Δεν εξέπληξε την κυβέρνηση η πρωτοφανής επίθεση του Ταγίπ Ερντογάν στον Κυριάκο Μητσοτάκη και μάλιστα σε προσωπικό επίπεδο. «Δεν υπάρχει πια για μένα κανένας Μητσοτάκης. Δεν θα ξανασυναντηθώ ποτέ μαζί του», τόνισε μετά τη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου ο πρόεδρος της Τουρκίας, σε μια παραληρηματική τοποθέτηση, κατηγορώντας τον Έλληνα πρωθυπουργό ότι επιχείρησε να μπλοκάρει την πώληση αμερικανικών μαχητικών αεροσκαφών F-16 στην Άγκυρα. Και αυτό, λίγο μετά το σόου με την καθέλκυση του πρώτου υπερσύγχρονου, γερμανικής προέλευσης, υποβρυχίου που ενισχύει πλέον τον τουρκικό στόλο και λίγο πριν από τις νέες παραβιάσεις τουρκικών μαχητικών πάνω από το Αιγαίο, τις απογευματινές ώρες.
Η ελληνική πλευρά αποδίδει τη στάση Ερντογάν στο πρόσφατο ταξίδι του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Ουάσιγκτον και των αποτελεσμάτων αυτού, τα οποία εκτιμάται πως προκάλεσαν μεγάλο εκνευρισμό στην Άγκυρα.
Δεν είναι τυχαία, εκτιμούν στην κυβέρνηση, η πρόκληση των Τούρκων με τις υπερπτήσεις πάνω από την Αλεξανδρούπολη την περασμένη εβδομάδα, αλλά και της αλυσίδας άλλων λεκτικών και επιχειρησιακών προκλήσεων που ακολούθησαν.
Το Μέγαρο Μαξίμου επέλεξε να απαντήσει σε ήπιους τόνους, μέσω του κυβερνητικού εκπροσώπου Γιάννη Οικονόμου: «Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης υπερασπίζεται σθεναρά και αποτελεσματικά τόσο τα εθνικά μας δίκαια όσο και τη διεθνή νομιμότητα», δήλωσε, διαμηνύοντας ότι «η ελληνική εξωτερική πολιτική είναι ισχυρά βασισμένη στην ιστορία, στο διεθνές δίκαιο και στις συμμαχίες μας, όσο κι αν αυτό ενοχλεί κάποιους. Δεν θα μπούμε σε αντιπαράθεση δηλώσεων με την ηγεσία της Τουρκίας. Η πολιτική μας είναι πολιτική αρχών», κατέληξε στη δήλωσή του ο κυβερνητικός εκπρόσωπος.
Στο πρωθυπουργικό επιτελείο ερμηνεύουν τη συμπεριφορά του Τούρκου προέδρου ως συνέπεια της ανάδειξης των ελληνικών θέσεων από τον πρωθυπουργό στις ΗΠΑ, αλλά και των τουρκικών προκλήσεων, με την παρουσίαση χαρτών με τις υπερπτήσεις πάνω από τα ελληνικά νησιά και τη «γαλάζια πατρίδα» που επικαλείται η Άγκυρα.
Παράλληλα, δεν παραβλέπουν την εσωτερική πολιτική -και όχι μόνο- αναταραχή στην Τουρκία, η οποία αρχίζει να κινείται σε προεκλογικούς ρυθμούς, ενώ λόγω και του απρόβλεπτου χαρακτήρα του Ταγίπ Ερντογάν, αυξάνεται και η ελληνική στρατιωτική επαγρύπνηση για το επόμενο διάστημα. Η πιθανότητα κάποιου θερμού επεισοδίου δεν μπορεί να αποκλειστεί, ενώ τη δική του σημασία έχει το γεγονός ότι τις τελευταίες μέρες παρατηρείται αύξηση των προσφυγικών ροών από το εσωτερικό της Τουρκίας προς την Ελλάδα, τόσο μέσω του Αιγαίου όσο και μέσω του Έβρου.
Το πρόσφατο τετ α τετ -σε καλό κλίμα- των κ.κ. Κυριάκου Μητσοτάκη και Ταγίπ Ερντογάν στις 13 Μαρτίου πλέον δείχνει πολύ μακρινό και οι προσδοκίες ότι οι δύο πλευρές θα εστίαζαν «σε όσα μπορεί να ενώσουν τις δύο χώρες και όχι σε όσα τις χωρίζουν» φαντάζουν ουτοπικές, αναφορικά με τη στάση της Άγκυρας.
Θέμα Τσάμηδων
Και αυτό δεν είναι το μόνο μέτωπο με γειτονική μας χώρα, καθώς χθες, η Αλβανίδα υπουργός Εξωτερικών Όλτα Χάκα επιχείρησε να ανοίξει θέμα Τσάμηδων και άρσης του εμπόλεμου, κατά τη συνάντησή της με τον Νίκο Δένδια. Ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών πάντως απάντησε άμεσα στην αλβανική πρόκληση, σημειώνοντας ότι «οποιαδήποτε προσπάθεια δημιουργίας και συζήτησης μη υπαρκτών ζητημάτων θα μπορούσε να θέσει ζητήματα που αφορούν στην ενταξιακή πορεία της Αλβανίας».
Στο μεταξύ, σήμερα ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα συμμετάσχει στις εργασίες του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ (WEF) στο Νταβός. Μεταξύ άλλων, ο πρωθυπουργός θα συναντηθεί με τον Διευθύνοντα Σύμβουλο του επενδυτικού ταμείου Mubadala, Khaldoon Khalifa Al Mubarak, τον ιδρυτή και Διευθυντή Επενδύσεων του επενδυτικού φορέα Bridgewater Associates, Ray Dalio, τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της Jigsaw, Jared Cohen, καθώς και τον Εκτελεστικό Πρόεδρο και Διευθύνοντα Σύμβουλο της εταιρείας μεταφοράς και αποθήκευσης πρώτων υλών Trafigura, Jeremy Weir.
Πέραν της προσπάθειας προσέλκυσης επενδύσεων, ο πρωθυπουργός θα συμμετάσχει και θα κάνει μία από τις τρεις εισαγωγικές τοποθετήσεις, μαζί με την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Christine Lagarde και τον πρωθυπουργό της Ισπανίας Pedro Sánchez, σε δείπνο με αντικείμενο τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ευρώπη και τον παγκόσμιο ρόλο της Ε.Ε. μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.