Σφοδρή είναι η αντιπαράθεση κυβέρνησης και αντιπολίτευσης στην Ολομέλεια, καθώς ξεκίνησε η τριήμερη συζήτηση του εργασιακού νομοσχεδίου. Η συζήτηση διεξάγεται σε υψηλούς τόνους, με μια σειρά διατάξεων που αφορούν στο ωράριο (π.χ. διευθέτηση χρόνου εργασίας και με ατομικές συμβάσεις) να βρίσκονται στο επίκεντρο.
Στη «μάχη» του εργασιακού, η κυβέρνηση εστιάζει σε μια σειρά διατάξεων, όπως η άδεια στους νέους πατέρες, το δικαίωμα «αποσύνδεσης» στην περίπτωση της τηλεργασίας και η προστασία από φαινόμενα παρενόχλησης στους χώρους δουλειάς. Παράλληλα κατηγορεί την αντιπολίτευση για στείρα άρνηση και για «ξύλινο λόγο».
Την ίδια στιγμή, ο ΣΥΡΙΖΑ μιλά για τη «μητέρα των μαχών» και κάνει λόγο για ρυθμίσεις που ουσιαστικά οδηγούν στην κατάργηση του οκταώρου και σε ενίσχυση των ατομικών συμβάσεων. Σφοδρά πυρά στο νομοσχέδιο εξαπολύουν και όλα τα κόμματα της ελάσσονος αντιπολίτευσης, που θα καταψηφίσουν επί της αρχής.
H σημερινή συνεδρίαση ξεκίνησε με ενστάσεις αντισυνταγματικότητας από εκπροσώπους κομμάτων της αντιπολίτευσης. Μιλώντας στην Ολομέλεια, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ Πάνος Σκουρλέτης κάλεσε την κυβέρνηση «να αποσύρει το νομοσχέδιο, έστω και την ύστατη στιγμή, βλέποντας την πάνδημη αντίθεση της κοινωνίας» και κατέθεσε ένσταση αντισυνταγματικότητας.
Την απόσυρση των άρθρων 55 έως 125 ζήτησε ο εισηγητής του Κινήματος Αλλαγής Γιώργος Μουλκιώτης, σημειώνοντας ότι η Κοινοβουλευτική Ομάδα του κόμματος δέχεται τη διατήρηση μόνο του σκέλους του νομοσχεδίου που αναφέρεται στην κύρωση των διεθνών συμβάσεων. «Ζητάμε την απόσυρση του νομοσχεδίου» ανέφερε από το ΚΚΕ ο Θανάσης Παφίλης, επισημαίνοντας πως «καταθέτουμε ένσταση αντισυνταγματικότητας» καθώς το νομοσχέδιο «κατεδαφίζει το εργατικό δίκαιο».
Την Τετάρτη στη Βουλή θα γίνει ονομαστική ψηφοφορία, καθώς για διαφορετικούς λόγους σχετικό αίτημα θα καταθέσουν τόσο η Νέα Δημοκρατία όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ. Από τη μια πλευρά, η κυβέρνηση εκτιμά πως με τον τρόπο αυτό η αντιπολίτευση θα «αναγκαστεί» να ψηφίσει ένα μέρος των θετικών διατάξεων. Από την άλλη πλευρά, η αξιωματική αντιπολίτευση επικεντρώνει την κριτική της στις ρυθμίσεις που προβλέπουν διευθέτηση του χρόνου εργασίας με ατομικές συμβάσεις και αλλαγές στο ωράριο.
Ο εισηγητής της Νέας Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Μαραβέγιας -με αφορμή τα πυρά της αντιπολίτευσης- σημείωσε στην Ολομέλεια πως όλο το προηγούμενο διάστημα ακούστηκαν μυθεύματα για το νομοσχέδιο. Παράλληλα κατηγόρησε την αντιπολίτευση πως οδηγεί την αντιπαράθεση στα άκρα, σημειώνοντας πως «οι πολίτες απορρίπτουν τον ξύλινο λόγο». Συνέχισε λέγοντας «η κυβέρνηση με το νομοσχέδιο έρχεται να υλοποιήσει σειρά δεσμεύσεών της», ενώ όσον αφορά στο οκτάωρο -θέμα που σηκώνει ιδιαίτερα η αντιπολίτευση- σημείωσε πως δεν καταργείται.
