Κόντρα σε ευρεία σειρά κινδύνων που εξακολουθούν να απειλούν τη διεθνή οικονομία το 2023, οι ελληνικές μετοχές συνεχίζουν και φέτος να κερδίζουν έδαφος μετά την περσινή υπεραπόδοση που σημείωσε το Χρηματιστήριο της Αθήνας έναντι των ξένων κεφαλαιαγορών.
Αξιοσημείωτο είναι επίσης το ότι τόσο η χρηματιστηριακή όσο και η ευρύτερη αγορά, όπου συνεχίζονται τα deals και οι επενδύσεις, δεν δείχνουν να ανησυχούν σχετικά με το λεγόμενο πολιτικό ρίσκο ενόψει των επικείμενων εκλογών. Πρόκειται για άγνοια κινδύνου ή μήπως η αγορά διαβάζει κάτι παραπάνω από το ευρύ επενδυτικό κοινό;
Σε κάθε περίπτωση, το θετικό φετινό σενάριο για το Χ.Α. φαίνεται να βασίζεται σε τέσσερις σημαντικούς καταλύτες. Ποιοι είναι, λοιπόν, οι βασικότεροι λόγοι για τους οποίους η χρηματιστηριακή αφορά δείχνει να αψηφά επί του παρόντος μια σειρά σημαντικών κινδύνων και να ψηφίζει τις ελληνικές μετοχές;
Η απαισιοδοξία εξακολουθεί να αποτελεί το βασικό χαρακτηριστικό των πολιτικών και των αναλυτών για την οικονομική πορεία του 2023, ωστόσο το μόνο βέβαιο είναι πως όσο παγιώνεται μια τιμή του φυσικού αερίου κάτω, ή και πολύ κάτω, από το επίπεδο των 100 ευρώ, τόσο οι παράγοντες της αγοράς και οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι θα βάζουν… νερό στο κρασί τους, σε σχέση με τα δυσμενέστατα σενάρια που είχαν σπεύσει να υιοθετήσουν ήδη από το προηγούμενο καλοκαίρι.
Η αρχή έγινε με κάποιους οίκους που άρχισαν να αμφιβάλλουν για το αν θα έχουμε ύφεση στην Ευρώπη μέσα στο 2023 και συνεχίστηκε με δηλώσεις Ευρωπαίων επισήμων.
Η ανάπτυξη της οικονομίας ξεπέρασε τις προσδοκίες, ενώ η ανεργία υποχώρησε, επεσήμανε πρόσφατα ο επικεφαλής του Eurogroup Πασκάλ Ντόναχιου, προσθέτοντας ότι είναι σωστό να θεωρήσουμε πως τις τελευταίες εβδομάδες της χρονιάς η κατάσταση βελτιώθηκε με την πτώση του ενεργειακού κόστους. Ο Ευρωπαίος Επίτροπος Οικονομικών, Πάολο Τζεντιλόνι, σημείωσε ότι υπάρχουν προκλήσεις τη φετινή χρονιά αλλά προέκυψαν κάποιες ενθαρρυντικές εξελίξεις, όπως η καλύτερη πορεία του ΑΕΠ σε σχέση με τις προσδοκίες κατά το τρίτο τρίμηνο του 2022, η πτώση στην τιμή του φυσικού αερίου και η δύναμη που δείχνουν οι αγορές εργασίας. Έκανε μάλιστα λόγο για πιο ρηχή ύφεση από την αναμενόμενη, αλλά επεσήμανε ότι η κρίση δεν έχει τελειώσει.
Όσο για τους οικονομολόγους που μετείχαν στη σύνοδο του Νταβός, ο ένας στους τρεις δεν προβλέπει παγκόσμια ύφεση μέσα στο 2023.
Σε ό,τι αφορά τώρα ειδικότερα την ελληνική οικονομία, όλα τα νέα που έρχονται είναι σχετικά καλύτερα από τα αναμενόμενα. Μερικά ενδεικτικά παραδείγματα είναι τα παρακάτω:
- Οι ισχυρές επιδόσεις μεγάλων εμπορικών ομίλων μέσα στο Δεκέμβριο (λ.χ. Jumbo) και οι σχετικές δηλώσεις παραγόντων της αγοράς.
- Ο κύκλος εργασιών των επιχειρήσεων με υποχρέωση τήρησης διπλογραφικών στοιχείων τον Νοέμβριο ήταν αυξημένος κατά 7,8% σε σύγκριση με πέρσι και κατά 56,4% σε σχέση με το Νοέμβριο του 2019.
- Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, η εγχώρια ζήτηση σε τομείς όπως ο χάλυβας και το προφίλ αλουμινίου (δραστηριότητες που σχετίζονται με την οικοδομή και τις επενδύσεις) κινείται σε αρκετά ικανοποιητικό επίπεδο, με τον Ιανουάριο να επιβεβαιώνει τη θετική τάση.
