Η κυβέρνηση άργησε εξοργιστικά να εκπονήσει σχέδιο αντιμετώπισης ενός τρίτου κύματος πανδημίας και τώρα που αυτό διανύει τη δεύτερη εβδομάδα με εφιαλτικά δεδομένα, τρέχει να βρει ΜΕΘ και γιατρούς για να τις λειτουργήσουν, προχωρώντας σε επίταξη υπηρεσιών ιδιωτών γιατρών.
Αυτό επισημαίνει η αξιωματική αντιπολίτευση, χαρακτηρίζοντας θέατρο του παραλόγου αυτό που παίζεται, με πρωταγωνιστές Μαξίμου-υπουργείου Υγείας από τη μια και ιδιώτες γιατρούς από την άλλη, τη στιγμή που οι διασωληνώσεις καταγράφουν κάθε ημέρα κι ένα νέο ρεκόρ ενώ οι θάνατοι αγγίζουν πλέον τις 7.500.
«Η κυβέρνηση όφειλε να έχει ξεκινήσει τον διάλογο με τον ιδιωτικό τομέα εγκαίρως, ώστε είτε να έχει βρει λύση ‘α λα Γαλλία’ (σ.σ. εθελοντική συμμετοχή) είτε να έχει σχεδιάσει τις επιτάξεις νοσηλευτηρίων και γιατρών», σημειώνουν αρμόδιες πηγές.
Στην κυβερνητική δικαιολογία, δε, ότι το τρίτο κύμα προήλθε από τις μεταλλάξεις, η απάντηση είναι οργισμένη: «Ακριβώς αυτό τούς λέγαμε εδώ και δύο μήνες, όταν η διεθνής επιστημονική κοινότητα προειδοποιούσε για τον κίνδυνο που έφερναν οι μεταλλάξεις και για τις οριακές, πλέον, αντοχές των εθνικών συστημάτων υγείας. Τώρα το θυμήθηκαν στο Μαξίμου;».
Αυτή η «εγκληματική αβελτηρία», σε συνδυασμό με την τραγική κατάσταση των δημόσιων νοσοκομείων, όπου οι διασωληνώσεις εκτός ΜΕΘ γίνονται καθημερινό φαινόμενο, καθιστά «ακόμα πιο εξοργιστική την προσπάθεια του κ. Μητσοτάκη να χρεώσει τη σημερινή εικόνα… στην αξιωματική αντιπολίτευση», τονίζουν.
«Με τρόπο κυνικό ο πρωθυπουργός δηλώνει ότι αν είχε σπεύσει να κάνει τις επιτάξεις ιδιωτικών μονάδων όπως του ζητά μήνες τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ, θα ξόδευε δεκάδες εκατομμύρια. Τελικά, όταν το είχε πει ο κ. Πέτσας δεν ήταν μια άτυχη δική του στιγμή. Αλλά μια συνειδητή επιλογή του κ. Μητσοτάκη. Κατά τα άλλα, υιοθετεί πλήρως τις χυδαίες συκοφαντίες του Άδωνι Γεωργιάδη ότι για όλα φταίει ο ΣΥΡΙΖΑ - ΠΣ και για μια ακόμη φορά δεν βρίσκει μια συγγνώμη για τα ακραία περιστατικά βίας και αστυνομικής αυθαιρεσίας», τονίζεται στην επίσημη ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία.
Ατομική ευθύνη με τα self-tests;
Όσο για τα περίφημα self-tests που, κατά τον υφυπουργό παρά τω πρωθυπουργώ Άκη Σκέρτσο, θα διανέμονται δωρεάν από τις αρχές Απριλίου στο σύνολο του πληθυσμού, τέσσερις φορές τον μήνα, το σύνολο της αντιπολίτευσης εγείρει τα εύλογα ερωτήματα:
- Η ενημέρωση του ΕΟΔΥ από τους πολίτες που κάνουν το self-test και βγαίνει θετικό, θα επαφίεται στην καλή τους πρόθεση;
- Κι αν για οποιονδήποτε λόγο δεν ενημερώσουν οι ίδιοι, πώς θα γίνεται ιχνηλάτηση και πώς θα διασφαλίζεται ο περιορισμός τους, ώστε να μην κυκλοφορούν ως «βόμβες» διασποράς του ιού;
- Πού θα καταλήγουν τα δέκα εκατομμύρια (εβδομαδιαίως) «κουτάκια» των self-tests μετά τη χρήση τους; Στους απλούς κάδους απορριμάτων; Υπάρχει ή όχι κίνδυνος διασποράς του ιού από τα θετικά δείγματα;
- Μήπως μέσω αυτής της «λύσης», η κυβέρνηση επιχειρεί να αναδείξει, πάλι, την ατομική ευθύνη για να έχει άλλοθι αν πάει στραβά;
Ως εκ τούτων (και άλλων που θα αναδειχθούν όταν αποσαφηνιστεί η διαδικασία του self-testing), ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ επιμένει στην ανάγκη των οργανωμένων, στοχευμένων τεστ, σε χώρους εργασίας, μέσα μαζικής μεταφοράς, σχολεία και άλλες ομάδες, ώστε η Πολιτεία να έχει άμεσα εικόνα και δυνατότητα παρέμβασης.
Κατά τον τομεάρχη Υγείας Ανδρέα Ξανθό, το self-testing δεν συνιστά μια επιδημιολογική στρατηγική ενισχυμένης επιτήρησης που την εισηγήθηκε κάποιο επιστημονικό όργανο ή αρμόδιος κρατικός φορέας (Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων, ΕΟΔΥ) για να καλύψει τις ανάγκες αυτής της φάσης. Αλλά μία πολιτική επιλογή του Μαξίμου, προκειμένου να αντιστρέψει επικοινωνιακά το δυσμενές κοινωνικό κλίμα με δήθεν δωρεάν πρόσβαση των πολιτών σε test, στη γραμμή όμως της ατομικής ευθύνης και όχι της οργανωμένης παρέμβασης των Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας της χώρας.
«Με άλλα λόγια, είναι προφανές ότι τα self-tests δεν είναι η λύση που χρειαζόμαστε σήμερα για τον αποτελεσματικό έλεγχο της πανδημίας σε επίπεδο κοινότητας, μπορούν σίγουρα να έχουν έναν επικουρικό ρόλο αλλά θα είναι τραγικό λάθος να υποκαταστήσουν την ανάγκη μαζικών μοριακών και rapid test, μετά από συνταγογράφηση και αποζημίωσή τους από τον ΕΟΠΥΥ. Μόνο έτσι μπορεί να διασφαλιστεί η αναβαθμισμένη επιδημιολογική επιτήρηση της Covid-19 και -σε συνδυασμό με την άμεση επιστράτευση όλων των διαθέσιμων υγειονομικών δυνάμεων ης χώρας- η ενίσχυση της ανθεκτικότητας του Δημόσιου Συστήματος Υγείας και της αξιόπιστης φροντίδας των ασθενών», τονίζει.