Η HSBC προτιμά την Τράπεζα Πειραιώς και τη Eurobank από την εγχώρια τραπεζική και είναι οι προτιμώμενες επιλογές της για να «ποντάρουν» οι επενδυτές στις αυξήσεις των επιτοκίων της ΕΚΤ, τις χαμηλές αποτιμήσεις και την ανοδική προοπτική των μεγεθών τους.
Οι συστάσεις είναι buy με τιμές-στόχους για την Τράπεζα Πειραιώς στα 3,30 ευρώ από 2,75 ευρώ και 158% περιθώριο ανόδου, για τη Eurobank στο 1,60 ευρώ από 1,75 ευρώ με ανοδικό περιθώριο 58%, για την Alpha Bank στο 1,40 ευρώ από 1,35 ευρώ με 43% ανοδικό περιθώριο και τέλος, για την Εθνική Τράπεζα στα 5,20 ευρώ από 4,45 ευρώ με περιθώριο ανόδου 41%.
«Προσαρμόζουμε τις τιμές-στόχους μας για τις νέες μας εκτιμήσεις και το κατά 50 μ.β. υψηλότερο COE - διατηρούμε τις αξιολογήσεις Buy και για τις τέσσερις τράπεζες.
Εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι η Πειραιώς προσφέρει την καλύτερη σχέση κινδύνου-απόδοσης, διαπραγματευόμενη με χαμηλό δείκτη 0,27x P/TBV για 10% απόδοση ROTE το 2023.
Μας αρέσει η Eurobank για τον αμυντικό ισολογισμό της, την υψηλή κερδοφορία της και τη δυνατότητα για διανομή μερίσματος στο τρίτο τρίμηνο του 2023. Θα μπορούσε επίσης να προσφέρει σχετική αξία έναντι της ΕΤΕ, κατά την άποψή μας», εξηγεί η HSBC.
Η βραχυπρόθεσμη πορεία των καθαρών εσόδων από τόκους δικαιολογεί τη θετική στάση με βάση τα discount των μετοχών παρά την υπεραπόδοση φέτος, αφού ο δείκτης P/E υπολογίζεται σε 5,2 φορές το 2023.
Η HSBC προσπαθεί να απαντήσει ένα συχνό ερώτημα των επενδυτών: «Είναι τα καθαρά έσοδα από τόκους- NII καταλύτης αρκετά ισχυρός για να αντισταθμίσουν τα υψηλότερα έξοδα προβλέψεων εν μέσω οικονομικής επιβράδυνσης;» διερωτάται. H απάντηση είναι ναι, με μια επιφύλαξη. Η ανάλυση δείχνει ότι η αύξηση του NII από τώρα μέχρι το τέλος του 2023 υπερτερεί μιας μέτριας αύξησης του κόστους προβλέψεων, αλλά οι δύο δυνάμεις δεν είναι συγχρονισμένες.
Οι αυξήσεις της ΕΚΤ συνεχίζονται και είναι ο θετικός καταλύτης για την ανάπτυξη των μεγεθών των τραπεζών. Η τράπεζα βλέπει ισχυρό άλμα στα καθαρά έσοδα από τόκους τα επόμενα τρίμηνα, που θα λειτουργήσει ως καταλύτης, αν και τα κέρδη θα μπορούσαν να κορυφωθούν στο δεύτερο εξάμηνο του επόμενου έτους, καθώς ο κύκλος αύξησης των επιτοκίων ολοκληρώνεται, οι προτιμήσεις των καταθετών αλλάζουν και το κόστος των προβλέψεων αυξάνεται.
Οι πρόσφατες παρατηρήσεις της κυβέρνησης γύρω από τις καταθέσεις, την τιμολόγηση και τις επιδοτήσεις στεγαστικών δανείων ενισχύουν την άποψη αυτή. Ωστόσο, τα βραχυπρόθεσμα NII εξακολουθούν να δικαιολογούν μια εποικοδομητική στάση, δεδομένης της υψηλής συσχέτισης των τιμών των μετοχών με τα κέρδη.