Με έντονο προβληματισμό αλλά χωρίς πανικό παρακολουθεί η πλειονότητα των εισηγμένων εταιρειών τα σενάρια των πολιτικών και των αναλυτών σχετικά με τις επιπτώσεις που θα υπάρξουν τον προσεχή χειμώνα από τις διεθνείς εξελίξεις στο ενεργειακό μέτωπο.
Τα στελέχη των εταιρειών προβληματίζονται όχι μόνο για τις πιθανές άμεσες επιπτώσεις που ενδέχεται να υπάρξουν (π.χ. αύξηση ενεργειακού κόστους, άνοδος επιτοκίων), αλλά κυρίως για τις έμμεσες. Για παράδειγμα, ενδεχόμενη διακοπή λειτουργίας παραγωγικών εταιρειών στην Ευρώπη θα επηρεάσει και τους προμηθευτές τους από την Ελλάδα. Ή, επίσης, αν η Ευρώπη εισέλθει σε βαθιά ύφεση από το τέταρτο φετινό τρίμηνο έως και το πρώτο μισό του 2023, τότε είναι πολύ πιθανόν να επηρεαστεί και ο ελληνικός τουρισμός το επόμενο έτος.
«Η μεγάλη δυσκολία για εμάς έγκειται στο ότι ενδεχομένως θα κληθούμε να δράσουμε σε ένα πρωτόγνωρο περιβάλλον ύφεσης, της οποίας δεν είμαστε σε θέση να εκτιμήσουμε ούτε το μέγεθος αλλά ούτε και τη διάρκειά της. Θα κρατήσει δύο-τρία τρίμηνα ή μια ολόκληρη διετία;» δηλώνει στο Euro2day.gr γνωστός παράγοντας της ελληνικής αγοράς.
Παρ' όλα αυτά, με βάση τα στοιχεία του ρεπορτάζ, το κλίμα στις ελληνικές επιχειρήσεις δεν θυμίζει σε τίποτε ούτε το 2012 ούτε το πρώτο εξάμηνο του 2015, όταν τα στελέχη των ελληνικών επιχειρήσεων βρίσκονταν σε κατάσταση πανικού. Σύμφωνα με κύκλους της αγοράς, το γεγονός οφείλεται σε τέσσερις κυρίως λόγους:- Πρώτον, οι ελληνικές επιχειρήσεις έχουν -κατά γενική ομολογία- βελτιώσει πολύ την οικονομική τους κατάσταση μέσα στους τελευταίους είκοσι μήνες. Οι κερδοφορίες του 2021 ξεπέρασαν κατά πολύ τις αντίστοιχες του προπανδημικού 2019 και επιπλέον η πορεία του πρώτου φετινού οκταμήνου εξελίχθηκε πολύ ικανοποιητικά, παρά τα σύννεφα του πληθωρισμού και της ενεργειακής κρίσης. Ήδη, το ελληνικό ΑΕΠ έτρεξε με +7,8% κατά το πρώτο φετινό εξάμηνο και όλα δείχνουν πως κάπως έτσι θα κυλήσουν τα πράγματα και κατά το τρίτο τρίμηνο της χρονιάς. Εξαγωγές, επενδύσεις, τουρισμός, μεταποίηση και πληροφορική συνεχίζουν να τρέχουν με ικανοποιητικούς ρυθμούς, ενισχύοντας παράλληλα και την πορεία των εταιρικών αποτελεσμάτων (βλέπε το δείγμα των εισηγμένων εταιρειών που έχει ανακοινώσει ήδη τα εξαμηνιαία αποτελέσματά του).
- Δεύτερον, λόγω των πολύ καλύτερων οικονομικών τους επιδόσεων, αλλά και εξαιτίας της βελτιωμένης εικόνας του εγχώριου χρηματοπιστωτικού συστήματος, οι εταιρείες διατηρούν αυτή την περίοδο πολύ καλές σχέσεις με το τραπεζικό σύστημα, καθώς -σε αντίθεση με την προηγούμενη δεκαετία- έχουν αρκετά πιο εύκολη πρόσβαση σε νέες χρηματοδοτήσεις, αν αυτές χρειαστούν. Ακόμη όμως και οι υπερχρεωμένες επιχειρήσεις αντιμετωπίζονται σε ένα περιβάλλον μεγαλύτερης ευελιξίας, εξαιτίας του ότι πολλά από αυτά τα δάνεια έχουν περάσει στα χέρια των funds και των servicers.
- Τρίτον, σε αντίθεση με ό,τι είχε συμβεί το 2008, όταν η τότε κρίση είχε πιάσει στον ύπνο τις επιχειρήσεις, αυτή τη φορά οι προειδοποιήσεις από τα πλέον επίσημα χείλη (π.χ. πρωθυπουργός Γερμανίας, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα) έχουν γίνει εδώ και αρκετούς μήνες. Ως αποτέλεσμα, αρκετές επιχειρήσεις -όσες έχουν τη δυνατότητα- καταστρώνουν ήδη από τώρα εναλλακτικά σχέδια περιορισμού των επιπτώσεων που πολύ πιθανόν να προκύψουν.
- Και τέταρτον, η πλειονότητα των επιχειρηματιών εκτιμά ότι η όποια κρίση προκύψει, θα αποτελέσει μια κακή παρένθεση στη μεσομακροπρόθεσμη πορεία των εργασιών τους. Επικαλούνται μάλιστα τα πολύ μεγάλα υπόλοιπα ανεκτέλεστων έργων των κατασκευαστικών εταιρειών, τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης, αλλά και τα επενδυτικά σχέδια μεγάλων ομίλων που συνεχίζονται έως και σήμερα.
«Η εκτίμησή μας είναι ότι οι οικοδομές και τα άλλα επενδυτικά σχέδια που έχουν ξεκινήσει, ενδεχομένως να παγώσουν για ένα χρονικό διάστημα λόγω της κρίσης, αλλά τελικά θα ολοκληρωθούν, οπότε δεν θα μιλάμε για χαμένη αλλά για ετεροχρονισμένη ζήτηση. Πριν καν φουντώσει η απορρόφηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάπτυξης, τα υπόλοιπα ανεκτέλεστων έργων των κατασκευαστικών εταιρειών είναι διπλάσια από εκείνα του 2004 των Ολυμπιακών Αγώνων, χωρίς να συνυπολογίζουμε το project του Ελληνικού. Στα νησιά προγραμματίζονται σημαντικές επενδύσεις, με τους ξένους tour operators και τους ομίλους ενοικίασης οχημάτων να προϋπολογίζουν μεγάλη ανάπτυξη για τις εδώ δραστηριότητές τους μέσα στην επόμενη πενταετία. Γενικότερα, οι περισσότεροι πιστεύουν ότι θα παιδευτούμε ενδεχομένως για ένα χρονικό διάστημα, αλλά ότι η γενικότερη εικόνα δεν έχει αλλάξει», αναφέρεται χαρακτηριστικά.