Έκκληση στους εκπαιδευτικούς να εμβολιαστούν έκανε ο πρωθυπουργός, μιλώντας στη Βουλή για το νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας. Ξεκαθάρισε δε ότι όσοι δεν το πράξουν, θα κληθούν να κάνουν συχνά εργαστηριακά (όχι self-test) τεστ και θα υποστούν τη σχετική ταλαιπωρία.
«Καθώς πλησιάζει ο Σεπτέμβρης, το πρώτο μας μέλημα είναι να επιστρέψουν όλα τα παιδιά στο σχολείο στη δια ζώσης εκπαίδευση, με τη μεγαλύτερη δυνατή ασφάλεια. Έχουμε για δύο χρονιές λειτουργήσει με την πανδημία. Η τηλεκπαίδευση δεν μπορεί να υποκαταστήσει τη φυσική παρουσία μαθητών στην τάξη. Θέλουμε τα παιδιά στο σχολείο. Για να γίνει αυτό, θα πρέπει όλοι να συμφωνήσουμε να πείσουμε τους ανεμβολίαστους εκπαιδευτικούς να κάνουν το βήμα και να εμβολιαστούν», τόνισε ο πρωθυπουργός.
Όπως είπε, «μας απασχόλησε το ενδεχόμενο του υποχρεωτικού εμβολιασμού τους. Το συζητήσαμε γιατί η εκπαιδευτική διαδικασία έχει χαρακτηριστικά, που σημαίνει ότι είναι δύσκολη η αναπλήρωση του εκπαιδευτικού προσωπικού. Στην παρούσα συγκυρία δεν θα ήταν η ιδανική λύση. Άνω του 70% των εκπαιδευτικών έχει εμβολιαστεί. Να στείλουμε όλα τα κόμματα μήνυμα για τους κινδύνους που εγκυμονεί ο ιός για την υγεία των εκπαιδευτικών. Ο ιός θα κυκλοφορεί σε παιδιά μικρότερης ηλικίας, άρα θα είναι εκτεθειμένοι στην πιθανότητα να αρρωστήσουν».
Το τέταρτο κύμα, σημείωσε ο κ. Μητσοτάκης, «αφορά κυρίως ανεμβολίαστους συμπολίτες. Έχουν ευθύνη στον εαυτό τους και στην οικογένειά τους να εμβολιαστούν. Αλλά και απέναντι στα παιδιά, γιατί η αναπλήρωση εκπαιδευτικού δεν είναι απλή υπόθεση. Θα καταστεί δύσκολο να προχωράμε σε αναπληρώσεις, αν αρρωστήσει μαζικά μεγάλος αριθμός. Επαναλαμβάνω το μήνυμά μου στους εκπαιδευτικούς να εμβολιαστούν. Να ζητήσω από τους εκπαιδευτικούς που έχουν κάνει το εμβόλιο, να πείσουν τους συναδέλφους τους, χρησιμοποιώντας επιχειρήματα λογικής. Οι εκπαιδευτικοί που θα επιλέξουν να μην εμβολιαστούν, θα υποστούν πρόσθετη ταλαιπωρία. Θα ζητήσουμε και περιμένουμε από την επιτροπή να κάνει την πρότασή της για συχνά εργαστηριακά τεστ (σ.σ. όχι self-test), για να προσέλθουν οι εκπαιδευτικοί στην τάξη».
Ο πρωθυπουργός υπενθύμισε ότι έχει ανοίξει η πλατφόρμα για παιδιά 12-15 ετών. «Η απόφαση να εμβολιάσει κάποιος το παιδί του είναι προσωπική, που πρέπει να συζητηθεί με τους γιατρούς και η κάθε οικογένεια θα κάνει αυτό που πιστεύει ότι είναι το καλύτερο. Αν είχα παιδί στην ηλικία αυτή, δεν θα είχα δισταγμό να το εμβολιάσω. Έχουμε ενθαρρυντικές ενδείξεις για εμβολιασμό στους νέους. Πιστεύω ακράδαντα ότι αυτή είναι η σωστή λύση και τα παιδιά από 12 και πάνω πρέπει να εμβολιαστούν», είπε.