Η τομεάρχης Εργασίας της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της αξιωματικής αντιπολίτευσης Μαριλίζα Ξενογιαννακοπούλου υπογράμμισε πως από την κυβερνητική πλευρά το μόνο που ακούγεται είναι συκοφαντίες ενάντια στην αντιπολίτευση. «Η κυβέρνηση έχει κηρύξει πόλεμο διαρκείας στους εργαζόμενους» υπογράμμισε και μίλησε για «νομοσχέδιο-έκτρωμα». Συνέχισε λέγοντας προς την κυβερνητική πτέρυγα, «είστε απόλυτα απομονωμένοι στη Βουλή, όπως είστε και απόλυτα απομονωμένοι στην κοινωνία».
ΣΥΡΙΖΑ: Ένσταση αντισυνταγματικότητας κατά του νομοσχεδίου
"Το Σύνταγμα με το άρθρο 22 παρ.1 προβλέπει ρητά ότι «Η εργασία αποτελεί δικαίωμα και προστατεύεται από το Κράτος, που μεριμνά για τη δημιουργία συνθηκών απασχόλησης όλων των πολιτών και για την ηθική και υλική εξύψωση του εργαζόμενου αγροτικού και αστικού πληθυσμού.» Με το ίδιο άρθρο παρ.2 προβλέπει ότι «Με νόμο καθορίζονται οι γενικοί όροι εργασίας, που συμπληρώνονται από τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας συναπτόμενες με ελεύθερες διαπραγματεύσεις και, αν αυτές αποτύχουν, με τους κανόνες που θέτει η διαιτησία.»".
Τα παραπάνω αναφέρει ανακοίνωση του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. - Προοδευτική Συμμαχία κατά του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.
Αναλυτικά:
"Με το άρθρο 20 παρ.1 του Συντάγματος κατοχυρώνεται το δικαίωμα στην έννομη προστασία.
Η συνδικαλιστική ελευθερία είναι θεμελιώδες δικαίωμα των εργαζομένων, που προστατεύεται, εκ του άρθρου 23 παρ.1 του Συντάγματος, αλλά και από Διεθνείς Συμβάσεις και Συνθήκες που δεσμεύουν τη χώρα μας.
Η συνδικαλιστική ελευθερία αποτελεί μια δυναμική σύνθεση του δικαιώματος ελεύθερης ίδρυσης και συμμετοχής σε συνδικαλιστικές οργανώσεις, του δικαιώματος ελεύθερης συλλογικής διαπραγμάτευσης των όρων εργασίας και σύναψης συλλογικών συμβάσεων εργασίας (ΣΣΕ) και του δικαιώματος συλλογικής δράσης και κινητοποίησης για την προστασία των εργατικών συμφερόντων και την προώθηση των εργατικών διεκδικήσεων με όρους συλλογικότητας και αλληλεγγύης.
Το Σύνταγμα του 1975 συνεπώς, προστατεύει από κοινού με την συνδικαλιστική ελευθερία και την ακώλυτη άσκηση των συναφών προς αυτήν δικαιωμάτων, ήτοι την απεργία και την συλλογική αυτονομία, που αποτελούν ειδικά συνδικαλιστικά δικαιώματα (με ειδική συνταγματική προστασία και βάρος). Η απόλυτη προστασία του πυρήνα που παρέχεται σε όλα τα συνταγματικά δικαιώματα έναντι κάθε νομοθετικής επέμβασης που απαγορεύει ή καταργεί τα δικαιώματα, ειδικά για τα συνδικαλιστικά δικαιώματα επεκτείνεται και πέραν του πυρήνα τους.
Πρόκειται για μια περιοχή προστασίας που το άρθρο 23 παρ. 2 τελ. εδάφιο του Συντάγματος, ειδικά για την απεργία, αναφέρει ως περιοχή ακώλυτης άσκησης. Αυτό σημαίνει ότι ο κοινός νόμος υπερκεράζει τη συνταγματική προστασία όχι μόνο όταν καταλύει τον πυρήνα του δικαιώματος, π.χ. με την απαγόρευση ή την κατάργησή του, αλλά και όταν θέτει περιορισμούς που «παρεμποδίζουν τη νόμιμη άσκησή του». Με άλλα λόγια η απόλυτη προστασία του πυρήνα των συνταγματικών δικαιωμάτων επεκτείνεται εδώ για να περιλάβει και τους νομοθετικούς περιορισμούς που ναι μεν δεν θίγουν τον πυρήνα των δικαιωμάτων, παρεμποδίζουν ωστόσο τη νόμιμη άσκησή τους.
