οικονομία στα χέρια του Μητσοτάκη» παρά σε εκείνα του ΣΥΡΙΖΑ, που παραλίγο να βγάλει την Ελλάδα από το ευρώ το 2015.
Η Ελλάδα είναι μία από τις πολλές χώρες της ΕΕ όπου οι ανησυχίες για το κράτος δικαίου έχουν πολλαπλασιαστεί την τελευταία δεκαετία, γράφει η εφημερίδα. Αν και οι περισσότερες χώρες της ΕΕ παραμένουν δημοκρατίες με ανταγωνιστικές εκλογές, σε πολλά μέρη οι κυβερνήσεις προσπάθησαν να εδραιώσουν την εξουσία τους ελέγχοντας τα μέσα ενημέρωσης, το δικαστικό σώμα, τις ανεξάρτητες αρχές και άλλους θεσμούς.
Σε όλη την πρόσφατη ιστορία της Ελλάδας, η ιδέα ενός φιλελεύθερου κράτους βασισμένου σε αμερόληπτους κανόνες συναγωνίστηκε με τις συνήθειες πίστης στην οικογένεια, τις φατρίες και τα δίκτυα πατρωνίας. Η σύγχρονη Ελληνική Δημοκρατία αποκαταστάθηκε μόλις το 1974, μετά από χρόνια στρατιωτικής δικτατορίας.
Η σκληρή οικονομική κρίση της δεκαετίας του 2010, η οποία έφερε πικρή πόλωση, αποδυνάμωσε περαιτέρω τους μηχανισμούς ελέγχου, καθώς λαϊκιστικά πρωτοεμφανιζόμενα κόμματα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ και κατεστημένα κόμματα όπως η Νέα Δημοκρατία προσπάθησαν να ελέγξουν τους μοχλούς της εξουσίας.
«Η Ελλάδα είναι ευρωπαϊκή αλλά και βαλκανική. Όλοι οι Έλληνες ηγέτες αισθάνονται την ανάγκη να χρησιμοποιήσουν σκοτεινά μέσα, να δράσουν έξω από το σύστημα για να το ελέγξουν», είπε ένας βετεράνος παρατηρητής της πολιτικής.
Πολλοί ήλπιζαν ότι ο Μητσοτάκης θα ήταν διαφορετικός. Γόνος μιας πολιτικής δυναστείας -μία από τις τρεις οικογένειες που κυριάρχησαν στην ελληνική πολιτική για το μεγαλύτερο μέρος της εποχής μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο- έκανε σπουδές στα πανεπιστήμια του Χάρβαρντ και του Στάνφορντ. Στους προηγούμενους εργοδότες του περιλαμβάνονται η Chase Bank και η McKinsey στο Λονδίνο.
Οι ΗΠΑ ήταν μια σημαντική εμπειρία για τον Μητσοτάκη, δήλωσε ο Kevin Featherstone, μελετητής της σύγχρονης Ελλάδας στο London School of Economics και συγγραφέας ενός βιβλίου για τους Έλληνες πρωθυπουργούς. Μέχρι σήμερα, ο Μητσοτάκης μπορεί να εμφανίζεται πιο άνετα μιλώντας σε ένα διεθνές κοινό στα αγγλικά παρά στην πατρίδα του στα ελληνικά.
Οπως θυμίζει, το 2016, κέρδισε απροσδόκητα την ηγεσία της ΝΔ, χάρη στους κεντρώους υποστηρικτές που τον έβλεπαν ως εκσυγχρονιστή. Ο Κ. Μητσοτάκης είχε επικρίνει έντονα τις αυταρχικές τάσεις του ΣΥΡΙΖΑ, δεσμευόμενος να αποκαταστήσει τους ανεξάρτητους θεσμούς.
Αλλά πίσω στην πατρίδα, υπό έναν συγκεντρωτικό τρόπο διακυβέρνησης που ονόμασε «επιτελικό κράτος», ο Μητσοτάκης έθεσε την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ) υπό τον άμεσο έλεγχό του. Επέλεξε τον ανιψιό του, Γρηγόρη Δημητριάδη, ως επικεφαλής του επιτελείου του παρά την προηγούμενη υπόσχεση να μη διορίσει μέλη της οικογένειας σε ανώτερες θέσεις.