Πριν από 25 μήνες, τόνισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, «η κυβέρνηση κατέθετε στην αίθουσα αυτή το δεύτερο νομοσχέδιο στις πρώτες αλλαγές στην παιδεία. Έκτοτε, όπως είπε η υπουργός, μεσολάβησαν δεκάδες παρεμβάσεις που μπορούμε να πούμε ότι μεγάλο κομμάτι του προεκλογικού μας προγράμματος έχει ολοκληρωθεί σε επίπεδο νομοθετικού έργου. Απομένει και η εφαρμογή για να αλλάξει όψη η δημόσια εκπαίδευση. Μέσα στην πανδημία, η χώρα έκανε με επιτυχία το μεγάλο ψηφιακό άλμα, αναγκαστικό, της διδασκαλίας από απόσταση. Με την ευκαιρία, ευχαριστώ τους εκπαιδευτικούς που υποστήριξαν τη διαδικασία και κράτησαν ζωντανή την εκπαίδευση στην πανδημία, έτσι ώστε τα παιδιά να μην αποξενωθούν από το σχολείο».
Ο πρωθυπουργός τόνισε την ανάγκη η δημόσια εκπαίδευση να καταστεί εθνική προτεραιότητα και μοχλός της κοινωνικής κινητικότητας, ενώ προανήγγειλε πως η τεχνολογία θα τρέχει οριζόντια σε όλες τις τάξεις.
«Η σχολική διαδρομή», ανέφερε, «πρέπει να γίνει και στην Ελλάδα η γόνιμη διαδρομή του παιδιού και του εφήβου, πρώτου σταθμού του ενήλικου. Ο μαθητής πρέπει να μαθαίνει διαρκώς, να προσαρμόζεται σε μια ομάδα και εκεί έγκειται η δύναμη των ήπιων δεξιοτήτων. Τα παιδιά μας να μπορούν να διδάσκονται ρομποτική, αλλά να μην αντιδρούν ως ρομπότ. Τα σχολεία θα έχουν την ελευθερία να συγκροτούν τα δικά τους ακαδημαϊκά προγράμματα, να συνεργάζονται με άλλους φορείς σε κοινές δράσεις. Ο διευθυντής αναλαμβάνει τον ρόλο του διευθυντή. Αξιολογεί και αναλαμβάνει την επιμόρφωση. Έτσι, θα μεταφέρεται το βάρος της εκπαίδευσης από το υπουργείο στο σχολείο».
Ο κ. Μητσοτάκης υπογράμμισε την αξία της αξιολόγησης. «Όταν ένας οργανισμός απελευθερώνεται, πρέπει να υπάρχει ένα πλαίσιο ελέγχου. Πρόκειται για μια δικλίδα ασφαλείας αλλά και ένα εργαλείο βελτίωσης του παρεχόμενου εκπαιδευτικού έργου. Εφαρμόζεται παντού. Η χρησιμότητά της πρέπει να αναγνωριστεί καθολικά και στη χώρα μας. Αφορά τη σχολική μονάδα και τους λειτουργούς της. Είναι περιττό να απαντήσω στην κριτική για την αξιολόγηση. Όχι μόνο γιατί εδράζεται σε μύθους, αλλά γιατί επίσης η αξιολόγηση αποτελεί ώριμο ένδυμα της κοινωνίας. Επτά στους δέκα πολίτες κρίνουν απαραίτητη την αξιολόγηση. Παντού στην Ευρώπη είναι κανόνας. Δεν αμφισβητείται αυτό και αποτελεί συστατικό της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Σκοπός μου είναι να αναδείξω το κοινωνικό περιεχόμενο αυτής της μεταρρύθμισης. Γιατί αν υπάρχει ένας δρόμος για την προσωπική ανέλιξη στην Ελλάδα, ο δυναμικός βατήρας του για να τρέξει πρέπει να είναι το δημόσιο σχολείο».
Απευθυνόμενος στον Αλέξη Τσίπρα, ο κ. Μητσοτάκης τόνισε: «Είναι καιρός να σοβαρευτείτε και να σταματήσετε. Δεν γίνεται να μην υπάρχει μια στοιχειώδης βάση εισαγωγής για τα πανεπιστήμια. Όπως δεν γίνεται να μην έχουν λόγο τα ιδρύματα για τον αριθμό των φοιτητών που θα υποδέχονται. Ξανασκεφτείτε αυτή την τόσο άτοπη υπόσχεση που εύκολα εκτοξεύσατε, ότι δήθεν θα κρατούν οι υποψήφιοι τους βαθμούς τους. Τους κλείνετε το μάτι με ψηφοθηρική λογική. Δεν είναι κάτι που αντίκειται στην ίδια την ακεραιότητα των πανελλαδικών εξετάσεων, είναι μια κατάφωρη αδικία για την επόμενη γενιά, που θα θέλει να διεκδικήσει την είσοδό της στην ανώτατη εκπαίδευση».
