Σε υποβάθμιση της σύστασης για τις ευρωπαϊκές τράπεζες, λόγω της αναταραχής στον κλάδο, προχωρά η Citigroup, προτείνοντας στους πελάτες της αγορές τεχνολογικών εταιρeιών.
Οπως αναφέρει ο οίκος, τα θεμελιώδη του κλάδου των ευρωπαϊκών τραπεζών δείχνουν υγιή, ωστόσο η συνεχιζόμενη κρίση εμπιστοσύνης ενδέχεται να περιορίσει τη διάθεση των τραπεζών για ανάληψη ρίσκου και τις τραπεζικές χορηγήσεις. Την ίδια ώρα, ενδεχόμενη πίεση στην αύξηση του ΑΕΠ ενδέχεται να οδηγήσει σε επιβράδυνση και τα κέρδη ανά μετοχή του κλάδου.
Ο οίκος προβλέπει μείωση των κερδών ανά μετοχή στην Ευρώπη κατά 5%-10% το 2023 και σταθερά κέρδη το 2024, κάτι που, όπως αναφέρει, έχει αποτιμηθεί στις αγορές.
Η Citi σημειώνει ότι έχει προβλέψει πτωτικά περιθώρια για τις τράπεζες μετά την κατάρρευση της Silicon Valley Bank. Ομως οι κλυδωνισμοί εντείνονται και βλέπει λόγους μεγαλύτερης ανησυχίας. Πιθανότατα οι κεντρικές τράπεζες θα υιοθετήσουν λιγότερο επιθετική στάση και οι όποιες νέες αυξήσεις επιτοκίων πιθανότατα θα αυξήσουν τα πτωτικά ρίσκα για την οικονομική δραστηριότητα.
Οι τεχνολογικές μετοχές αντικαθιστούν τις τράπεζες στις προτάσεις Overweight της Citi, αντανακλώντας την προτίμησή της για «ποιοτική ανάπτυξη», επισημαίνει.
Παράλληλα, αναπροσαρμόζει τις προβλέψεις της για τον Stoxx 600 και τον βρετανικό δείκτη FTSE 100, αντανακλώντας τα πτωτικά ρίσκα για την ανάπτυξη. Η νέα τιμή-στόχος για τον Stoxx 600 είναι στις 445 από 475 μονάδες, υποδηλώνοντας μια στάσιμη αγορά έως τα τέλη του έτους. Παράλληλα, κόβει και την τιμή-στόχο για τον βρετανικό FTSE 100 στις 7.600 από 8.000 μονάδες.
Τα τρία σενάρια
Η Citi επισημαίνει ότι υπάρχει ξεκάθαρη ιστορική σύνδεση μεταξύ των τραπεζικών χορηγήσεων και της οικονομικής δραστηριότητας, ιδίως πριν την εποχή της ποσοτικής χαλάρωσης. Ως εκ τούτου, πιθανές πιέσεις στους πρόδρομους δείκτες PMI μπορούν να οδηγήσουν σε απώλειες στα κέρδη ανά μετοχή. Οι τρέχουσες μετρήσεις των δεικτών PMI υποδηλώνουν μείωση των κερδών ανά μετοχή κατά 5%-10% στην Ευρώπη.
Η Citi επεξεργάζεται τρία σενάρια για τη συνέχεια:
α. Βασικό σενάριο (με πιθανότητες υλοποίησης 65%-70%): Οι πιέσεις για τις τράπεζες υποχωρούν εντός της άνοιξης. Ωστόσο, επανέρχονται οι ανησυχίες για τις ζημιές στους μακροχρόνιους τίτλους που διακρατούν και τη σταθερότητα των καταθέσεων. Η Fed και η ΕΚΤ συνεχίζουν να αυξάνουν τα επιτόκια για να καταπολεμήσουν τον πληθωρισμό, αλλά υπογραμμίζουν και τη δέσμευσή τους για τη χρηματοοικονομική σταθερότητα. Τα πτωτικά ρίσκα για την οικονομική δραστηριότητα ενδέχεται να υλοποιηθούν μέσω της επίπτωσης των σφιχτότερων χρηματοοικονομικών συνθηκών στις χορηγήσεις, του αδύναμου κλίματος αλλά και της μείωσης των τραπεζικών χορηγήσεων.
β. Οικονομικοί πονοκέφαλοι ή πιστωτική πίεση (credit crunch) με πιθανότητες υλοποίησης 15%: Οι ανησυχίες για την υγεία του τραπεζικού κλάδου επιβαρύνουν περαιτέρω τις αγορές και το οικονομικό κλίμα. Οι κεντρικές τράπεζες αντιστρέφουν το 25% ή τα 2/3 των αυξήσεων επιτοκίων που έλαβαν χώρα πέρυσι.
γ. Χρηματοοικονομική κρίση (πιθανότητες υλοποίησης κάτω του 5%): Το λιγότερο πιθανό σενάριο. Οι τρέχουσες πιέσεις ενισχύονται και διευρύνονται. Πολλές τράπεζες καταρρέουν, με τις προκλήσεις να διαχέονται στον μη χρηματοοικονομικό κλάδο. Οι κεντρικές τράπεζες μειώνουν τα επιτόκια στο χαμηλότερο σημείο του δυνητικού εύρους έως τα τέλη του έτους. Είναι πιθανή και μια επαναφορά των αγορών μέσω ποσοτικής χαλάρωσης.