Ο Γρ. Δημητριάδης ήταν καθοριστικός στην προώθηση των προτεραιοτήτων πολιτικής του Μητσοτάκη. Εκτιμούσε την πίστη περισσότερο από κάθε τι και παραγκώνισε αξιωματούχους που δεν μπορούσε να ελέγξει, είπαν άνθρωποι που γνωρίζουν τον πρωθυπουργό. Ο Δημητριάδης δεν απάντησε σε αιτήματα για σχολιασμό.
Η WSJ θυμίζει ότι το σκάνδαλο των υποκλοπών ήρθε στην επιφάνεια με την υπόθεση Θ. Κουκάκη, ενώ ακολούθησε ο Ν. Ανδρουλάκης. Οι κατάλογοι στόχων παρακολούθησης που χτυπήθηκαν τόσο από την ΕΥΠ όσο και από το Predator, που διέρρευσαν σε αντιπολιτευόμενη εφημερίδα, περιελάμβαναν πολλούς ανθρώπους στις τάξεις της ίδιας της κυβέρνησης, υποδηλώνοντας μια επίπονη προσπάθεια παρακολούθησης της πίστης των αξιωματούχων. Η κυβέρνηση ισχυρίστηκε άγνοια και κατηγόρησε «βρώμικα δίκτυα» εντός της ΕΥΠ για τη διαρροή.
Υποστηρίζει ότι η Νέα Δημοκρατία χρησιμοποίησε την πλειοψηφία της στη Βουλή για να μην καταθέσουν βασικοί μάρτυρες στην Εξεταστική Επιτροπή. Άλλοι μάρτυρες αρνήθηκαν να προσέλθουν, επικαλούμενοι διάφορες δικαιολογίες. Η κυβέρνηση απαγόρευσε την ιδιωτική χρήση spyware, το οποίο ήταν ήδη παράνομο, και επανέφερε το δικαίωμα ενημέρωσης για όσους παρακολουθήθηκαν για λόγους εθνικής ασφάλειας, αλλά τρία χρόνια μετά το γεγονός.
ΣΥΡΙΖΑ για WSJ: Ο Κυριάκος Μητσοτάκης συνεχίζει να διασύρει τη χώρα διεθνώς
«Δύο ημέρες πριν τις εκλογές ο κ. Μητσοτάκης συνεχίζει να διασύρει την χώρα διεθνώς. Αυτή τη φορά η Wall Street Journal σε δημοσίευμα της αναφέρεται στην παραβίαση του κράτους δικαίου με το σκάνδαλο των υποκλοπών και την επιχείρηση συγκάλυψης από τον κ. Μητσοτάκη», υπογραμμίζει σε ανακοίνωσή του ο ΣΥΡΙΖΑ.
«Ευτυχώς που υπάρχει ο διεθνής Τύπος και αναδεικνύει την πραγματικότητα που κρύβουν τα περισσότερα ελληνικά ΜΜΕ: Ότι ο κ. Μητσοτάκης ζητάει την ψήφο των πολιτών εν μέσω σκανδάλων και αναπάντητων ερωτημάτων.
Μόνη έγνοια του κ. Μητσοτάκη είναι να ξεπλυθεί στις κάλπες μέσα από τη σιωπή και την συγκάλυψη. Είναι βαθιά γελασμένος όμως αν νομίζει ότι θα το καταφέρει.
Ο ελληνικός λαός έχει ιστορική μνήμη και μεγάλη παράδοση δημοκρατικών αγώνων και κατακτήσεων.
Την Κυριακή, με την νίκη του ΣΥΡΙΖΑ - Προοδευτική Συμμαχία θα επιστρέψει στον τόπο η Δημοκρατία και η Δικαιοσύνη παντού», καταλήγει η ανακοίνωση.