Τα θεμελιώδη αυτά δικαιώματα των εργαζομένων δίνουν το νόημα της ελεύθερης συνδικαλιστικής δράσης και αποτελούν τις εγγυήσεις της.
Οι εγγυήσεις αυτές αποτελούν τα ελάχιστα όρια προστασίας της συλλογικής αυτονομίας των συνδικαλιστικών οργανώσεων από την παρέμβαση του Κράτους και των εργοδοτών.
Οι συνταγματικές διατάξεις που εγγυώνται την ίδρυση σωματείων και συνδικαλιστικών οργανώσεων, την συνδικαλιστική ελευθερία, την συλλογική αυτονομία και το δικαίωμα απεργίας είναι αυτές των άρθρων 12 παρ.1 και 2, 23 παρ.1 και 2 και 22 παρ.1, 2, και 3.
Σε αυτήν την κατεύθυνση είναι και η δήλωση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων (10/6/2021): «Το σχέδιο νόμου για τα εργασιακά που εισήχθη στη Βουλή φαίνεται να κανονικοποιεί την απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων και να ανατρέπει την ουσία του προοδευτικού για την εποχή του συνδικαλιστικού νόμου 1264/82. Κυρίως όμως κλονίζει τη Συνταγματική ισορροπία ανάμεσα στο δικαίωμα της ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής και στην υποχρέωση του Κράτους να μεριμνά για την «ηθική και υλική εξύψωση του εργαζόμενου πληθυσμού» και να διασφαλίζει την ανεμπόδιστη άσκηση συνδικαλιστικών δικαιωμάτων ιδιαίτερα το δικαίωμα στην απεργία (άρθρα 22 και 23 Σ)... Θεωρούμε ότι η ψήφιση του Νομοσχεδίου συνιστά σημαντική θεσμική οπισθοδρόμηση και θα διευρύνει την ήδη υφιστάμενη νομική και πραγματική ανισότητα στις εργασιακές σχέσεις.»
Γενική παρατήρηση για ασυμβατότητα προς το Σύνταγμα ρυθμίσεων του Νομοσχεδίου για το ατομικό εργατικό δίκαιο.
Με βασικές ρυθμίσεις του Νομοσχεδίου προκρίνεται η ατομική σύμβαση εργασίας ως εργαλείο επιβολής όρων εργασίας από τον εργοδότη στον εργαζόμενο και αποκλείεται συγχρόνως η συλλογική σύμβαση εργασίας ως παράγοντας διάπλασης των όρων εργασίας. Αυτή είναι, μεταξύ άλλων, η περίπτωση του άρθρου 58 για τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας (κατάλυση του 8ώρου) με ατομική σύμβαση εργασίας, όπως και η περίπτωση του άρθρου 68 για τη σύμβαση εξαρτημένης εργασίας στη λεγόμενη οικονομία της πλατφόρμας. Το άρθρο αυτό (68) αφήνει ελεύθερο τον εργοδότη να επιβάλει στον εργαζόμενο την «έξωσή» του από το πεδίο εφαρμογής της εργατικής νομοθεσίας.
Πρόκειται για ρυθμίσεις που παραβιάζουν τόσο την αρχή της (ουσιαστικής διαπραγματευτικής) ισότητας του άρθρου 4 παρ. 1 του Συντάγματος όσο και το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος που προστατεύει την ελευθερία των συμβάσεων, που στην περίπτωση των ατομικών συμβάσεων μεταξύ εργοδότη εργαζομένου συρρικνώνεται μέχρι εξαφάνισης για τον εργαζόμενο. Στον βαθμό που με τις επίμαχες ρυθμίσεις αποκλείεται η συλλογική σύμβαση εργασίας παραβιάζεται και το άρθρο 22 παρ. 2 του Συντάγματος που απωθεί την ατομική σύμβαση και προκρίνει στη θέση της τη συλλογική σύμβαση".
Χατζηδάκης σε αντιπολίτευση: Αν πηγαίνατε σε τουρνουά ψέματος θα το κερδίζατε
Για fake news όσον αφορά στο εργασιακό νομοσχέδιο έκανε λόγο ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Κωστής Χατζηδάκης, μιλώντας στη Βουλή. Κατηγόρησε τον ΣΥΡΙΖΑ πως «ξιφουλκεί εναντίον του εαυτού του».
