Μέσα σε διάστημα λίγων εβδομάδων και παρότι τα νέα για την πορεία της πανδημίας (συνεπώς και για την ψυχολογία της αγοράς) δεν είναι ευνοϊκά, η εγχώρια αγορά μετοχών σημειώνει αξιόλογα κέρδη (λίγο χαμηλότερα από το υψηλό έτους ο Γενικός Δείκτης) και θέτει τις βάσεις για να προσπαθήσει να κινηθεί σε τετραψήφια επίπεδα το 2022.
Ο Γενικός Δείκτης μέχρι τώρα σημειώνει άνοδο 13,5%, η υψηλή κεφαλαιοποίηση 14% και ο τραπεζικός δείκτης 14,5% με πολύ υψηλότερη μεταβλητότητα. Πλέον οι αποδόσεις από τα χαμηλά του Σεπτεμβρίου έχουν αυξηθεί αισθητά και τα ποσοστά δείχνουν ότι ο δρόμος που έχουν διανύσει οι εγχώριοι τίτλοι είναι ήδη μακρύς. Ωστόσο κάποιοι εκτιμούν ότι υπάρχει ακόμα δρόμος και... καλή διάθεση.
Από το χαμηλό των 470 μονάδων που σημείωνε η αγορά πέρσι, τρέχει πλέον ένα ανοδικό κύμα της τάξεως του 90% και οι πλέον κερδισμένοι τίτλοι, όπως ήταν αναμενόμενο, είναι οι μετοχές που ευνοήθηκαν από την πανδημία, βελτιώθηκαν ή συνέχισαν την επιτυχημένη τους στρατηγική, η οποία μπορεί και να μην επηρεάστηκε από την πανδημία.
Την ίδια ώρα, αρκετές εισηγμένες του Χ.Α. έδειξαν υψηλό βαθμό αντοχής στην πανδημία, ενώ και η οικονομία δείχνει ότι μπόρεσε το 2021 να ξεπεράσει το εφιαλτικό 2020. Παρότι, λοιπόν, η κατάσταση κάθε άλλο παρά καλή μπορεί να χαρακτηριστεί ακόμη επιδημιολογικά, οι αναλυτές επιχειρούν να ερμηνεύσουν τα νέα δεδομένα για να σχηματοποιήσουν έναν πρώτο χάρτη για το επόμενο έτος που η οικονομία θα έχει αφήσει πίσω της την πανδημία.
Όσον αφορά τις μετοχές, αξίζει να αναφέρουμε ενδεικτικά ότι η ΔΕΗ κινείται με άνοδο που προσεγγίζει το 45%, υψηλότερα από τα 9 ευρώ της πρόσφατης αύξησης μετοχικού κεφαλαίου, αλλάζοντας εντελώς την εικόνα της και πλέον έχει επιστρέψει στα διεθνή ραντάρ των ξένων κεφαλαίων για τα καλά.
Οι αιτίες
Σε τακτικούς όρους, σημαντική παράμετρο για την ανοδική πορεία του τελευταίου μήνα έχουν οι εισροές από τα θεσμικά χαρτοφυλάκια λόγω των αλλαγών του MSCΙ και του FTSE Emerging Markets που αφορούν και τη χώρα μας.
Η στάθμιση του ελληνικού χρηματιστηρίου στις αναδυόμενες αγορές αναμένεται να αυξηθεί από το 0,20% στο 0,22% στον παγκόσμιο δείκτη μετοχών FTSE/Russell Emerging Markets, εξαιτίας των σημαντικών αλλαγών στις κεφαλαιοποιήσεις των εγχώριων εταιρειών, αλλά και των αρνητικών εξελίξεων στην Τουρκία. Ακόμα πιο σημαντική, όμως, θα είναι η αύξηση στον δείκτη των EMEA από το 1,48% στο 1,65% (αύξηση 0,17%) της στάθμισης της χώρας μας στον δείκτη των αναδυόμενων αγορών της περιοχής μας. Οι ελληνικές συμμετοχές θα αυξηθούν από τις 5 μετοχές.
Σε πιο στρατηγικό επίπεδο, οι ελπίδες και η προεξόφληση της αγοράς τοποθετούνται στο μακροοικονομικό περιβάλλον και την επαναφορά της κανονικότητας στον τουρισμό. Το θετικό στοιχείο που προκύπτει, τόσο από τις παρουσιάσεις των εταιρειών όσο και από τις εκτιμήσεις των αναλυτών, είναι ότι η πλειονότητα προβλέπει πως η συνολική άνοδος τη διετία 2021-2022 θα ξεπεράσει το 12% του ΑΕΠ και ότι η ανάκαμψη θα είναι ισχυρή έως και το 2026. Με την ελληνική οικονομία να έχει ήδη σημειώσει την καλύτερη επίδοσή της, τα επόμενα τρίμηνα θα είναι καλύτερα από το δεύτερο του 2021.
Ένα στοιχείο που αρχίζει να αποκωδικοποιείται και να εισέρχεται στις εκτιμήσεις για την εγχώρια οικονομία όσον αφορά τους ρυθμούς ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια και τις εισηγμένες, είναι η ισχυρή ανάσα από το Ταμείο Ανάκαμψης, αφού η Ελλάδα αναμένεται να λάβει 32 δισ. ευρώ από τη δράση «Next Generation EU», σχεδόν 19% του ΑΕΠ του 2020. Ειδική αναφορά γίνεται και από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία εκτιμά ότι θα είναι καταλύτης και για τη βιωσιμότητα του χρέους.
Η Ελλάδα μπορεί να υποαπέδωσε σε μακροοικονομικό επίπεδο έναντι της Ευρώπης πέρσι εξαιτίας της κάμψης στον τουρισμό, αλλά την περίοδο 2021-2022 θα μπορούσε να είναι ο μεγάλος κερδισμένος από μια άνοδο της τουριστικής κίνησης. Οι αρχικές εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος κάνουν λόγο για μέση άνοδο του ΑΕΠ κατά 2% την περίοδο 2021-2026. Το πιθανό αποτέλεσμα από το Ταμείο Ανάκαμψης, καταλήγει ότι θα μπορούσε να προωθήσει το ΑΕΠ κατά περίπου 1,2% -3,6% (καθαρό) το 2021-2023 και συνολικά 11% περίπου τα επόμενα 6 χρόνια.
Οι αποτιμήσεις
Σε ό,τι αφορά τις αποτιμήσεις, παραμένουν αρκετά χαμηλές για να έχει νόημα μια έκθεση στην αγορά. Μάλιστα οι εγχώριες αξίες φαίνεται να «χρηματοδοτούνται» από αυτή τη μεταφορά κεφαλαίων από την Τουρκία, η οποία υποβαθμίζεται συνεχώς κυρίως λόγω πληθωρισμού, νομισματικής αστάθειας και ίσως γεωπολιτικής στάσης.
Οι αποτιμήσεις της εγχώριας χρηματιστηριακής αγοράς δείχνουν ελκυστικές, με τον δείκτη τιμής προς κέρδη (P/E) χαμηλότερο των αναδυόμενων αγορών, με υψηλότερο ρυθμό αύξησης κερδών, αν και εφόσον οι εκτιμήσεις των αναλυτών επαληθευτούν. Το consensus για τον δείκτη P/E διαμορφώνεται στις 10,5 φορές για το 2021 και στις 8 φορές για το 2022, ενώ η μερισματική απόδοση, 4,4% το 2021.
*Δείτε αναλυτικά τον πίνακα με τις αποδόσεις των εισηγμένων στο Χρηματιστήριο, στη δεξιά στήλη "Συνοδευτικό Υλικό".