Η κλασική συνταγή σε περιόδους αναταραχών και κρίσεων είναι η στροφή προς ασφαλέστερους επενδυτικούς λιμένες, με τους χρηματιστηριακούς επενδυτές είτε να καταφεύγουν στις αγορές της Ευρώπης και -κυρίως- των ΗΠΑ, είτε να κλειδώνουν τα χρήματά τους σε ομόλογα και καταθέσεις. Αυτό συνέβαινε για πολλά-πολλά χρόνια.
Σήμερα, ωστόσο, υπάρχουν και εκείνοι που διαφωνούν με τη συνταγή αυτή, θεωρώντας πως τα πράγματα είναι τώρα πολύ διαφορετικά και πως στην παρούσα συγκυρία η καλύτερη άμυνα είναι η… επίθεση.
Θεωρούν ότι στο τρέχον περιβάλλον οι τραπεζικοί καταθέτες είναι… χαμένοι από χέρι, τα ομόλογα διατρέχουν υψηλό ρίσκο, ενώ αντίθετα η εγχώρια χρηματιστηριακή αγορά θα μπορούσε να οδηγήσει σε θετικές μεσομακροπρόθεσμες αποδόσεις. Οι ίδιοι κύκλοι, άλλωστε, επικαλούνται τη μέχρι τώρα φετινή υπεραπόδοση του Χ.Α. έναντι των ξένων χρηματιστηρίων και κυρίως τη βροχή των εξαγορών και των επενδύσεων από πολυεθνικούς ομίλους, ξένα funds και έμπειρους Έλληνες επιχειρηματίες.
ΟΙ ΑΠΟΔΟΣΕΙΣ ΚΥΡΙΩΝ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΩΝ ΔΕΙΚΤΩΝ | ||
ΔΕΙΚΤΗΣ | 31/12/21 - 15/2/22 | 6/11/20-15/2/22 |
S&P 500 | -6,19% | 27,40% |
NASDAQ | -9,62% | 18,87% |
STOXX EUROPE 600 | -4,15% | 27,61% |
MSCI EMERGING EUROPE | -2,13% | 29,46% |
ΓΕΝΙΚΟΣ ΔΕΙΚΤΗΣ Χ.Α. | 7,67% | 63,55% |
ΔΕΙΚΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΩΝ | 28,17% | 202,30% |
ΔΕΙΚΤΗΣ ΥΨΗΛΗΣ ΜΕΡΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΑΠΟΔΟΣΗΣ | 4,54% | 47,58% |
ATHEX SELECT | 4,31% | 102,26% |
ΠΗΓΗ: EXAE |
|
|
Παράγοντες της αγοράς υποστηρίζουν ότι οι επενδυτές και αναλυτές προσλαμβάνουν σειρά από αντίθετα μηνύματα, τα οποία προσπαθούν να αξιολογήσουν, ώστε να εκτιμήσουν προς τα πού τελικά θα καταλήξουν τα πράγματα και προς ποια κατεύθυνση θα κινηθούν οι τιμές των μετοχών στο Χρηματιστήριο της Αθήνας.
Το πρώτο σετ των μηνυμάτων είναι σαφώς αρνητικό. Η εκτίναξη του ενεργειακού κόστους και των τιμών των εμπορευμάτων έχουν επιδράσει αρνητικά στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και έχουν αναβάλει μια σειρά επενδύσεων λόγω του αυξημένου κόστους που πλέον απαιτούν. Ήδη, η εγχώρια ζήτηση μπορεί να μην ξεκίνησε φέτος πτωτικά, αλλά τουλάχιστον δείχνει να κινείται μουδιασμένα. Παράλληλα, με υπαρκτές τις πιθανότητες ενός πολέμου στην Ουκρανία, είδαμε το προηγούμενο χρονικό διάστημα τους ευρωπαίους οικονομικούς παράγοντες να προσπαθούν να εκτιμήσουν το αν σε μια τέτοια περίπτωση θα έχουν πρόσβαση στις απαιτούμενες ποσότητες ενέργειας (περί της εκτίναξης του κόστους, δεν το συζητούν καν…).
Και όλα αυτά όταν, στην Ελλάδα τουλάχιστον, τα περιθώρια περαιτέρω ενίσχυσης πολιτών και επιχειρήσεων μέσα από τον κρατικό προϋπολογισμό είναι ιδιαίτερα περιορισμένα, καθώς πρωτεύων στόχος αυτή την περίοδο είναι η λήψη επενδυτικής βαθμίδας κατά τη διάρκεια του 2022 ή έστω μέσα στους πρώτους μήνες του 2023 (προφανώς πριν από τις εκλογές…).