Εξαπέλυσε σφοδρή επίθεση στην αντιπολίτευση. Ειδικότερα σημείωσε «δεν σας ενοχλεί το νομοσχέδιο αλλά η απόγνωση που έχετε από τις δημοσκοπήσεις» και προσέθεσε πως η αντιπολίτευση ανησυχεί για το «χάσμα που μεγαλώνει» και όχι για τους εργαζόμενους.
Συνέχισε λέγοντας προς την αντιπολίτευση «έχετε μια απέχθεια προς την αλήθεια, που θα διεκδικούσε ίσως ένα παγκόσμιο ρεκόρ. Αν πηγαίνατε σε ένα τελικό θα ξεπερνάγατε τον Τσιτσιπά με τον αντίστοιχο ψεύτη παγκοσμίως. Θα το κερδίζατε το τουρνουά ψέματος».
Από το βήμα της Βουλής ο υπουργός Εργασίας είπε προς την αντιπολίτευση «συμφωνείτε σε 85 από τα 129 άρθρα του νομοσχεδίου, εξαιρώ το ΚΚΕ. Αν συμπεριλάβω και το ΣΕΠΕ θα φτάναμε στα 109 άρθρα». Παράλληλα αναφέρθηκε σε μια σειρά ρυθμίσεων που περιλαμβάνονται στο νομοσχέδιο, μεταξύ των οποίων είναι η άδεια στους νέους πατέρες, τα μέτρα για την αντιμετώπιση της βίας και της σεξουαλικής παρενόχλησης στον χώρο εργασίας, οι διατάξεις για τους εργαζομένους στα delivery, η καθιέρωση του δικαιώματος αποσύνδεσης στην τηλεργασία και η εισαγωγή της ψηφιακής κάρτας εργασίας.
Όσον αφορά στη διευθέτηση του χρόνου εργασίας είπε «οι ατομικές συμβάσεις που εισάγουμε, ισχύουν στην πλειονότητα των κρατών μελών της Ε.Ε. Μέσα σε αυτά τα κράτη είναι η Ισπανία και η Πορτογαλία, που κυβερνούν οι σοσιαλιστές με την αριστερά να είναι συγκυβέρνηση. Δείτε τι κάνουν οι σύντροφοι σας». Παράλληλα έκανε αναφορά σε ρυθμίσεις που είχαν περάσει στο παρελθόν για το θέμα αυτό και κατηγόρησε τον ΣΥΡΙΖΑ πως «ξιφουλκεί εναντίον του εαυτού του». Για να προσθέσει «πόση πια υποκρισία και ψέμα. Τόσα fake news όσο σε αυτό το νομοσχέδιο δεν έχω δει».
Ένταση επικράτησε στην αίθουσα όταν ο υπουργός έκανε αναφορές στις προωθούμενες αλλαγές στο λεγόμενο συνδικαλιστικό νόμο. Σε υψηλούς τόνους ο Κ. Χατζηδάκης εξαπέλυσε βέλη στην αντιπολίτευση, λέγοντας «εσείς είστε με τους εργατοπατέρες, εμείς είμαστε με την κοινωνία. Εσείς είστε με την καθυστέρηση, εμείς είμαστε με την Ευρώπη. Εσείς είστε με την αντίδραση, εμείς είμαστε με την πρόοδο».
Αντιδράσεις έξι πρώην υπουργών και βουλευτών από τους κόλπους της ΝΔ
Με το εργασιακό νομοσχέδιο που συζητείται στην Ολομέλεια της Βουλής η κυβέρνηση κάνει πολλά βήματα πίσω, αναφέρει κοινή δήλωση έξι πρώην υπουργών και βουλευτών από τους κόλπους της ΝΔ (Χρήστου Ζώη, π. Υπουργού Άρη Σπηλιωτόπουλου, π. Υπουργού Νίκου Σταυρογιάννη, π. Βουλευτού και Δημάρχου Λαμίας
Σάββα Τσιτουρίδη, π. Υπουργού Ευάγγελου Αντώναρου, π. Κυβερνητικού Εκπροσώπου Κρινιώς Κανελλοπούλου, π. Βουλευτού).
Αναλυτικά:
«Με πρόσχημα τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και με τη στήριξη ενός ισχυρού εργοδοτικού και μιντιακού κατεστημένου η κυβέρνηση κάνει μια επιλογή θεσμικής οπισθοδρόμησης που βρίσκεται σε προφανή αναντιστοιχία τόσο με την ιδεολογία μιας ιστορικής παράταξης που διαχρονικά εξέφραζε τον κοινωνικό φιλελευθερισμό όσο και με τις προεκλογικές εξαγγελίες της.