- Ο πληθωρισμός υποχωρεί κατά τους τελευταίους μήνες (βρίσκεται χαμηλότερα σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης) και η τιμή της ηλεκτρικής ενέργειας θα διαμορφωθεί τον Φεβρουάριο στην Ελλάδα σε σαφώς χαμηλότερα επίπεδα από αυτά του τρέχοντος μήνα.
- Τα μέχρι τώρα μηνύματα για τη φετινή χρονιά από το μέτωπο του τουρισμού είναι ικανοποιητικά, με ενδεικτική την τοποθέτηση γνωστού ξενοδόχου πως «η Αττική αποτελεί πλέον τουριστικό προορισμό δωδεκάμηνης διάρκειας».
Βελτιωμένο κλίμα
Γνωστός χρηματιστής, σχολιάζοντας την τρέχουσα κατάσταση, σημειώνει: «Μπορεί κανένας να μην εφησυχάζει σε ένα τόσο αβέβαιο περιβάλλον και με τον πόλεμο στην Ουκρανία να μη λέει να τελειώσει, ωστόσο υπάρχουν και μερικά θετικά στοιχεία στην ευρύτερη εικόνα: οι ΗΠΑ και η Κίνα χαμηλώνουν τους τόνους καθώς διαπιστώνουν πως μέσα από διαδικασία κλιμάκωσης των διαφωνιών τους έχουν μόνο να χάσουν, ενώ η πτώση των τιμών στην ενέργεια έχει ήδη ξεκινήσει να αποκλιμακώνει τον πληθωρισμό στην Ευρώπη, τάση που ελπίζεται να συνεχιστεί και κατά τους επόμενους μήνες. Η περαιτέρω άνοδος των επιτοκίων πιθανόν να μην αποδειχτεί πολύ μεγάλη.
Άλλα αξιοσημείωτα γεγονότα είναι οι καλύτερες εκθέσεις των ξένων αναλυτών για ελληνικές μετοχές, η αύξηση των εντολών αγοράς από το εξωτερικό, η άνοδος των τιμών των μετοχών στις οποίες εστιάζουν οι θεσμικοί, αλλά και οι εκτιμήσεις για σημαντικές ελληνικές προσθήκες στον MSCI, καθώς και για λήψη επενδυτικής βαθμίδας μέσα στη φετινή χρονιά.
Ακόμη ένα σημείο που προκαλεί εντύπωση είναι το ότι η αγορά (η χρηματιστηριακή και όχι μόνο) δεν δείχνει να επηρεάζεται από το λεγόμενο πολιτικό ρίσκο. Για παράδειγμα, ενώ το πρώτο τετράμηνο του 2019 ήταν ιδιαίτερα νωθρό ενόψει των τότε βουλευτικών εκλογών, φέτος βλέπουμε τον Γενικό Δείκτη να έχει ξεκινήσει ανοδικά και κυρίως παρακολουθούμε να συνεχίζονται τα σχέδια για δεκάδες επιχειρηματικά deals και περισσότερα επενδυτικά projects σαν να μην συμβαίνει τίποτε.
Μέχρι τώρα τουλάχιστον, η αγορά δεν φαίνεται να φοβάται ούτε τις εγχώριες πολιτικές εξελίξεις, ούτε τα όσα συμβαίνουν στη γειτονική Τουρκία. Πρόκειται για περίπτωση άγνοιας κινδύνων, ή μήπως η αγορά διαβάζει κάτι παραπάνω από το ευρύ επενδυτικό κοινό;».
Το θετικό σενάριο
Σύμφωνα με χρηματιστηριακούς παράγοντες υπάρχουν τέσσερις κυρίως καταλύτες πάνω στους οποίους βασίζεται το θετικό σενάριο για τη φετινή πορεία του Χ.Α., με τους ίδιους κύκλους ωστόσο να τονίζουν πως μέσα σε ένα τόσο εύθραυστο εξωτερικό περιβάλλον, πολλά μπορούν να αλλάξουν από στιγμή σε στιγμή.
1. Οικονομία: Με βάση το θετικό σενάριο, δεν θα παρατηρηθούν φαινόμενα ενεργειακών ελλείψεων μέσα στο 2023, ούτε και μεγάλες αυξήσεις στις τιμές τόσο του φυσικού αερίου, όσο και του πετρελαίου. Ο πληθωρισμός θα συνεχίσει να υποχωρεί και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν πρόκειται να ανεβάσει τα επιτόκια πάνω από το 3,25% κάπου στα μέσα της φετινής χρονιάς (με βάση το σενάριο αυτό έχουν ξεκινήσει κάποιες τοποθετήσεις στην αγορά ομολόγων).
