Προβληματισμός επικρατεί στην αγορά των εταιρικών ομολόγων, καθώς λόγω της τρέχουσας συγκυρίας οι τιμές τους έχουν υποχωρήσει σημαντικά, ακόμη και για εκείνες τις εκδόσεις που έγιναν εντός του 2022, όταν δηλαδή ήταν εμφανής η έξαρση των πληθωριστικών πιέσεων στην παγκόσμια οικονομία.
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά τα εταιρικά ομόλογα που διαπραγματεύονται στο Χρηματιστήριο της Αθήνας, η υποχώρηση των τιμών τους είναι εμφανής, καθώς μεταξύ άλλων:
- Το ομόλογο της Coral που λήγει σε 13 μήνες από σήμερα και έχει κουπόνι 3% διαπραγματεύεται μόλις λίγο πιο πάνω από το «100».
- Σειρά ομολόγων που λήγουν σε τρία έως επτά χρόνια και έχουν κουπόνια από 2,3% έως 3% διαπραγματεύεται μεταξύ του 91,8% και του 99%. Ενδεικτικά, με βάση το κλείσιμο της 21ης Μαρτίου, οι τίτλοι του ΟΠΑΠ έκλεισαν στο 98,9, της Costamare στο 98,17, της ΤΕΡΝΑ Ενεργειακής στο 98%, της ElvalHalcor στο 97,16, της Capital Partners στο 96,5, της Motor Oil στο 95,56, της Premia Properties στο 92,71 και της Noval ΑΕΕΑΠ στο 91,82.
- Η πτώση των τιμών των εταιρικών ομολόγων ακολούθησε εκείνη των κρατικών, καθώς η απόδοση (yield) του δεκαετούς γερμανικού τίτλου πέρασε μετά από χρόνια σε θετικό πεδίο (+0,48%) και του αντίστοιχου ελληνικού σκαρφάλωσε από το 0,70% στο 2,69%.
Σύμφωνα με παράγοντα της χρηματιστηριακής αγοράς, «είναι προφανές ότι η πτώση στις τιμές των ομολόγων οφείλεται στο ότι αποδείχτηκε εσφαλμένη η παλαιότερη εκτίμηση της αγοράς πως το ενεργειακό κόστος και οι τιμές των βασικών εμπορευμάτων θα άρχιζαν να αποκλιμακώνονται από το δεύτερο τρίμηνο του 2022 και έτσι ο φετινός πληθωρισμός στην Ευρώπη θα έκλεινε γύρω ή και κάτω από το 2%. Ο πόλεμος στην Ουκρανία ανέτρεψε την προαναφερθείσα προσδοκία, εκτίναξε τις τιμές των καυσίμων και των βασικών εμπορευμάτων σε ακόμη πιο υψηλά επίπεδα και σήμερα κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με ασφάλεια το φετινό ύψος του πληθωρισμού.
Γενικότερα, η αγορά δείχνει να έχει πειστεί πλέον ότι οι τιμές των καυσίμων θα αποκλιμακωθούν μεν ως ένα βαθμό, πλην όμως θα συνεχίσουν να διατηρούνται σε σαφώς υψηλά επίπεδα για κάποια ακόμη χρόνια. Αυτό το σενάριο -που εκτός από υψηλό φετινό πληθωρισμό θα φρενάρει και την οικονομική ανάπτυξη της Ευρώπης για τα επόμενα έτη- έχει προεξοφληθεί σε πολύ σημαντικό βαθμό και έχει αποτυπωθεί στις τρέχουσες τιμές των ομολόγων.
Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον, είναι προφανές ότι έχει παγώσει η διαδικασία νέων εκδόσεων, καθώς -για όσο τουλάχιστον χρονικό διάστημα το Euribor παραμένει σε αρνητικό πεδίο- οι τράπεζες προσφέρουν στις αξιόπιστες επιχειρήσεις μακροπρόθεσμα δάνεια με επιτόκια χαμηλότερα από τα τρέχοντα yields των εισηγμένων εταιρικών ομολόγων».
Από την άλλη πλευρά, δεν λείπουν και εκείνοι που θεωρούν ότι -κάτω από προϋποθέσεις- η αγορά ομολόγων θα μπορούσε να προκαλέσει το επενδυτικό ενδιαφέρον. Άλλωστε, ένας επενδυτής ο οποίος π.χ. θα αγοράσει στο 95 ένα ομόλογο με κουπόνι 2,8%, τότε ουσιαστικά απολαμβάνει μια ετήσια επιτοκιακή απόδοση 2,95% (μείον συντελεστής φορολόγησης 15% επί των τόκων) συν ένα κεφαλαιακό κέρδος 5% στη λήξη του ομολόγου.
Σύμφωνα με τους ίδιους κύκλους:
- Συχνά οι τρέχουσες αποδόσεις των εταιρικών ομολόγων κυμαίνονται γύρω στο 3,5% με 4,5%, όταν οι τράπεζες ούτε έχουν αυξήσει τα επιτόκια καταθέσεων, ούτε φαίνεται πως θα πράξουν κάτι τέτοιο στο ορατό μέλλον (τείνουν προς το μηδέν και οι αποδόσεις των προθεσμιακών λογαριασμών). Άρα η προϋπάρχουσα μεγάλη ψαλίδα των αποδόσεων μεταξύ εταιρικών ομολόγων και τραπεζικών καταθέσεων έχει διευρυνθεί περαιτέρω.
- Επί του παρόντος τουλάχιστον, η αποκλιμάκωση των τιμών των ομολόγων αποδίδεται στον πληθωρισμό και όχι στον φόβο της αγοράς ότι μέσα από μια μελλοντική ύφεση της οικονομίας θα κινδυνεύσουμε να δούμε κάποιες περιπτώσεις default. Οι πλείστες εταιρείες που έχουν εκδώσει ομόλογα στο ΧΑ είναι κεφαλαιακά υγιείς, ενώ παράλληλα ο μέχρι τώρα φόβος για την ελληνική οικονομία δεν εστιάζεται στο να εισέλθει σε μια φάση αρνητικής ανάπτυξης, αλλά στο να δει τον ρυθμό μεγέθυνσης του ΑΕΠ της να επιβραδύνεται σημαντικά.
- Γενικότερα, δεν έχει ακυρωθεί ακόμη το μεσομακροπρόθεσμο αναπτυξιακό αφήγημα της ελληνικής οικονομίας, μέσα και από τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης.
Σε κάθε περίπτωση, το κρίσιμο στοίχημα για την αγορά ομολόγων (και όχι μόνο) εστιάζεται στο αν ο πληθωρισμός θα «χτυπήσει ταβάνι» μέσα σε κάποιο χρονικό σημείο της φετινής χρονιάς και στη συνέχεια θα αρχίσει σταδιακά να αποκλιμακώνεται (θετικό σενάριο), ή αν εναλλακτικά πυροδοτηθεί ένας αλληλοτροφοδοτούμενος πληθωριστικός κύκλος στην παγκόσμια οικονομία, που θα διατηρηθεί για πολλά χρόνια (αρνητικό σενάριο).