Με το νομοσχέδιό της η κυβέρνηση αφαιρεί από το δημοκρατικό και κοινωνικό κεκτημένο που κατακτήθηκε σε προηγούμενες δεκαετίες και ενισχύεται μέχρι και σήμερα σε όλο τον υπόλοιπο ευρωπαϊκό χώρο, αφού υπονομεύει κατοχυρωμένα εργασιακά δικαιώματα και περιορίζει την άσκηση συνδικαλιστικών ελευθεριών.
Κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι άλλωστε ότι η Επιστημονική Επιτροπή της Βουλής εγείρει σοβαρές ενστάσεις για κεντρικές διατάξεις του νομοσχεδίου — και μάλιστα στην επίμαχη διάταξη των ατομικών συμβάσεων — όπου διαπιστώνει: “…στην επιστήμη του εργατικού δικαίου αμφισβητείται εν γενεί η αυθεντικότητα των ατομικών συμφωνιών λόγω ακριβώς της εξάρτησης του εργαζομένου από τον εργοδότη”.
Η κυβέρνηση είχε δεσμευτεί προεκλογικά για σταθερότητα και προστασία στον χώρο της εργασίας. Αντί γι’ αυτά και χωρίς ουσιαστική συζήτηση και συναινέσεις, διευρύνει την υφιστάμενη νομική και πραγματική ανισότητα στις εργασιακές σχέσεις προκρίνοντας, μεταξύ των άλλων:
- ατομικές αντί των συλλογικών συμβάσεων
- καταργώντας ουσιαστικά το 8ωρο
- επιβάλλοντας περισσότερες και φθηνότερες υπερωρίες, εργάσιμες Κυριακές για όλους
- επιβάλλοντας σπαστό ωράριο στην μερική απασχόληση
- διευκολύνοντας ανεξέλεγκτες ουσιαστικά απολύσεις και σημαντικούς περιορισμούς στα συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα του συνδικαλισμού και της απεργίας
Οι κυβερνητικές επιλογές πλήττουν κατ’ εξοχήν τη νέα γενιά, αφού την καταδικάζουν σ’ ένα μέλλον φθηνής και ελαστικής εργασίας και εργασιακής ανασφάλειας με βέβαια συνέπεια την περαιτέρω ενίσχυση του ρεύματος φυγής από την χώρα. Επίσης η αύξηση των υπερωριών θα περιορίσει ακόμη τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας σε μια εποχή αυξημένης ανεργίας.
Απαιτούνται πολιτικές που θα ενισχύουν και θα κατοχυρώνουν τις σχέσεις ισοτιμίας μεταξύ εργοδότη και εργαζομένων. Όμως η κυβέρνηση με την επιλογή της εκχωρεί δικαιώματα των εργαζομένων σε εργοδοτικά συμφέροντα προς όφελος της μεγαλύτερης κερδοφορίας των επιχειρήσεων. Αδιαφορεί ακόμη για την υγεία, ασφάλεια, αξιοπρέπεια και τη διασφάλιση ισορροπίας μεταξύ της προσωπικής, οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής των εργαζομένων χρησιμοποιώντας ακόμη και έωλα επιχειρήματα του τύπου ότι ο εργαζόμενος (των 700 και 800 ευρώ!) θα έχει τη δυνατότητα να επιλέξει δήθεν μεταξύ υπερωριακής αμοιβής και ρεπό.
Με τις κυβερνητικές επιλογές η χώρα απομακρύνεται από το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο και μετατρέπεται σε ζώνη αντιαναπτυξιακής και αντικοινωνικής «εργασιακής ευελιξίας» με φθηνή και ελαστική εργασία, χωρίς κανόνες, χωρίς ελεγκτικούς μηχανισμούς, αφού αυτοί εκχωρούνται σε μια δήθεν «ανεξάρτητη» αρχή και χωρίς κατοχυρωμένα κοινωνικά δικαιώματα.
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να αντιληφθεί πως ανάκαμψη της οικονομίας με μειώσεις μισθών και απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων δεν μπορεί να υπάρξει. Και δεν υπάρχει καμία προοπτική ανάπτυξης και ευημερίας χωρίς ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής και δικαιοσύνης με στήριξη των εργαζομένων».