Το ελληνικό ΑΕΠ θα κινηθεί με θετικό πρόσημο, παίρνοντας ώθηση από τις αυξημένες επενδύσεις, ενώ και η κατανάλωση θα διατηρήσει λίγο-πολύ τα κεκτημένα, παρά τις πληθωριστικές επιπτώσεις στα πορτοφόλια των νοικοκυριών. Αυτό που ίσως έχει τη μεγαλύτερη βαρύτητα, είναι πως -σύμφωνα με τις εκτιμήσεις πολλών αναλυτών και επενδυτών- μέσα στο πρώτο φετινό εξάμηνο θα έχουμε αφήσει τα δυσκολότερα πίσω μας και πως στη συνέχεια θα ακολουθήσει ανοδική πορεία του ΑΕΠ τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην Ευρώπη. Ενώ δηλαδή η κρίση θεωρείται παροδική, η αύξηση των επενδύσεων και η τουριστική ανάπτυξη της χώρας προβλέπεται πως θα έχει πολυετή διάρκεια. Και όλα αυτά σε μια ελληνική οικονομία που θα θεωρείται «κανονική» μετά την προβλεπόμενη λήψη επενδυτικής βαθμίδας και μετά τη σαφή αποκλιμάκωση του δείκτη «δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ».
2. Τράπεζες: Οι τράπεζες δεν μπορούν να υπολογίζουν φέτος στα έκτακτα κέρδη του 2022, ωστόσο με βάση το θετικό σενάριο, το αυξημένο spread μεταξύ χρεωστικών και πιστωτικών επιτοκίων θα καλύψει (ή και θα υπερκαλύψει) τις όποιες απώλειες από ένα περιορισμένο κύμα νέων επισφαλειών. Από χρηματιστηριακής πλευράς, κράχτη μπορεί να αποτελέσει το γεγονός του μεγάλου discount με το οποίο συνεχίζουν να διαπραγματεύονται οι μετοχές του κλάδου σε σύγκριση με τη λογιστική τους αξίας, αλλά και σε σχέση τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της Ευρώπης, όταν οι δείκτες των κόκκινων δανείων παρουσιάζουν τάσεις σύγκλισης.
3. «Καυτοί» κλάδοι: Σύμφωνα με τα top picks των χρηματιστηριακών εταιρειών, οι επιχειρηματικοί κλάδοι που θα βρεθούν στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος μέσα στο 2023 είναι κυρίως η πληροφορική, οι κατασκευές (βλέπε μεγάλα ανεκτέλεστα υπόλοιπα συμβάσεων, επικείμενα έργα χρηματοδοτούμενα μέσα από το Ταμείο Ανάκαμψης, αλλά και υποχώρηση του κόστους των πρώτων υλών και των καυσίμων σε σύγκριση με τα υψηλά του 2022), η ενέργεια (π.χ. ΔΕΗ, Mytilineos, Motor Oil, Hellenic Energy, ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή κ.λπ.), αλλά και οι εταιρείες που ωφελούνται σημαντικά από τη διαδικασία της «πράσινης μετάβασης» (π.χ. ElvalHalcor, Cenergy, Viohalco).
4. Εταιρικά κέρδη: Ένα αρκετά πιθανό σενάριο είναι πως σε αθροιστική βάση τα φετινά εταιρικά κέρδη θα είναι μειωμένα σε σύγκριση με πέρσι, χωρίς όμως αυτό να προκαλεί ανησυχία στους επενδυτές. Πρώτον, γιατί ένα τμήμα των περσινών κερδών οφειλόταν σε μη λειτουργικούς παράγοντες (π.χ. αυξήσεις τιμών πρώτων υλών, κέρδη από αποτίμηση αποθεμάτων ή από αύξηση της εύλογης αξίας των ακινήτων). Και δεύτερον, γιατί με βάση τα κέρδη του 2022 πολλές μετοχές διαπραγματεύονται είτε με μονοψήφιο, είτε με αρκετά ελκυστικό P/E. Άρα, ακόμη κι αν η κερδοφορία υποχωρήσει σε κάποιο βαθμό μέσα στο 2023, οι μετοχές αυτές θα εξακολουθήσουν να διαπραγματεύονται με έναν ικανοποιητικό δείκτη P/E, έχοντας ωστόσο ξεπεράσει μια πολύ δύσκολη χρονιά και προσδοκώντας ανοδικές και διατηρήσιμες οικονομικές επιδόσεις στο μέλλον.
Επιπλέον, με δεδομένο ότι πέρσι οι εισηγμένες διένειμαν στους επενδυτές τους 2,4 δισ. ευρώ με τη μορφή μερισμάτων και επιστροφών κεφαλαίου, το φετινό αντίστοιχο ποσό αναμένεται ακόμη μεγαλύτερο (με βάση τα περυσινά κέρδη), προσφέροντας μια ικανοποιητική μέση μερισματική απόδοση στη χρηματιστηριακή αγορά.