Ισχυρή απάντηση
Ωστόσο, απέναντι στην προαναφερθείσα εικόνα που αποπνέει ανησυχία και κινδύνους, βλέπουμε να φουντώνουν τα deals, με διεθνή funds, πολυεθνικούς ομίλους, αλλά και ισχυρούς Έλληνες επιχειρηματίες να βάζουν βαθιά το χέρι στην τσέπη προκειμένου να αγοράσουν επιχειρήσεις και ακίνητα, προσβλέποντας προφανώς σε οφέλη από τη μεσομακροπρόθεσμη πορεία της ελληνικής οικονομίας.
Οι εξαγορές στους κλάδους των τροφίμων, των ξενοδοχείων και των εταιρειών τεχνολογίας-καινοτομίας διαδέχονται η μία την άλλη. Το ίδιο συμβαίνει και στον ασφαλιστικό κλάδο:
- Πριν από λίγες ημέρες η Allianz εξαγόρασε την Ευρωπαϊκή Πίστη προς 7,8 ευρώ ανά μετοχή, όταν κατά το μεγαλύτερο διάστημα του 2021 η τιμή του τίτλου κυμαινόταν γύρω στα 5 ευρώ. Πρόκειται για τον ίδιο γερμανικό όμιλο που αγόρασε την Ευρωπαϊκή Πίστη με τίμημα υψηλότερο κατά 39% της καθαρής της θέσης, ενώ δίσταζε μέχρι πέρσι να διεκδικήσει την Εθνική Ασφαλιστική, που τελικά οδεύει προς πώληση στην CVC με discount 50%.
- Οι εταιρείες πληροφορικής δουλεύουν σε φουλ ρυθμούς προκειμένου να προετοιμαστούν και να μπορέσουν να υλοποιήσουν τα πολλά και σημαντικά έργα που έρχονται, με παράγοντες της αγοράς να υποστηρίζουν ότι «υπάρχει πολλή δουλειά για όλους». Ανάλογο κλίμα επικρατεί και στο χώρο των κατασκευών.
- Στον κλάδο του προφίλ αλουμινίου, που τόσο έντονα είναι συνδεδεμένος με την οικοδομική δραστηριότητα σε Ελλάδα και Ευρώπη (με ό,τι αυτό σημαίνει για εκατοντάδες δραστηριότητες στην ελληνική οικονομία), βλέπουμε μπαράζ νέων επενδύσεων που ανεβάζουν δραστικά την υπάρχουσα παραγωγική δυναμικότητα. Έτσι, μεταξύ άλλων, η Αλουμυλ επαναλειτουργεί μετά από 10 χρόνια απραξίας το εργοστάσιο της Ξάνθης, η Aluminco ξεκινά νέα γραμμή παραγωγής στη μονάδα των Οινοφύτων, ενώ επενδύσεις αύξησης του capacity έχουν γίνει και από την Exalco, θυγατρική της εισηγμένης ΒΙΟΚΑΡΠΕΤ.
- Οι ιδιωτικές κλινικές, βλέποντας τη ζήτηση να ανεβαίνει, επιδίδονται σε μια προσπάθεια είτε για αύξηση είτε για αναβάθμιση των προσφερόμενων κλινών τους.
- Το μπαράζ των εξαγορών και των επενδύσεων στον ξενοδοχειακό χώρο δεν αποβλέπει προφανώς μόνο στη φετινή χρονιά (πολλοί περιμένουν επίδοση που θα προσεγγίζει το ιστορικό υψηλό του 2019), αλλά στην πεποίθηση ότι ο ελληνικός τουρισμός έχει τις προϋποθέσεις να κερδίσει σημαντικά μερίδια έναντι των ανταγωνιστών του και να ανεβάσει κατά πολύ τα μεγέθη του μέσα στην επόμενη δεκαετία.
Πέραν αυτών, εδώ και αρκετό διάστημα βλέπουμε μια σημαντική κινητικότητα στις μετοχές του τραπεζικού κλάδου, με τον σχετικό δείκτη να έχει σημειώσει μεγάλη άνοδο σε μια περίοδο σαφώς αρνητική για τις διεθνείς αγορές.