«Το τέταρτο κύμα αφορά τους ανεμβολίαστους»
«Όταν αγωνιζόμαστε να πείσουμε τους πολίτες να εμβολιαστούν, δεν διχάζουμε. Προσπαθούμε, με όλα τα δεδομένα και τα μέσα στη διάθεσή μας, να επιχειρηματολογήσουμε στέρεα γιατί ο εμβολιασμός είναι η μόνη λύση για να αντιμετωπίσουμε οριστικά την πανδημία. Κάνουμε αυτό που προσπαθούν να κάνουν όλες οι κυβερνήσεις του κόσμου», τόνισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη δευτερολογία του.
Το τέταρτο κύμα, σημείωσε, «αφορά τους ανεμβολίαστους. Κάνω και πάλι έκκληση στους συμπολίτες μας που δεν έχουν πάρει την απόφαση, να σπεύσουν και να εμβολιαστούν για να υπερασπιστούν πρώτα απ’ όλα τους εαυτούς τους».
Ο πρωθυπουργός εξέφρασε τη λύπη του στον κ. Τσίπρα «που κάνατε πίσω στο ζήτημα του υποχρεωτικού εμβολιασμού υγειονομικών και εργαζομένων στις Δομές Φιλοξενίας. Όταν πατάτε σε δύο βάρκες και δεν αρέσετε σε κανέναν τελικά».
Η συζήτηση για την ελάχιστη βάση εισαγωγής, τόνισε ο κ. Μητσοτάκης, «είναι καλό που γίνεται σήμερα, μιλάμε ανοιχτά για το πώς αντιλαμβανόμαστε τη δημόσια εκπαίδευση. Η απόφασή μας δεν είναι δημοφιλής απόφαση, αλλά δύσκολη και έχει πολιτικό κόστος. Ταράζει τα νερά της εκπαίδευσης γιατί έχει ως αποτέλεσμα να μειωθεί ο αριθμός που μπαίνουν στο Πανεπιστήμιο. Ήταν στο προεκλογικό μας πρόγραμμα».
Αναγνώρισε ότι «υπήρχαν περιπτώσεις παιδιών που έγραψαν καλά, αλλά δεν έπιασαν την ελάχιστη βάση στο ειδικό μάθημα που είχε θέσει το Πανεπιστήμιο. Κάποιοι όμως άλλοι έγραψαν καλύτερα από τα παιδιά αυτά, αυτή είναι η λογική των εξετάσεων, είναι ένα ανταγωνιστικό σύστημα και επιβραβεύονται αυτοί που γράφουν καλύτερα. Και αν υπάρχουν κάποιες ειδικές περιπτώσεις, εδώ είμαστε για να δούμε αν στο μέλλον μπορούν να διορθωθούν, όμως δεν ακυρώνουν τη συνολική μας πολιτική».
Ο κ. Μητσοτάκης μίλησε για «τεράστια δυσαρμονία μεταξύ της προσφοράς και της ζήτησης από την αγορά εργασίας. Άλλα πράγματα σπουδάζουν τα παιδιά μας και άλλα ζητάει η αγορά. Δεν θέλω να καθοδηγώ παιδιά προς τμήματα που δεν τα ενδιαφέρουν, να φτάσουν 24 ετών και μετά να κάνουν τι;»
Καλύτερος χορηγός των κολλεγίων, ανέφερε προς τον κ. Τσίπρα, «γίνεστε εσείς, γιατί ξεχνάτε ότι τα δημόσια ΙΕΚ είναι μια εξαιρετική επιλογή για τα παιδιά. Μπορεί να μην έχουν το κύρος που έχει το Πανεπιστήμιο -κάτι που προσπαθούμε να το αλλάξουμε, αλλά συχνά βρίσκουν πιο εύκολα δουλειά τα παιδιά από τα ΙΕΚ». Κατήγγειλε εξάλλου ότι η Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έκανε προσκλήσεις εκπαιδευτικών, δεχόμενη και αποφοίτους κολλεγίων, καθώς και ότι πέρναγε βουλευτικές τροπολογίες με τις οποίες «συστήνατε τμήματα, χωρίς καμία μελέτη, παντού για να ικανοποιηθούν οι βουλευτές σας και οι τοπικές κοινωνίες».