Οι αιτίες των κινήσεων
Γνωστός χρηματιστηριακός παράγοντας προσπαθώντας να απαντήσει στο ερώτημα «Γιατί το “έξυπνο χρήμα” των μεγάλων επιχειρηματικών, των πολυεθνικών ομίλων και των funds αγοράζει στην τρέχουσα περίοδο εγχώρια περιουσιακά στοιχεία, σε αντίθεση με μια σειρά ανησυχητικών γεγονότων της επικαιρότητας», σημειώνει:
«Πιστεύουν ότι για τρεις διαφορετικούς λόγους οι επιπτώσεις των αρνητικών εξελίξεων θα είναι διαχειρίσιμες και θα έχουν ημερομηνία λήξεως, σε αντίθεση με τους θετικούς καταλύτες για την οικονομία και τα εταιρικά κέρδη που θα έχουν διάρκεια τουλάχιστον 5 ετών.
- Τα κοινοτικά κονδύλια (ακόμη κι αν δεν απορροφηθούν πλήρως, ακόμη κι αν δεν αξιοποιηθούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο) είναι αρκετά για να εξασφαλίσουν υψηλές επενδύσεις στην ελληνική οικονομία τουλάχιστον για τα επόμενα πέντε χρόνια, πέρα από τα ιδιωτικά projects στους χώρους των ακινήτων, των ξενοδοχείων, της ενέργειας και πολλών άλλων κλάδων της οικονομίας.
- Η δυνατότητα που υπάρχει μέσα από τις επερχόμενες επενδύσεις σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, η χώρα να ανεβάσει δραστικά το επίπεδο των υποδομών της (π.χ. οδικά δίκτυα, λιμάνια, αεροδρόμια, εναλλακτικές πηγές και αποθήκευση ενέργειας, ψηφιοποίηση Δημοσίου, ξενοδοχειακά καταλύματα), αναβαθμίζοντας παράλληλα σε μακροχρόνιο επίπεδο την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της.
- Το ξεκαθάρισμα στο χώρο των επιχειρήσεων, με τις αγορές να συγκεντρώνονται μέσα από τη διαδικασία των εξαγορών και των συγχωνεύσεων, σε μικρότερο αριθμό ομίλων, οι οποίοι ωστόσο θα είναι μεγαλύτεροι σε μέγεθος, περισσότερο διεθνοποιημένοι, κεφαλαιακά ισχυροί, καλύτερα οργανωμένοι, με μεγαλύτερη έμφαση σε καινοτομία και τεχνολογία και περισσότερο ικανοί να εκμεταλλευθούν συνέργειες και οικονομίες κλίμακας. Ένα από το σημαντικά προβλήματα της οικονομίας είναι ο κατακερματισμός που επικρατεί στις περισσότερες αγορές, ο οποίος συχνά οδηγεί σε αθέμιτες πρακτικές, έκνομες ενέργειες και κανιβαλισμό. Μέσα από τη δημιουργία μεγαλύτερων σχημάτων, πιθανολογείται ότι όλες αυτές οι παρενέργειες θα αμβλυνθούν».
Πίεση σε καταθέτες και ομολογιούχους
Παρά την άνοδο των yields (αποδόσεων) στα κρατικά και στα εταιρικά ομόλογα, ούτε επηρεάστηκαν μέχρι σήμερα, αλλά ούτε και προβλέπεται να επηρεαστούν στο ορατό μέλλον τα επιτόκια που προσφέρουν οι τράπεζες στους καταθέτες τους. Αντίθετα, όλα δείχνουν ότι οι τράπεζες θα σκληρύνουν περαιτέρω τη στάση τους.
Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον, οι τραπεζικοί καταθέτες έχουν καταγράψει απώλειες της τάξεως του 6% σε πραγματικούς όρους κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο (βλέπε Δείκτη Τιμών Καταναλωτή), τρύπα που αναμένεται να φτάσει στο 8% έως το τέλος του 2022, αν δεχτούμε το αισιόδοξο σενάριο για φετινό πληθωρισμός μόλις στο 2%.
Στην αγορά ομολόγων, η άνοδος των yields έχει οδηγήσει σε πτώση τις τιμές σε κρατικούς και εταιρικούς τίτλους. Με δεδομένο ότι η τάση των διεθνών επιτοκίων είναι ανοδική, χρηματιστηριακοί αναλυτές θεωρούν ότι στην τρέχουσα συγκυρία οι ομολογιακοί κύκλοι συνεχίζουν να προσφέρουν μετριότατα yields και έναν επενδυτικό κίνδυνο δυσανάλογα υψηλό για το είδος των επενδυτών στους οποίους παραδοσιακά απευθύνονται.